H θύελλα που ξέσπασε πριν από μερικές ημέρες με την αποκάλυψη ότι ο Γκύντερ Γκρας υπήρξε μέλος των διαβόητων Βάφεν Ες Ες δεν φαίνεται να κοπάζει. Ο μεγαλύτερος εν ζωή γερμανός συγγραφέας σε συνέντευξή του στην εφημερίδα «Frankfurter Allgemeine» στις 11 Αυγούστου, με αφορμή την έκδοση της αυτοβιογραφίας του με τίτλο «Ξεφλουδίζοντας το κρεμμύδι», ομολόγησε ότι για επτά μήνες, μεταξύ 1944 και 1945, υπήρξε μέλος των επιλέκτων Βάφεν Ες Ες. Ο Γκρας τότε δεν ήταν καν 17 ετών. Δύο χρόνια νωρίτερα, όπως είπε ο ίδιος, είχε ζητήσει να καταταγεί εθελοντής στα υποβρύχια αλλά το αίτημά του απορρίφθηκε. «Αυτό θα με στιγματίζει για πάντα» δήλωσε την περασμένη εβδομάδα, χωρίς ωστόσο να παραλείψει να τονίσει ότι τότε έτσι θεωρούσε πως θα ξέφευγε από την οικογενειακή επιτήρηση.


H αποκάλυψη του Γκρας προκάλεσε σάλο στη Γερμανία, στα εκατομμύρια των θαυμαστών του και στα διεθνή MME. H ιταλίδα εκδότριά του και στενή του φίλη Ινγκε Φελτρινέλι δήλωσε σοκαρισμένη. Οι επιφανείς γερμανοί διανοούμενοι και συγγραφείς παρουσιάζονται διχασμένοι, όπως άλλωστε και η κοινή γνώμη. Ο Γιοακίμ Φεστ, υπεύθυνος για χρόνια των πολιτιστικών σελίδων της «Frankfurter Allgemeine», ο οποίος έγραψε την πρώτη σημαντική βιογραφία του Χίτλερ και βοήθησε τον Αλμπερτ Σπέερ, τον αρχιτέκτονα και υπουργό Εξοπλισμών τoυ ναζιστικού καθεστώτος, να γράψει τα δικά του απομνημονεύματα μέσα από τις φυλακές του Σπαντάου, δήλωσε ότι βρίσκει την ξαφνική αυτή ομολογία του Γκρας «εντελώς ανεξήγητη». Για να συμπληρώσει ότι του είναι αδύνατον να καταλάβει πώς κάποιος ο οποίος είχε αναγάγει τον εαυτό του στο επίπεδο της ηθικής συνείδησης του έθνους σε θέματα που αφορούν τους ναζιστές ήταν και ο ίδιος βαθύτατα αναμεμειγμένος στα όσα χρόνια τώρα κατήγγελλε. «Από έναν τέτοιον άνθρωπο δεν θα αγόραζα ούτε μεταχειρισμένο αυτοκίνητο» κατέληξε ο Φεστ.


Ο θεατρικός συγγραφέας Ρολφ Χόχουτ υπήρξε το ίδιο σκληρός: «Ηταν αηδιαστικό» είπε «που ο Γκρας άσκησε παλαιότερα αμείλικτη κριτική στον καγκελάριο Χέλμουτ Κολ, όταν ο τελευταίος επισκέφθηκε στη Γαλλία ένα νεκροταφείο όπου βρίσκονται θαμμένοι μαζί με εκατοντάδες αμερικανούς στρατιώτες και 49 στρατιώτες των Ες Ες», για να καταλήξει: «Τώρα (ο Γκρας) διασύρθηκε ηθικά».


* «Πίεσα τον εαυτό μου να μιλήσει»


Ο συγγραφέας Βάλτερ Γένσεν έχει όμως διαφορετική γνώμη: «Είναι αξιοθαύμαστο και χρήσιμο το να λέει κάποιος πως το ζήτημα αυτό δεν το αντιμετώπισε στη ζωή του και θα το κάνει τώρα. Είναι πολύ εντυπωσιακό και συγκινητικό να βλέπεις έναν άνθρωπο μεγάλης ηλικίας να τίθεται αντιμέτωπος με το παρελθόν του». Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει και η άποψη του διάσημου πεζογράφου Μάρτιν Βάλζερ, ο οποίος υπερασπίζεται τον Γκύντερ Γκρας υποστηρίζοντας ότι κατά το παρελθόν το πολιτικό και καλλιτεχνικό κλίμα στη Γερμανία δεν ήταν κατάλληλο ώστε να μπορεί κανείς να προβεί σε παρόμοιες αποκαλύψεις. Αλλά ο Βάλζερ προχωρεί ένα βήμα πιο πέρα, συμπεραίνοντας ότι γενικότερα με το έργο του και τη στάση του ο Γκρας ήταν εκείνος που συνετέλεσε στο να αλλάξει αυτό το κλίμα.


«Πρόκειται για προσπάθεια κάποιων να με μετατρέψουν σε ανεπιθύμητο πρόσωπο» δήλωσε ο Γκρας. Και ακόμη: «Μόνον όταν αποφάσισα να γράψω για τον πρώιμο βίο μου βρήκα τη λογοτεχνική φόρμα στην οποία θα μπορούσα να εκφραστώ. Θα έπρεπε να αναρωτηθώ πώς μπόρεσα να ακολουθήσω με τέτοια αφέλεια την ιδεολογία αυτή». Είπε ακόμη αναφερόμενος στην αυτοβιογραφία του: «H σιωπή μου όλα αυτά τα χρόνια είναι μία από τις αιτίες που αποφάσισα να γράψω αυτό το βιβλίο. Πίεσα τον εαυτό μου να το κάνει» ομολόγησε. Και συμπλήρωσε: «Το μόνο που ελπίζω είναι αυτοί που σχολιάζουν να διαβάσουν προσεκτικά το βιβλίο μου».


* Να δώσει πίσω το Νομπέλ!


Οι αποκαλύψεις του Γκρας είχαν τέτοιον αντίκτυπο ώστε ορισμένοι έφτασαν στο σημείο να ζητούν δημόσια από τον συγγραφέα να επιστρέψει το βραβείο Νομπέλ Λογοτεχνίας το οποίο του απονεμήθηκε το 1999. Ο Βόλφγκανγκ Μπέρνσεν, ο επί των πολιτιστικών εκπρόσωπος Τύπου των Χριστιανοδημοκρατών, δήλωσε: «Ο Γκύντερ Γκρας, που πέρασε όλη του τη ζωή υποβάλλοντας υψηλά ηθικά πρότυπα για τους πολιτικούς, ήρθε καιρός να τα εφαρμόσει και ο ίδιος και να επιστρέψει όλα τα βραβεία που έλαβε, συμπεριλαμβανομένου και του Νομπέλ». H Σουηδική Ακαδημία βέβαια δεν φαίνεται διατεθειμένη να προβεί σε μια τέτοια ακραία ενέργεια που θα τραυμάτιζε ανεπανόρθωτα το κύρος της.


Ο ηγέτης της Αλληλεγγύης και πρώην πρόεδρος της Πολωνίας Λεχ Βαλέσα, ο οποίος έχει τιμηθεί με το Νομπέλ Ειρήνης, ζήτησε να αφαιρεθεί από τον Γκρας ο τίτλος του επίτιμου πολίτη της πόλης του Γκντανσκ (το πρώην Ντάντσιχ, όπου γεννήθηκε ο συγγραφέας και όπου διαδραματίζεται η υπόθεση του «Τενεκεδένιου ταμπούρλου», του διασημότερου μυθιστορήματος του Γκρας). «Δεν νιώθω καλά με τέτοια παρέα» δήλωσε ο Βαλέσα, ο οποίος είναι επίσης επίτιμος πολίτης του Γκντανσκ. Οσο για τις πολωνικές Αρχές, δεν παρέλειψαν να δηλώσουν αμέσως μετά τις αποκαλύψεις του Γκρας πως τις επόμενες ημέρες, αφού θα εξέταζαν επισταμένως το ζήτημα, θα αποφάσιζαν τι στάση θα κρατούσαν, δεδομένου μάλιστα ότι στο Γκντανσκ έπεσαν οι πρώτες σφαίρες από τους Γερμανούς, όταν επιτέθηκαν στην Πολωνία κατά τον B´ Παγκόσμιο Πόλεμο. Τρεις ημέρες αργότερα η πολωνική κυβέρνηση ζήτησε από τον Γκρας να επιστρέψει τον τίτλο του επίτιμου δημότη. «Αν δεν τον επιστρέψει ο ίδιος, θα του τον αφαιρέσουμε εμείς» είπε ο Συντηρητικός βουλευτής της περιοχής Γιάτσεκ Κούρσκι. Αλλά ο Ανταμ Μίχνικ, από τους επιφανέστερους πολωνούς διανοουμένους και διευθυντής της εφημερίδας «Γκαζέτα Βιμπόρτσα», έχει εντελώς διαφορετική άποψη. «H στάση του Γκρας είναι αξιοθαύμαστη και αξιοσέβαστη» είπε, τονίζοντας ότι ο συγγραφέας στοχάστηκε βαθιά για την πράξη του αυτή και με το συγγραφικό του έργο την έσβησε.


* Ενας σύγχρονος Ραμπελέ


Από την αρχή ακόμη της λογοτεχνικής και καλλιτεχνικής του σταδιοδρομίας ο Γκύντερ Γκρας δεν περνούσε απαρατήρητος. Το 1956 εξέδωσε μια πλακέτα με ποιήματα και ένα θεατρικό έργο. Επειτα από σύντομη διαμονή στο Παρίσι επέστρεψε στη Γερμανία όπου έγινε μέλος του Gruppe 47, μιας ομάδας συγγραφέων (ανάμεσά τους και οι Αλφρεντ Αντερς και Χάινριχ Μπελ) που επεδίωκε να φέρει στο φως τα εγκλήματα της χιτλερικής εποχής, ώστε μαθαίνοντας την αλήθεια σε όλες της τις πτυχές να καταφέρει η γερμανική κοινωνία να απαλλαγεί από το ναζιστικό παρελθόν της. Στα 30 του χρόνια, το 1957, θα προκαλούσε σοκ με το κατά πολλούς κορυφαίο του μυθιστόρημα «Τενεκεδένιο ταμπούρλο», που υπήρξε από τα μεγαλύτερα μπεστ σέλερ στη μεταπολεμική Γερμανία.


Το βιβλίο αφηγείται την εξωφρενική ιστορία ενός νάνου ονόματι Οσκαρ (αντιπροσώπευε τον μέσο Γερμανό) που έχει πάψει να ψηλώνει από τα τρία του χρόνια. Ο Οσκαρ χτυπάει συνεχώς ένα τενεκεδένιο ταμπούρλο και βγάζει κάτι παράξενες τσιρίδες που μπορούν να κομματιάσουν οποιοδήποτε γυαλί. Τα χρόνια περνούν, έρχεται ο B´ Παγκόσμιος Πόλεμος, έρχεται η μεταπολεμική εποχή, αλλά ο τρομερός νάνος εξακολουθεί να χτυπάει το ταμπούρλο του, ώσπου στο τέλος καταδικάζεται για φόνο και τον κλείνουν στο ψυχιατρείο. Ηταν η σκληρότερη αλληγορία της νεότερης Γερμανίας, γραμμένη από έναν σύγχρονο Ραμπελέ που δεν «σεβόταν» τίποτε προκειμένου να πει την αλήθεια σχετικά με το πρόσφατο παρελθόν της χώρας. Ο νάνος του Γκρας είναι ένας σύγχρονος Πίτερ Παν, το ταμπούρλο που χτυπάει είναι οι γερμανικές μεταπολεμικές τύψεις, αντί για τους πειρατές και τον κάπτεν Χουκ του παραμυθιού έχουμε τους ναζιστές, και όλα τούτα συμβαίνουν στο Ντάντσιχ, όπου ξεκίνησε ο B´ Παγκόσμιος Πόλεμος. Το «Τενεκεδένιο ταμπούρλο», η «Γάτα και το ποντίκι» και τα «Σκυλίσια χρόνια» αποτελούν την Τριλογία του Ντάντσιχ, που είναι ό,τι πιο σημαντικό μας έδωσε αυτός ο πληθωρικός συγγραφέας, ο οποίος επιπλέον δεν είναι διόλου ευκαταφρόνητος ζωγράφος και γλύπτης, ενώ έχει γράψει και κάποια πολύ αξιόλογα ποιήματα.


* Μια άγρυπνη συνείδηση


H πολιτική δραστηριότητα του Γκρας είναι επίσης σημαντική. Πολλές φορές επενέβη για ζητήματα ανθρωπίνων δικαιωμάτων σε όλον τον κόσμο. Το 1972 ήρθε μάλιστα στην Αθήνα και μίλησε ανοιχτά εναντίον της δικτατορίας. Μέλος του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος της Γερμανίας, φίλος του Βίλι Μπραντ και του Χέλμουτ Σμιτ, άσκησε δριμύτατη κριτική εναντίον του Χέλμουτ Κολ, όπως παλαιότερα εναντίον του Αντενάουερ και του γιου του. Στα έτη 1989-1990 εναντιώθηκε στην επανένωση της Ανατολικής με τη Δυτική Γερμανία, υποστηρίζοντας ότι μια ενωμένη Γερμανία θα οδηγούσε σε ένα φιλοπόλεμο έθνος. H άποψή του αυτή προκάλεσε θύελλα αντιδράσεων, κυρίως ανάμεσα στους διανοουμένους και τους συγγραφείς της πρώην Ανατολικής Γερμανίας. Ο ίδιος για χρόνια υποστήριζε ότι οι σοσιαλιστικές μεταρρυθμίσεις θα μπορούσαν να γίνουν βαθμιαία μέσω του συστήματος, αλλά αργότερα υιοθέτησε μια στάση πιο ριζοσπαστική, υποστηρίζοντας την άμεση δράση, σύμφωνα με τα πρότυπα των κινημάτων της νεολαίας τη δεκαετία του ’60.


Το Νομπέλ που του απονεμήθηκε το 1999 θεωρήθηκε ότι επιβράβευε με καθυστέρηση το έργο ενός συγγραφέα που για πολλές δεκαετίες εξέφραζε τη συνείδηση μιας Γερμανίας η οποία δεν θα έπρεπε απλώς να συμφιλιωθεί με το παρελθόν της, αλλά να δει τον εαυτό της κριτικά σε σχέση με το παρελθόν αυτό, πολύ πιο κριτικά μάλιστα από όσο θεωρούσε ο υπόλοιπος κόσμος.


Ο βιογράφος του Μίκαελ Γιργκς, μετά την πρόσφατη ομολογία του συγγραφέα, μίλησε για «το τέλος ενός ηθικού θεσμού», μολονότι καλωσόρισε την απόφασή του να μιλήσει έστω και καθυστερημένα. Το ερώτημα βέβαια δεν είναι αν κάποιος έχει λόγο να αισθάνεται τύψεις για αυτό που ήταν και που πίστευε στα 17 του χρόνια, όταν σχεδόν ολόκληρη η χώρα πίστευε ακριβώς τα ίδια. Είναι γιατί ο συγγραφέας του «Τενεκεδένιου ταμπούρλου» το απέκρυβε 60 ολόκληρα χρόνια, ερώτημα που θα διχάζει τη γερμανική κοινωνία και τους διανοουμένους της για πολύ καιρό. Απόδειξη, ότι από τις 480 σελίδες της αυτοβιογραφίας του μόνον οι 90 αναφέρονται στη συμμετοχή του στα Βάφεν Ες Ες, αλλά είναι και οι μόνες με τις οποίες ­ προς το παρόν τουλάχιστον ­ ασχολούνται τα MME και το κοινό.


H αυτοβιογραφία του Γκρας είχε προγραμματιστεί να κυκλοφορήσει την 1η Σεπτεμβρίου, αλλά οι αποκαλύψεις του επιτάχυναν τις διαδικασίες έκδοσης από τον οίκο Steidl Verlag. Περιττό βέβαια να πει κανείς ότι γίνεται ανάρπαστη και ότι θα αποτελέσει ένα από τα μεγαλύτερα ευρωπαϊκά μπεστ σέλερ. Σε ένα σημείο περιγράφει με ανατριχιαστικό ρεαλισμό τη σκηνή όπου η μονάδα του αποδεκατίζεται από τα πυρά ενός σοβιετικού ρουκετοβόλου, από αυτά που τα αποκαλούσαν «Αρμόνια Στάλιν». Μετά το μπαράζ των πυρών, ο Γκρας περιφέρεται στο έρημο πεδίο της μάχης και περιγράφει τη σκηνή ως εξής: «Κάποιος κλαψούριζε σαν μικρό παιδί, εγώ στεκόμουν κατουρημένος πάνω μου και κοίταζα το διαμελισμένο σώμα ενός παιδιού με το οποίο πριν από λίγο φλυαρούσα για ένας Θεός ξέρει τι». ΠΕΤΕΡ ΣΝΑΪΝΤΕΡ «Εθεσε τη γερμανική λογοτεχνία σε νέα τροχιά»


Ο γνωστός γερμανός συγγραφέας και φίλος του Γκύντερ Γκρας Πέτερ Σνάιντερ (φωτογραφία), σε συνέντευξή του το 1999, είχε πει για τον συγγραφέα του «Τενεκεδένιου ταμπούρλου»: «Ενα σωρό τρομερά πράγματα έχουν ειπωθεί κατά καιρούς για τον Γκύντερ Γκρας και αναρωτιόμουν πάντοτε καθώς τα διάβαζα γιατί δεν σέβονται τουλάχιστον τον άνθρωπο που έθεσε τη γερμανική κουλτούρα, τη γερμανική λογοτεχνία σε νέα τροχιά. Στις δεκαετίες του ’60 και του ’70 κέρδισε για λογαριασμό των Γερμανών τεράστια εκτίμηση που δεν την είχαν προτού γράψει τα βιβλία του και θα πρέπει, αν μη τι άλλο, να του είμαστε ευγνώμονες. Το πρόβλημα με τους Γερμανούς είναι πως δεν εκτιμούν τους εαυτούς τους κι έτσι δεν εκτιμούν και τους ήρωές τους».