Αν ο ανορθολογισμός ορισμένων διανοουμένων έρχεται εύκολα στο προσκήνιο όταν η κριτική τους σκέψη έχει να αντιμετωπίσει ιδιαίτερα ευαίσθητα ζητήματα (βλ. Δ. Δημητράκου, «Το νόσημα του αντισημιτισμού», «Το Βήμα», 16 Ιουλίου 2006), ο κριτικός ορθολογισμός κάποιων άλλων μπορεί να επισημάνει τις ανορθολογικές παρεκτροπές (βλ. N. Βαγενά, «Αντισημιτισμός; ‘H μήπως φιλοσημιτισμός;», «Το Βήμα», 23 Ιουλίου 2006) και έτσι ο «λόγος» σώζεται σε θεωρητικό επίπεδο. Ωστόσο, όταν υπάρχουν εξελίξεις, όπως αυτές στον Λίβανο τις τελευταίες εβδομάδες, το κρίσιμο ερώτημα είναι πλέον κατά πόσον «ο λόγος», η λογική, σώζεται σε επίπεδο πολιτικής, διπλωματίας και διεθνών σχέσεων. H απάντηση είναι μάλλον προφανής. Οταν κριτικοί διανοούμενοι κάνουν σοβαρές εκπτώσεις στον ορθολογισμό τους, μπορούμε να φανταστούμε τι συμβαίνει στο επίπεδο της πολιτικής πρακτικής, όπου οι εθνικές, θρησκευτικές, κοινωνικές ή άλλες διαφορές και αντιπαραθέσεις καθώς και τα κάθε είδους συμφέροντα είναι έτοιμα να συσκοτίσουν την ουσία των πραγμάτων.


H μεταφορά της συζήτησης, που επιχειρούμε, από το ιδεολογικό υπόβαθρο της κρίσης στην πρακτική της αντιμετώπιση απαιτεί και τη μεταπήδηση στο πρακτικό αντίστοιχο του ορθολογισμού, ως κοινά αποδεκτού κριτηρίου για την ορθότητα της ακολουθούμενης πορείας, που δεν είναι άλλο από την κοινή λογική. Είναι γεγονός ότι οι διεθνείς σχέσεις δεν διέπονται αναγκαστικά από τους κανόνες της κοινής λογικής, και αυτό είναι ίσως το μεγαλύτερο πρόβλημα, ή το μεγάλο πλεονέκτημα της Ιστορίας. H αραβοϊσραηλινή σύγκρουση, ωστόσο, που κορυφώνεται μια ακόμη φορά στο ξεκίνημα του 21ου αιώνα, έχει πλέον ανάγκη – και αυτό είναι βέβαια προσωπική άποψη – της κοινής λογικής. Αντί αυτού, όμως, η κοινή λογική ενταφιάζεται καθημερινά μαζί με τις εκατοντάδες των αμάχων. Ας δούμε δύο πολύ πρόσφατα παραδείγματα.


Ο κ. Μπους ενημέρωσε την υφήλιο, με κάθε σοβαρότητα, πριν από λίγες ημέρες ότι αιτία του κακού στη Μέση Ανατολή (MA) είναι η Χεζμπολάχ και αυτοί που την στηρίζουν (Συρία, Ιράν). Στο άκουσμα αυτής της διαπίστωσης επαναστατεί κάτι μέσα μας. Αυτό δεν είναι ούτε η εφηβική μας τάση για μόνιμο απογαλακτισμό ούτε τα απομεινάρια του μεταπολιτευτικού μας αντιατλαντικού συνδρόμου. Είναι η κοινή λογική.


Δεν ανήκω σε αυτούς που θα βιαστούν να ονομάσουν τη Χεζμπολάχ τρομοκρατική οργάνωση, αλλά η δική μου γνώμη επ’ αυτού μικρή σημασία έχει. Το σημαντικό είναι ότι ο δυτικός κόσμος – μάλλον σύσσωμος – την εκλαμβάνει ως τρομοκρατική οργάνωση, ενώ ο αραβικός και γενικότερα ο μουσουλμανικός κόσμος, σχεδόν σύσσωμος πάλι, την θαυμάζει και την θεωρεί οργάνωση πολιτική και επαναστατική. Ακόμη και στην Ιορδανία, στη Σαουδική Αραβία και στην Αίγυπτο, οι οποίες επισήμως ακολουθούν φιλοαμερικανική πολιτική, η συντριπτική πλειονότητα των πολιτών θεωρεί την Χεζμπολάχ απελευθερωτική και όχι τρομοκρατική οργάνωση. Αυτή είναι η πραγματικότητα τώρα. H κοινή λογική απαιτεί να μην αγνοούμε την πραγματικότητα. Τι σημαίνει, όμως, δεν αγνοώ την πραγματικότητα; Σημαίνει ότι δεν την αφήνω έξω από τα ερωτήματα που θέτω και, κυρίως, την λαμβάνω υπόψη στις απαντήσεις μου. Μπορεί μια οργάνωση με τόσο πλατιά λαϊκή υποστήριξη να μην έχει πολιτικό χαρακτήρα; Μήπως η λαϊκή αυτή στήριξη πηγάζει από το γεγονός ότι η οργάνωση έρχεται να αντιμετωπίσει ή τουλάχιστον υπόσχεται να αντιμετωπίσει κάποιο υπαρκτό πρόβλημα; Μπορεί μια τέτοια οργάνωση να εξοβελιστεί ως τρομοκρατική; Κάποιος που θα ήθελε να απαντήσει με ειλικρίνεια στα ερωτήματα αυτά, θα κατέληγε ασφαλώς στο συμπέρασμα ότι η Χεζμπολάχ δεν είναι η αιτία του κακού, αλλά δημιούργημα και αυτή του βασικού προβλήματος της Μέσης Ανατολής, του Παλαιστινιακού. Θα έβλεπε καθαρά ότι αν δεν λυθεί το Παλαιστινιακό, η τρομοκρατία, με ή χωρίς εισαγωγικά, δεν πρόκειται να εκλείψει. Οσο ο λαός έχει ανεκπλήρωτους πόθους, επιθυμίες, οράματα, θα τα εκφράζει πάντα μέσα από τις οργανώσεις του. Και ο λαός αυτός δεν είναι περαστικός· είναι ο λαός που είχε την τύχη ή την ατυχία να είναι δεμένος με αυτή την περιοχή. Μήπως θα έπρεπε λοιπόν η υψηλή διπλωματία να ασχοληθεί σοβαρά με τη ρίζα του κακού και να μην ψάχνει αντίστοιχους άξονες;


H παραπάνω δήλωση του κ. Μπους δεν φάνηκε να προκαλεί ιδιαίτερη έκπληξη, παρ’ όλο που είναι το ίδιο παράλογη όσο και τα γνωστά ανέκδοτα που συσχετίζουν το χρώμα των μαλλιών των γυναικών με το επίπεδο της νοημοσύνης τους!


Ας περάσουμε όμως στο δεύτερο παράδειγμα.


Το παζάρεμα είναι πράξη κοινής λογικής, είτε πρόκειται για το παζάρεμα της τιμής ενός εμπορεύματος είτε πρόκειται για πολιτικές και διπλωματικές διαπραγματεύσεις. H κοινή λογική αναγνωρίζει την ανάγκη για συναίνεση και συμφωνία γιατί γνωρίζει τα όριά της. Αποδέχεται ότι οι διαφορές υπάρχουν για να γεφυρώνονται προς όφελος και των δύο. Το παζάρεμα των τιμών έχει καταργηθεί προ πολλού στις δυτικές κοινωνίες και ο αγοραστής είναι πλέον καταναλωτής που αποδέχεται τα τετελεσμένα. Ευτυχώς, όμως, η ζωή προσφέρει άλλες ευκαιρίες για διαπραγματεύσεις. Σημαντικότερες βέβαια θεωρούνται οι πολιτικές και διπλωματικές διαπραγματεύσεις στη διεθνή σκηνή. Πλησιάζει, όμως, ο καιρός που ίσως ζήσουμε και την δική τους κατάργηση. Παραδοσιακά ο μεσολαβητής έχει την εμπιστοσύνη και των δύο πλευρών και φέρνει προτάσεις που βρίσκονται περίπου στο μέσον της απόστασης που χωρίζει τα δύο μέρη. Ας θυμηθούμε το σχήμα που είδαμε πρόσφατα: οι ΗΠΑ στηρίζουν αναφανδόν πολιτικά, διπλωματικά και στρατιωτικά το Ισραήλ· αναλαμβάνουν οι ίδιες διά της συμπαθούς κυρίας Ράις, χωρίς ίχνος αιδούς, «μεσολαβητική πρωτοβουλία» για την κατάπαυση του πυρός και οι προτάσεις τους ταυτίζονται με τις θέσεις της μιας πλευράς (Ισραήλ). Το θέμα δεν είναι ότι οι ΗΠΑ δεν ήθελαν τη δεδομένη στιγμή διακοπή των εχθροπραξιών. Το μεγάλο πρόβλημα είναι ότι μέσα από αυτή τη μίζερη παράσταση αυτογελοιοποίησης της υπουργού περνάει το μήνυμα ότι η παράσταση είναι ούτως ή άλλως για έναν ρόλο. H κοινή λογική, όμως, δεν είναι έτοιμη να δεχτεί την αυτοκατάργησή της (για να μη μιλήσουμε για ηθική, κάτι που εξαρχής το αποφύγαμε), και γι’ αυτό διαμαρτύρεται όταν αισθάνεται ότι κακοποιείται υποδειγματικά σε τόσο «υψηλό επίπεδο». Εκτός αν η κυρία Ράις εξαγγείλει μαζί με τη δημιουργία της νέας Μέσης Ανατολής και τη δημιουργία μιας «νέας λογικής», η οποία σε μεταβατική φάση θα διέπει τα πράγματα της MA και αργότερα θα τύχει ευρύτερης εφαρμογής!


Θα μπορούσαμε να αναφέρουμε πλήθος άλλων παραδειγμάτων. Τελικά, όμως, πιστεύω πως θα καταλήγαμε σε μια διαπίστωση. H διεθνής πολιτική, όπως βέβαια και η εγχώρια, ασχολείται με τη διαχείριση των προβλημάτων της καθημερινής ζωής και πρέπει να διαπνέεται, πρώτα από όλα, από κοινή λογική. H κοινή λογική ενέχει στοιχεία ηθικής και είναι παράγοντας που ενώνει τους ανθρώπους· οι ιδεολογίες, οι κοσμοθεωρίες, οι θρησκευτικές ή άλλες πεποιθήσεις τούς χωρίζουν. Για την κοινή λογική, μία αξία υπάρχει, υπέρτατη και αδιαπραγμάτευτη, και αυτή είναι ο άνθρωπος.


Ο δρ Δημήτρης Καραδήμας δίδαξε επί μία τετραετία (1998 – 2002) στη Μέση Ανατολή, στο Πανεπιστήμιο της Ιορδανίας (Αμμάν).