Ως πρόσφατα γνωρίζαμε τις διαρκείς πιέσεις της Ευρωπαϊκής Ενωσης με κριτήριο την «απορροφητικότητα» των κονδυλίων εντός των προβλεπομένων χρονικών προθεσμιών. Πριν από λίγες εβδομάδες αντιπροσωπεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής που επισκέφθηκε την Αττική υπογράμμισε μια ακόμη φορά ότι η λύση των Χώρων Υγειονομικής Ταφής Απορριμμάτων (ΧΥΤΑ) είναι αναντίστοιχη με την αντίληψη της Ενωσης για την ορθή διαχείριση των απορριμμάτων και τη συνεπακόλουθη προστασία του περιβάλλοντος. Μια τέτοια επίσκεψη άλλωστε συνάπτεται με την κατάρτιση του Εθνικού Στρατηγικού Πλαισίου Αναφοράς (ΕΣΠΑ) της περιόδου 2007 – 2013, όταν το πρόγραμμα «Περιβάλλον και Αειφόρος Ανάπτυξη» θα έχει επιβάλει ως προτεραιότητα την αρχική διαλογή και τον διαχωρισμό των οργανικών αποβλήτων, ώστε ό,τι απομένει να οδηγείται στους Χώρους Υγειονομικής Ταφής Υπολειμμάτων (ΧΥΤΥ).


Πώς τίθεται το ζήτημα στην Αττική είναι λίγο – πολύ γνωστό. Θα εκθέσω εδώ ό,τι αφορά τον μεγαλύτερο νομό της Ηπείρου, όπου η σχετική πρακτική κινδυνεύει να μετατρέψει τη «βιώσιμη ανάπτυξη» σε «βιώσιμη υπανάπτυξη». Η τελική χωροθέτηση του ΧΥΤΑ υπήρξε προϊόν μακράς κυοφορίας, έτσι ώστε η αρχική μελέτη περιβαλλοντικών επιπτώσεων ταχύτατα να «εφαρμόζεται» σε οποιονδήποτε χώρο. Επιπλέον, αποσιωπήθηκαν τα σημεία μεταφόρτωσης και τελικής διαλογής, σε έναν τόσο μεγάλο νομό, εκτός αν υποκρύπτεται ότι η διαλογή θα πραγματοποιείται δίπλα από τον υπό κατασκευήν ΧΥΤΑ. Οπου και αν στηθεί αυτό το εργοστάσιο, δεν υπήρξε ως προς αυτό καμία ειδική μελέτη περιβαλλοντικών επιπτώσεων.


Μάλιστα, σχετικά με το ποια είναι η πρόβλεψη για τα επόμενα βήματα δεν διατυπώθηκε επίσης επαρκής πρόταση για την αντιμετώπιση όσων συναφώς θα προκύψουν. Δηλαδή χωρίς κανένα Σύνδεσμο Διαχείρισης Απορριμμάτων Νομού Ιωαννίνων, με την εκ των κάτω συμμετοχή της Τοπικής Αυτοδιοίκησης και όχι αποκλειστικά με τη Διεύθυνση Δημοσίων Εργων της Περιφέρειας, με εύκολη λύση το σύστημα «Μελέτη-Κατασκευή», αν υποτεθεί ότι υπάρχει η αναγκαία κρατική χρηματοδότηση, ευχέρεια σύμπραξης με ιδιώτες (σύμφωνα με την πρόσθετη νομοθεσία), και τέλος ανάθεση της διαχείρισης και μονοπωλιακή τιμολογιακή πολιτική. Δηλαδή με νέους «Πόντιους Πιλάτους» απέναντι στον πολίτη μιας περιοχής που καθίσταται διαρκώς φτωχότερη…


Πού ακριβώς, έπειτα από διαδοχικές μετακινήσεις, χωροθετήθηκε ο υπό ίδρυση ΧΥΤΑ; Στην υδρολογική λεκάνη του Αράχθου με ρέματα που δεν έχουν οροθετηθεί, με κλίσεις του εδάφους που συχνά υπερβαίνουν το 50%, με φαινόμενα κατολισθήσεων, πολύ κοντά σε δύο ζωντανά δημοτικά διαμερίσματα των οποίων πηγές και υδρογεωτρήσεις γειτνιάζουν με την επίδικη περιοχή, σε δασοκάλυψη που θα κριθεί στα δικαστήρια αν αποτελεί «δάσος» ή «δασική έκταση» και κυρίως αν αποτελεί δημοτική ή δημόσια δασική έκταση.


Ο προεπιλεγείς ερήμην των κατοίκων της περιοχής χώρος είναι ορατός και προσβάσιμος (περίπου στα 600 μέτρα) από το ιστορικό Μοναστήρι της Τσούκας. Επομένως προβλέπεται, αν τελικά στηθεί εκεί ο ΧΥΤΑ, να συγκεντρώνει χιλιάδες «προσκυνητών» νέου τύπου, ιδίως άνοιξη και καλοκαίρι, με περισσότερη και αισθητή την παραγωγή «βιοαερίου» («biogas»). Θα πρόκειται για το θυμίαμα των λαθών και των παραλείψεών μας;


Ο χώρος επίσης αυτός βρίσκεται σε απόσταση αναπνοής από την τοποθεσία που ως τώρα ονομάζεται «Τα παλιά τα Γιάννινα». Οπου μάλιστα, κατά την παράδοση, τις νύχτες λαλούν κοκόρια, θυμίζοντας μέσα από τα χαλάσματα ποια κατολίσθηση έφερε κάποτε τα πάνω κάτω. Ο,τι δηλαδή δεν αποκλείεται να επαναληφθεί δεξιότερα και ελαφρώς υψηλότερα, στο πεδίο «υγειονομικής ταφής» μιας αδιέξοδης πολιτικής… Οπως υποδεικνύουν ειδικοί η εκχέρσωση της δασικής βλάστησης και η κατασκευή του ΧΥΤΑ σε έκταση εκατόν είκοσι στρεμμάτων θα έχει σοβαρές επιπτώσεις στο φυσικό και στο πολιτιστικό περιβάλλον της περιοχής, δηλαδή στους όρους επιβίωσης των κατοίκων της. Εδώ και δεκαετίες, στους κόλπους των νομικών υπηρεσιών της Ευρωπαϊκής Ενωσης είχε ορισθεί η «αυτοσυντηρούμενη» ή «βιώσιμη ανάπτυξη» με κριτήριο την «ανταπόκριση στις ανάγκες του παρόντος» χωρίς να μηδενίζονται οι δυνατότητες των «μελλοντικών γενεών» να ικανοποιούν τις δικές τους ανάγκες. Μια τέτοια αντίληψη της «sustainable development» πέρασε και στις εθνικές νομοθεσίες, για παράδειγμα, στη χώρα μας, όπου σε συνδυασμό με το άρθρο 24 του Συντάγματος επιβάλλεται το «καθήκον προλήψεως» των ενεργειών που θα επιφέρουν βλάβη σε έννομα αγαθά, όπως είναι το φυσικό και ανθρωπογενές περιβάλλον. Ελπίζουμε το «Μέγα Λαγκάδι» να μην εξελιχθεί σε ανεπανόρθωτα «μεγάλη πλάνη»…


Ο κ. Παναγιώτης Νούτσος είναι καθηγητής της Κοινωνικής και Πολιτικής Φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων.