Διδάσκω στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, μεταξύ άλλων, και εισαγωγικά μαθήματα αμφιθεάτρου (150-200 ατόμων). Τα τελευταία χρόνια έχω την τύχη (και τιμή) να υποδέχομαι τα πρώτα έτη: νέους και νέες που έχουν εργαστεί εξαιρετικά σκληρά για να εισαχθούν στο πανεπιστήμιο, με προσδοκίες, ίσως και οραματισμούς. Πρόκειται για ό,τι καλύτερο διαθέτει η χώρα. Πριν από κάθε παράδοση, στην προσπάθειά μου να εξασφαλίσω «μικροφωνική κάλυψη», δίνω σύντονες (αλλά απέλπιδες) μάχες με ηλεκτρολόγους και θυρωρούς. Στο αμφιθέατρο που παραδίδω, τα μικρόφωνα δεν λειτουργούν (κάποτε ούτε καν ο ηλεκτρισμός ή η θέρμανση). Παρ’ ότι υπάρχει πλήρης μελέτη για αναβάθμιση, μας ανακοινώνεται ξερά-κοφτά (σε εμένα και σε άλλους διδάσκοντες) ότι δεν υπάρχουν πόροι…


Υποστηρίζω τις παραδόσεις μου (όπως και άλλοι σαν εμένα διδάσκοντες) με φανατισμό: με υλικό ποικιλόμορφο (στη διάθεση των ενδιαφερομένων) το οποίο φωτοτυπώ ανελλιπώς. Καταφεύγω εκεί γιατί δεν υπάρχουν ούτε οι στοιχειώδεις υποδομές για τη διεξαγωγή μιας σύγχρονης πανεπιστημιακής παράδοσης (προβολείς, πολυμέσα, PowerPoints κτλ., σαν κι αυτές με τις οποίες είχα εθιστεί στο – δημόσιο – Πανεπιστήμιο του Cambridge, όπου δίδασκα προτού επανακάμψω. Συχνά-πυκνά, τα φωτοτυπικά μηχανήματα (2-3 για ολόκληρο το ΔΕΠ του πανεπιστημίου), στα οποία βασίζω τις παραδόσεις μου, δεν λειτουργούν. Το Πάντειο έχει 4 ή 5 διαφανοσκόπια, όμως μόνο ένα έχει λαμπτήρα, και αυτό με αποκομμένο τον μοχλό στήριξης (χωρίς ελπίδες επιδιόρθωσης). Δεν υπάρχουν πόροι…


Οι ταγοί μας επαναλαμβάνουν διαρκώς (και πολύ σωστά) ότι βρισκόμαστε στην ηλεκτρονική εποχή. Ομως η γραμματεία του τμήματός μου δεν έχει ηλεκτρονικό ταχυδρομείο, ούτε και εγώ τη δυνατότητα χρήσης του Διαδικτύου από το γραφείο μου. Για τους φοιτητές… ούτε λόγος. Τα τελευταία χρόνια, λόγω περικοπών (και παρά τις επίσημες εξαγγελίες ότι «προτεραιότητά μας [είναι] η αναβάθμιση του δημόσιου πανεπιστημίου»!), το προσωπικό, τόσο στις γραμματείες όσο και στη μηχανοργάνωση, μειώθηκε! Οσοι παρέμειναν, δεν πληρώνονται τακτικά. Δεν υπάρχουν πόροι…


Στις συζητήσεις των ημερών, η κραυγαλέα υποχρηματοδότηση όπως και το εξίσου μείζον ζήτημα της αυτοδιοίκησης των πανεπιστημίων παρακάμπτονται με το επιχείρημα ότι δεν αρκούν για την επίλυση των προβλημάτων. Οσοι όμως σκέφτονται έτσι, ξεχνούν (ή αγνοούν) την κεφαλαιώδη σημασία παραγόντων που – όπως η χρηματοδότηση και η αυτοδιοίκηση – είναι εκ των ων ουκ άνευ. Η παρουσία τους μπορεί να μη δίνει όλες τις απαντήσεις, όμως η απουσία τους είναι μοιραία. Χωρίς μέριμνα για επαρκή χρηματοδότηση και λειτουργική αυτοδιοίκηση, οι συζητήσεις μας είναι στην καλύτερη περίπτωση έωλες και στη χειρότερη παραπλανητικές.


Οι πανεπιστημιακοί χρόνια τώρα καταθέτουν προτάσεις επί προτάσεων για ριζική αλλαγή της ζοφερής πραγματικότητας. Αυτή είναι η άχαρη κληρονομιά (αλλά και υποχρέωση) της παντοιοτρόπως λοιδορούμενης συνδικαλιστικής τους εκπροσώπησης, των ανθρώπων που, κατά μια άποψη, «τίποτε δεν θέλουν να αλλάξει» ή είναι «απολογητές του status quo»! Κανείς από τους κρατικούς λειτουργούς που – παχυλά αμειβόμενοι – κατανέμουν τους πόρους των φορολογουμένων δεν τους ακούει. Δεν τους ακούν εκείνοι που, ενώ ευθύνονται για το πρόβλημα, ανερυθρίαστα αυτοαποκαλούνται «μεταρρυθμιστές»· αυτοί που, παραποιούμενοι τους αναμορφωτές της δημόσιας Παιδείας, κλείνουν πονηρά το μάτι – ας μη γελιόμαστε – στην ιδιωτικοποίηση.


Υπενθυμίζω συχνά στους φοιτητές μου ότι είμαι και εγώ προϊόν του αμερικανικού συστήματος. Στις ΗΠΑ όμως το πολύ καλό συνυπάρχει με το κακό. Ισως φανεί παράδοξο αλλά «πολύ καλό» στην Αμερική είναι ό,τι αντιστέκεται στη λογική της βραχυπρόθεσμης αγοραίας ανταποδοτικότητας (αυτής που παρ’ ημίν και αλλαχού στον περιφερειακό και ημιπεριφερειακό κόσμο, παρουσιάζεται ως πανάκεια). Πολύ καλό είναι ό,τι αντιτάσσει στην κατάρτιση την Παιδεία· ότι επιμένει να θεωρεί την ειδίκευση (και, κατ’ επέκταση, τη σύνδεση με την παραγωγή) ολοκλήρωση και όχι υποκατάστατο της ακαδημαϊκής σπουδής.


Γιατί όμως έχω την εντύπωση ότι όλα αυτά είναι κατά βάση γνωστά στους ιθύνοντες; Συμπέρασμα: Ας σοβαρευτούμε. Περισσότερη σοβαρότητα και λιγότερη κομπορρημοσύνη.


Ο κ. Σεραφείμ Ι. Σεφεριάδης είναι επίκουρος καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, γραμματέας της Ελληνικής Εταιρείας Πολιτικής Επιστήμης.