Μια απίστευτη ανθρώπινη τραγωδία, υπό τις ευλογίες της Ουάσιγκτον, εξελίσσεται στον Λίβανο. Ανενόχλητο το Ισραήλ πιστεύει ότι θα κατορθώσει να εξολοθρεύσει τη Χεζμπολάχ προτού ο πόλεμος δώσει τη θέση του στη διπλωματία. Μόνο που το τίμημα πληρώνουν αθώοι πολίτες. Ο πόλεμος στη Μέση Ανατολή έχει προσλάβει ανεξέλεγκτες διαστάσεις καθώς παγιδεύει συνεχώς καινούργιες δυνάμεις και οι εξελίξεις καθίστανται επικίνδυνες για την ευρύτερη περιοχή. H παράθεση (και αντιπαράθεση) απόψεων για τη φύση του πολέμου, τις ευθύνες των εμπλεκομένων και τις συνέπειες για τον κόσμο φουντώνει. Στο πλαίσιο αυτό, «Το Βήμα» συνεχίζει τον διάλογο στις «Νέες Εποχές» για την αραβοϊσραηλινή διένεξη, την ιστορική διάσταση του προβλήματος, την τρομοκρατία και την έκταση της απειλής του αντισημιτισμού.


Σε ένα άρθρο του στο «Βήμα της Κυριακής» – («Συμπαράταξη με τον ισραηλινό λαό») – ο Δημήτρης Κωνσταντινίδης, σε μια προσπάθεια υπεράσπισης της σημερινής ισραηλινής πολιτικής, κάνει κριτική σε μια επιφυλλίδα του Νάσου Βαγενά («Βήμα της Κυριακής», 23.7.07), που κυρίως υποστηρίζει τους Παλαιστινίους. Επειδή βρίσκω την κριτική του Δ.K. μονομερή θα ήθελα να κάνω μια σειρά από σύντομες παρατηρήσεις.


Δεν υπάρχει αμφιβολία πως ο παραλληλισμός των δεινών του παλαιστινιακού λαού με το Ολοκαύτωμα είναι, για προφανείς λόγους, απαράδεκτος. Δεν υπάρχει επίσης αμφιβολία πως το κράτος του Ισραήλ έχει ένα πολίτευμα που λειτουργεί πολύ πιο δημοκρατικά από όλα τα αραβικά πολιτεύματα στη Μέση Ανατολή. Συμφωνώ επίσης με τον Δ.K. πως η τρομοκρατία σαν ηθελημένη, προγραμματισμένη επίθεση εναντίον αμάχων – από όπου και αν προέρχεται – δεν μπορεί να νομιμοποιηθεί. Ούτε βέβαια μπορεί να νομιμοποιηθεί η στρατηγική αυτών που έχουν σαν σλόγκαν «οι εβραίοι στη θάλασσα».


* H ιστορική διάσταση


Παρ’ όλα αυτά νομίζω πως η ανάλυση του Δ.K. χαρακτηρίζεται από μια έντονη μονομέρεια. Δεν είναι δυνατόν να κατανοήσει κανείς την αραβοϊσραηλινή διένεξη σήμερα χωρίς να πάρει σοβαρά υπόψη του την ιστορική διάσταση του προβλήματος. Δεν μπορεί κανείς να κρίνει τα υπέρ και τα κατά της κάθε πλευράς, αγνοώντας παντελώς τις ρίζες της σημερινής κακοδαιμονίας.


Οπως υποστήριξα σε προγενέστερο άρθρο μου («Βήμα της Κυριακής» 11.5.2003) η ίδρυση του ισραηλινού κράτους βασίστηκε σε παραχώρηση εδαφών που για γενιές ανήκαν σε Αραβες Παλαιστινίους. Πιο συγκεκριμένα, η ίδρυση του σύγχρονου Ισραήλ βασίστηκε στην εκχώρηση των αποικιοκρατικών «δικαιωμάτων» των Βρετανών σε μια ομάδα ανθρώπων που συνέχισαν την αποικιοκρατική κατάσταση με τη δικαιολογία πως τα παλαιστινιακά εδάφη τους ανήκαν χιλιάδες χρόνια πριν! Ούτε οι αναφορές στους εβραϊκούς πληθυσμούς στον καιρό της Βίβλου, ούτε οι κραυγές των διαφόρων ζηλωτών που υποτίθεται πως ακούν και ακολουθούν θεϊκές προσταγές, ούτε η χρησιμοποίηση (βεβήλωση) του Ολοκαυτώματος ως δικαιολογία, ούτε οι απεχθείς τρομοκρατικές ενέργειες των Παλαιστινίων (που συνήθως συνοδεύονται από την κρατική βία των Ισραηλινών) δεν νομιμοποιούν την αρχική πράξη αρπαγής που άνοιξε το κουτί της Πανδώρας στη Μέση Ανατολή.


Το επιχείρημα πως πριν από την ίδρυση του ισραηλινού κράτους δεν υπήρχαν μόνο Αραβες αλλά και εβραίοι στην Παλαιστίνη είναι σωστό. Αλλά σε αυτή την περίοδο, σύμφωνα με επίσημους υπολογισμούς, ο εβραϊκός πληθυσμός δεν ξεπέρασε το 20% του ολικού πληθυσμού. Επιπλέον, ακόμα και αν δεχτούμε πως η απόφαση του ΟΗΕ το 1947 νομιμοποιεί την ίδρυση του Ισραήλ, δεν πρέπει να ξεχνάμε πως κατά τη διάρκεια του πρώτου αραβοϊσραηλινού πολέμου (1948-49) το Ισραήλ ενσωμάτωσε μόνιμα περισσότερα εδάφη από αυτά που καθόριζε η απόφαση του ΟΗΕ, εκτοπίζοντας συγχρόνως 800.000 Παλαιστίνιους Αραβες που έγιναν και παρέμειναν πρόσφυγες. Πρόκειται δηλαδή για αυτό που σήμερα αποκαλούμε εθνοκάθαρση.


Ο K.Δ. υποστηρίζει την τωρινή στρατηγική των ισραηλινών δυνάμεων εναντίον της Χεζμπολάχ με, μεταξύ άλλων, το εξής επιχείρημα: «γιατί άραγε πρέπει το Ισραήλ να ανέχεται μια παραστρατιωτική οργάνωση (Χεζμπολάχ) στα σύνορά της η οποία βομβαρδίζει ισραηλινές πόλεις, σκοτώνει ή απάγει ισραηλινούς στρατιώτες και πολίτες; Τι θα ζητούσε ας πούμε ο N. Βαγενάς από την κυβέρνησή μας να κάνει, αν κάποια «σλαβομακεδονική απελευθερωτική οργάνωση» εγκατεστημένη στη Νότια Βουλγαρία βομβάρδιζε τη Θεσσαλονίκη;»


Αν λάβουμε όμως υπόψη μας την ιστορική διάσταση της αραβοϊσραηλινής διαμάχης, το υποθετικό παράδειγμα του K. Δ. είναι μάλλον ατυχές. Μια σλαβομακεδονική οργάνωση σήμερα δεν θα μπορούσε να στηρίξει τη δράση της σε μια αρχική αδικία που είναι τόσο προφανής όσο αυτή που έγινε εις βάρος των Παλαιστινίων.


* Αδιέξοδη αντίδραση


Οσο για τη στρατηγική της ισραηλινής κυβέρνησης έναντι της Χεζμπολάχ ο K.Δ. δεν αναφέρει ότι οι βομβαρδισμοί των ισραηλινών πόλεων δεν ήταν η αρχική αιτία της σύρραξης. H αρχική αιτία ήταν η διείσδυση της Χεζμπολάχ σε ισραηλινό έδαφος, ο θάνατος ενός μικρού αριθμού και η αιχμαλωσία δύο ισραηλινών στρατιωτών. H αντίδραση του ισραηλινού στρατού (όταν το αίτημα για την επιστροφή των δύο αιχμαλώτων δεν έγινε δεκτό) ήταν ανελέητοι βομβαρδισμοί που σκόρπισαν τον θάνατο σε εκατοντάδες αμάχους, οδήγησαν στη μαζική φυγή από τις εστίες τους εκατοντάδων χιλιάδων Λιβανέζων, καθώς και στην καταστροφή των υποδομών του Λιβάνου – μιας μικρής χώρας η κυβέρνηση της οποίας, ακόμα και αν το ήθελε, δεν είναι σε θέση να ελέγξει ή να διαλύσει τη Χεζμπολάχ.


Πέρα από την ηθική διάσταση της ισραηλινής αντίδρασης, ο στρατηγικός στόχος της εξουδετέρωσης της Χεζμπολάχ απεδείχθη τόσο ανέφικτος όσο και οι στόχοι της αμερικανικής πολιτικής στο Ιράκ. Και στις δύο περιπτώσεις τα αποτελέσματα ήταν ακριβώς τα αντίθετα από τα αναμενόμενα. Αν στην περίπτωση του Ιράκ η αμερικανική πολιτική δυνάμωσε την αλ Κάιντα, στην περίπτωση του Λιβάνου η ισραηλινή επέμβαση δεν θα πετύχει τίποτα παραπάνω από την ηρωποίηση της Χεζμπολάχ, την ενίσχυση των φονταμενταλιστικών κινημάτων σε όλο τον κόσμο και την αποδυνάμωση των φιλοαμερικανικών αραβικών καθεστώτων. Με άλλα λόγια, όπως η επέμβαση στο Ιράκ οδήγησε την υπερδύναμη σε ένα αδιέξοδο, το ίδιο μάλλον θα συμβεί και με την εισβολή του Ισραήλ στον Νότιο Λίβανο.


* H επίθεση στη Γάζα


Αν η υπέρμετρη ισραηλινή αντίδραση στην πρόσκληση της Χεζμπολάχ οδηγεί σε αδιέξοδο, εξίσου αδιέξοδη είναι και η αμέσως προηγούμενη αντίδραση του Ισραήλ στην πρόκληση της Χαμάς (αιχμαλωσία ενός ισραηλινού στρατιώτη). H άνοδος της Χαμάς στην εξουσία μέσα από μια εκλογική διαδικασία ήταν κατά τη γνώμη μου μια θετική εξέλιξη. Θα μπορούσε να βοηθήσει σημαντικά στη μερική επίλυση του παλαιστινιακού προβλήματος. Με το να γίνει η Χαμάς κυβέρνηση θα αναγκαζόταν σταδιακά (λόγω της απόλυτης ανάγκης οικονομικής βοήθειας από το εξωτερικό) να μετριάσει τη ριζοσπαστική πολιτική της έναντι του Ισραήλ. Ηδη πριν από τους βομβαρδισμούς στη Γάζα, μέλη της Χαμάς που ήταν κρατούμενοι σε ισραηλινές φυλακές, πρότειναν τη λύση συνύπαρξης ενός παλαιστινιακού και ενός ισραηλινού κράτους με την προϋπόθεση της επιστροφής όλων των εδαφών που το Ισραήλ κατέκτησε στον πόλεμο του 1967. Κάτι παρόμοιο προτείνεται και από μερίδα της αντιπολίτευσης μέσα στο Ισραήλ. Αυτή η εξαιρετικά θετική εξέλιξη εξαφανίστηκε μετά από τους ισραηλινούς βομβαρδισμούς στη Γάζα και την αιχμαλωσία ενός σημαντικού αριθμού βουλευτών που πρόσκεινται στη Χαμάς.


* H πολιτική Σαρόν


Και δύο λόγια για τις «ειρηνευτικές» προσπάθειες του Αριέλ Σαρόν. Ο K.Δ. υποστηρίζει πως ο Σαρόν οδηγήθηκε στη δημιουργία ενός νέου κόμματος, ξεπερνώντας έτσι «αγκυλώσεις του παρελθόντος και χαράσσοντας με πίστη και επιμονή την προσπάθεια ακόμα μία φορά, εξεύρεσης μιας λύσης στο πρόβλημα που αντιμετωπίζει το ισραηλινό έθνος».


Στην περίπτωση του Σαρόν όμως δεν πρέπει να ξεχνάμε όχι μόνο την ευθύνη του για τις απίστευτες βαρβαρότητες στη Σάμπρα και Σατίλα, αλλά και το ότι είναι ο κύριος υπεύθυνος για την ανάφλεξη της δεύτερης Ιντιφάντα. Επίσης είναι ο δημιουργός των κυριοτέρων αγκυλώσεων – εμποδίων στην επίλυση του Παλαιστινιακού. Συγκεκριμένα, η πολιτική του οδήγησε στον πολλαπλασιασμό των εποικισμών, στη δημιουργία του περίφημου τείχους, καθώς και στην τελευταία προσπάθειά του να δημιουργήσει έναν κατακερματισμό τύπου Μπαντουστάν του μελλοντικού παλαιστινιακού κράτους.


* Αντισημιτισμός;


Τελειώνοντας, θα ήθελα να αναφερθώ στη συστηματική πρακτική του Ισραήλ να χαρακτηρίζει κάθε κριτική των επιλογών της κυβέρνησής του ως αντισημιτική. Για παράδειγμα, σε πολλά αμερικανικά πανεπιστήμια όπου η εβραϊκή επιρροή είναι σημαντική, ο ελεύθερος διάλογος πάνω στο Παλαιστινιακό έχει σχεδόν καταργηθεί. Αρα στον χώρο της διανόησης, αντίθετα με αυτά που πιστεύει ο Δ.K., δεν είναι η Αριστερά που είναι αντισημιτική. Είναι μάλλον συντηρητικοί κύκλοι εντός και εκτός του Ισραήλ που, με πρόσχημα τον αντισημιτισμό, εξασκούν ψυχολογική βία σε όσους κάνουν κριτική στον τρόπο δημιουργίας και επέκτασης του ισραηλινού κράτους.


Ο κ. Νίκος Μουζέλης είναι ομότιμος καθηγητής της Κοινωνιολογίας στη London School of Economics