Ηταν ο Ιούδας ο Ισκαριώτης προδότης; Χωρούν αμφιβολίες στην κρατούσα εκκλησιαστική άποψη για όσα διαδραματίστηκαν τις τελευταίες ημέρες του Ιησού; Ενα συγκλονιστικό αρχαίο κείμενο, το «Ευαγγέλιο του Ιούδα», ήλθε στο φως για να πει τη δική του εκδοχή και να κριθεί από τον σύγχρονο ιστορικό. Αναφέρεται ως ένα μεγάλης ιστορικής αξίας πρωτοχριστιανικό κείμενο. Η πρώτη γνωστή ιστορική αναφορά στο «Ευαγγέλιο του Ιούδα» έγινε το 180 από τον επίσκοπο Λουγδούνου Ειρηναίο στο σύγγραμμά του Κατά των αιρέσεων. Κατακεραυνώνοντας το κείμενο αυτό ως αποκλίνον από τις κρατούσες εκκλησιαστικές απόψεις, ο Ειρηναίος δίνει και το στίγμα της «ιουδαϊκής» αφήγησης που θέλει τον Ιούδα τον Ισκαριώτη όχι προδότη αλλά αντίθετα ως τον εκλεκτό μαθητή του Ιησού ο οποίος εκτελεί ακόμη και αυτή την ύστατη και ανείπωτα σκληρή εντολή του να τον καταδώσει στους Ρωμαίους. H παρουσίαση του «Ευαγγελίου του Ιούδα» πριν από δύο εβδομάδες πυροδότησε έναν κύκλο συζητήσεων και δημοσιευμάτων. Στο σημερινό αφιέρωμα των «Νέων Εποχών» πέντε πανεπιστημιακοί καταθέτουν την άποψή τους για το κείμενο, για το φιλολογικό – ιστορικό αλλά και χριστιανικό – ιδεολογικό ενδιαφέρον του.


«Με κρατούσες αγκαλιά, θυμάσαι, και με παρακαλούσες: «Πρόδωσέ με, πρόδωσέ με, να σταυρωθώ, ν’ αναστηθώ, να σώσουμε τον κόσμο!»». Αυτά τα λόγια θέτει (εκτός των άλλων) στο στόμα του Ιούδα ο N. Καζαντζάκης στον Τελευταίο Πειρασμό (1950-51), όταν (όπως υποτίθεται) ο παλαιός μαθητής απευθύνεται ύστερα από χρόνια στον δάσκαλό του που ζωντανός, με κάτασπρα γένια, κάθεται κάτω από την κληματαριά της αυλής του. «H προδοσία μου ήταν δικό σου αίτημα, όμως δεν ανέβηκες τελικά στον σταυρό. Εσύ λοιπόν είσαι ο προδότης» φαίνεται να υποστηρίζει ο Ιούδας.


Πρόκειται το δίχως άλλο για μια παράδοξη άποψη διατυπωμένη στο «αιρετικό» μυθιστόρημα του Καζαντζάκη που εξακολουθεί ακόμη και σήμερα να ενοχλεί την επίσημη Εκκλησία της Ελλάδος, αν κρίνουμε από τις αντιδράσεις της κατά την προβολή της ομώνυμης ταινίας του Μ. Σκορσέζε πριν από λίγα χρόνια. Ιδού όμως που αυτή η βλάσφημη άποψη, ότι η προδοσία υπήρξε αίτημα του ίδιου του Ιησού, ακούγεται πάλι τον τελευταίο καιρό. Απαντά ως βασική θέση μέσα στο λεγόμενο Απόκρυφο Ευαγγέλιο του Ιούδα που δημοσιεύθηκε και στα καθ’ ημάς πριν από δύο εβδομάδες (προδημοσίευση «Το Βήμα», 9.4.2006, πβ. επίσης 15.4.2006). Σε αυτό το εξαιρετικά ενδιαφέρον από κάθε άποψη κείμενο (γραμμένο πιθανώς στα τέλη του 3ου αι. μ.X.) παρακολουθούμε έναν αποκαλυπτικό διάλογο ανάμεσα στον Ιησού και στον Ιούδα σύμφωνα με τον οποίο ο μαθητής θα ξεπεράσει όλους τους «βαπτισμένους» επειδή θα αναλάβει να «θυσιάσει» τον δάσκαλο: «Αλλά εσύ» λέει ο Ιησούς στον Ιούδα «θα τους υπερβείς όλους αυτούς. Γιατί εσύ θα θυσιάσεις τον άνθρωπο που με ενδύει. (…) Κοίταξε, σου έχουν ειπωθεί τα πάντα. Σήκωσε τα μάτια σου και κοίταξε στο σύννεφο και το φως που είναι μέσα του και τους αστέρες που το περιβάλλουν. Ο αστέρας που οδηγεί τον δρόμο είναι ο αστέρας σου…».


* Συναρπαστική ιστορία


Πολλοί, ειδικότεροι εμού, έχουν ήδη αναφερθεί στη φιλολογική, θεολογική και θρησκευτική σημασία αυτής της έκδοσης που, μολονότι ελλιπής ακόμη και σε πολλά σημεία αμήχανη, μας αποκαλύπτει και αυτή την εκδοχή της πιο διάσημης προδοσίας μέσα στους αιώνες. Το κυριότερο: επιβεβαιώνει ότι πολλές από τις αιρετικές απόψεις που ο Ειρηναίος, επίσκοπος Λουγδούνου (Λυών) τον 2ο αι. μ.X., καταγγέλλει στο πεντάτομο έργο του Ελεγχος και ανατροπή της ψευδωνύμου γνώσεως περιέχονται στο Ευαγγέλιο του Ιούδα που έμενε κρυμμένο 16 αιώνες στην ασφάλεια της αιγυπτιακής ερήμου. Να που σε αυτή την περίπτωση η Ιστορία μάς στάθηκε ευνοϊκή. H εύρεση του Ευαγγελίου γύρω στα 1970, οι περιπέτειες του ετοιμόρροπου κώδικα, η αποκατάσταση του κειμένου και η ατελής έστω ανάγνωσή του σε συνδυασμό με το «απόκρυφο» περιεχόμενό του έχουν δημιουργήσει μια συναρπαστική ιστορία, ανώτερη από τους γνωστούς «Κώδικες» που μας θαμπώνουν τώρα τελευταία. Τη σπουδαιότητα της εύρεσης αυτής δεν την αρνούνται ούτε οι δικοί μας θεολόγοι, οι οποίοι ωστόσο σπεύδουν να δηλώσουν ότι τα γραφόμενα είναι αποκυήματα φαντασίας, προϊόντα μυθοπλασίας, «παραμύθια» εντελώς αντίθετα από τη θεόπνευστη αλήθεια των «κανονικών» Ευαγγελίων. H αντίδραση της επίσημης Εκκλησίας είναι ακόμη πιο χαρακτηριστική: Εχουμε και εδώ, λένε, άλλη μια συνωμοσία γνωστών ανθελληνικών κύκλων, οι οποίοι μάλιστα πέτυχαν να κυκλοφορήσει το Απόκρυφο Ευαγγέλιο παραμονές του Πάσχα…


* Απόκρυφος λόγος


Σκοπός μας δεν είναι να εμπλακούμε σε θεολογικές συζητήσεις. Αλλωστε δεν είμαστε ειδικοί. Ούτε έχουμε πρόθεση (μέρες που είναι) να προκαλέσουμε τα αισθήματα και να δημιουργήσουμε αμφιβολίες σε όσους πιστούς. Δεν μπορούμε όμως να αγνοήσουμε τη φιλολογική ή καλύτερα τη λογοτεχνική πλευρά αυτού του κειμένου, μολονότι η σύνταξή του (στα ελληνικά αρχικά προτού μεταφρασθεί στα κοπτικά) υπηρετούσε προφανώς μια συγκεκριμένη ιδεολογία, αποτελούσε ενσυνείδητη πολεμική των γνωστικών εναντίον των θέσεων της επίσημης Εκκλησίας των πρώτων χριστιανικών αιώνων. Ο Ελεγχος του Ειρηναίου και άλλων αποδεικνύει αυτή τη βαθύτατη διαμάχη ανάμεσα στους δογματικούς Πατέρες και στους γνωστικούς-αιρετικούς, όπου ανήκει και ο άγνωστος συντάκτης του Ευαγγελίου. Οπως λοιπόν προκύπτει από τις ποικίλες πηγές, τις οποίες το Ευαγγέλιο του Ιούδα έρχεται να επιβεβαιώσει, η κύρια διαφορά των γνωστικών και των Πατέρων του πρώιμου χριστιανισμού έγκειται (εκτός των άλλων) στο εξής: ο Ιησούς δεν ήρθε να σώσει με τη θυσία του τον άνθρωπο, η σωτηρία δεν έρχεται μέσα από τον θάνατο και την Ανάστασή του, έρχεται μέσα από την αποκάλυψη των απόκρυφων γνώσεων που αυτός μεταφέρει. Ετσι, λ.χ., το Ευαγγέλιο περιέχει μεγάλη ποσότητα γνώσεων κοσμολογικής φύσεως που ανάγονται χωρίς αμφιβολία σε πυθαγόρειες και κυρίως πλατωνικές ιδέες. Παρά την αμήχανη μετάφραση, αντιλαμβανόμαστε τη χροιά ενός μυστικού και οιονεί απόκρυφου λόγου που ενυπάρχει στον διάλογο του Ιησού με τον πιο προικισμένο και πιο αγαπητό εν τέλει μαθητή του, τον Ιούδα. Μέσα σε αυτό το «μυστικό» περιβάλλον τοποθετείται και η προδοσία ως μέρος ενός υπαρκτού και «λογικού» σχεδίου: η προδοσία αποτελεί την προϋπόθεση της θυσίας του Ιησού και κατά συνέπεια της επιστροφής του στην εκτός του υλικού κόσμου ζωή, στη θέωση.


* Υπό το πρίσμα της λογοτεχνίας


Κάτω από αυτό το πρίσμα της λογοτεχνίας (αλλά και της λογικής, ελπίζω) η προδοσία του Ιούδα φαίνεται διαφορετική από όσο εμφανίζεται στα θεολογικά και εκκλησιαστικά κείμενα και ως έναν μεγάλο βαθμό στη συνείδηση των αγαθών χριστιανών. Το ενδιαφέρον όμως είναι ότι η σοβαρή λογοτεχνία δεν φαίνεται να συμμερίζεται αυτή τη μανιχαϊστική άποψη για το απόλυτο Κακό (Ιούδας) απέναντι στο απόλυτο Καλό (Ιησούς). H λογοτεχνία βρίσκει πάντοτε τρόπους να τεκμηριώσει «λογικά» αυτή την προδοσία. Τα τριάκοντα αργύρια αποτελούν μια εύκολη και κατανοήσιμη λύση, αλλά εξ όσων γνωρίζω κανείς λογοτέχνης, Ελληνας ή ξένος, δεν αρκέστηκε σε αυτή την απλοϊκή τελικά ερμηνεία. Δες, λ.χ., την ενότητα «H αγωνία του Ιούδα» στους Σκλάβους Πολιορκημένους του Βάρναλη. Το διάσημο φιλί του Ιούδα δεν μπορεί να ερμηνευθεί απλώς και μόνο ως απτό δείγμα προδοσίας: είναι σήμα αμφίσημο, θα λέγαμε, και προϋποθέτει τουλάχιστον οικειότητα, αν όχι αγάπη. Οι μεγάλες ή οι μικρές «προδοσίες» του βίου μας προϋποθέτουν, όπως δηλώνει η ίδια η ζωή, την ύπαρξη κάποιων σχέσεων. H προδοσία διαθέτει πάντοτε ένα βάρος ειδικό. Ασχέτως αν αφορά τον Θεό ή τον άνθρωπο.


Ο κ. Γιώργης Γιατρομανωλάκης είναι καθηγητής της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών.