Οπως το είδαμε την προηγούμενη φορά, ο άνθρωπος στον Καντ μπορεί να γίνει ο ύστατος σκοπός της δημιουργίας μόνο στο μέτρο που είναι ικανός να ορίσει ελεύθερα σκοπούς για τον εαυτό του. Συνοψίζοντας την καντιανή ανάλυση μπούμε να ισχυριστούμε ότι ο ορισμός ελεύθερων σκοπών είναι υπόθεση καλλιέργειας ή κουλτούρας, η οποία, ωστόσο, αρθρώνεται σε δίβαθμη κλίμακα: στην πρώτη βαθμίδα εδρεύουν οι επιθυμίες και οι ορμές που μπορούν να καλλιεργηθούν ως δεξιότητες και, υψηλότερα, στη δεύτερη βαθμίδα, μπορεί να εγκατασταθεί η απελευθερωμένη βούληση ως καλλιεργημένη πειθαρχία. Αν η προηγούμενη διαβαθμισμένη ικανότητα στην καλλιέργεια αφορά τον άνθρωπο εν γένει, το ερώτημα που προκύπτει είναι αν το ίδιο πράγμα ισχύει για τις φυλές των ανθρώπων που υπάρχουν στη γη. Εχουν όλες οι φυλές την ίδια ικανότητα στην καλλιέργεια; Στο σημείο αυτό ακριβώς θα περίμενε κανείς την απάντηση του Καντ αυτομάτως θετική. Το παράδοξο είναι πως κάτι τέτοιο φαίνεται να μην ισχύει.


Αυτό τουλάχιστον προκύπτει από τα κείμενα του φιλοσόφου στα οποία αναφέρεται ο Raphael Lagier στο σημαντικό βιβλίο που αφιέρωσε στις Ανθρώπινες φυλές στον Καντ. Σε ένα από τα κείμενα αυτά, που δεν είναι ιδιαιτέρως γνωστό, καθώς αποτελεί μάθημα του φιλοσόφου στην περιοχή της Ανθρωπολογίας την περίοδο 1781-1782, ο Καντ προτείνει ένα είδος ιεραρχίας των φυλών με κριτήριο την ικανότητά τους στην καλλιέργεια, υποστηρίζοντας ότι οι φυλές που υπάρχουν στη γη είναι τέσσερις. Πρώτος στη σειρά καταγράφεται ο λαός των Αμερικανών – και με τον όρο αυτόν ο Καντ αναφέρεται στους Ινδιάνους – «οι οποίοι δεν είναι ικανοί για καμία διαπαιδαγώγηση ή καλλιέργεια. Δεν έχουν καμία ορμή, γιατί τους λείπει το συναίσθημα και το πάθος. (…) Δεν λένε σχεδόν τίποτα, δεν ενδιαφέρονται για τίποτα, είναι οκνηροί». Τα αρνητικά αυτά γνωρίσματα οφείλονται, κατά κύριο λόγο, στον περιπλανώμενο βίο των Ινδιάνων, δηλαδή σε ένα σφάλμα προσαρμογής: η συνεχής μετακίνηση στον χώρο τούς στερεί, κατά κάποιον τρόπο, την ανάπτυξη των ενστίκτων, απαραίτητη για να ξεκινήσει η ανάπτυξη των ικανοτήτων του ανθρώπου. Ακολουθεί η φυλή των Νέγρων, «η οποία θα μπορούσαμε να πούμε ότι είναι το εντελώς αντίθετο των Αμερικανών». Πράγματι οι Νέγροι «είναι πλήρεις συναισθημάτων και παθών, ζωηροί, φλύαροι, κούφοι». Στα προηγούμενα πρέπει να προστεθεί ότι οι Νέγροι είναι «γεμάτοι ορμές, είναι επίσης ευαίσθητοι, φοβούνται τα χτυπήματα και κάνουν επίσης πολλά πράγματα από υπερηφάνεια». Τα γνωρίσματα αυτά καθιστούν τους Νέγρους ικανούς να δεχθούν μια «διαπαιδαγώγηση, αλλά μια διαπαιδαγώγηση υπηρετών, δηλαδή προσφέρονται για διαταγές». Με άλλα λόγια, η παιδεία που είναι ικανός να δεχθεί ο Νέγρος είναι μόνον εξωτερική, καθώς ο ίδιος δεν μπορεί να αναλάβει την καλλιέργεια της εσωτερικής του φύσης. Στην καλύτερη περίπτωση η εσωτερική φύση του Νέγρου μπορεί να αποτελέσει την πρώτη ύλη για να του επιβληθεί η διαπαιδαγώγηση που ταιριάζει στις ικανότητές του.


Στη συνέχεια ο Καντ αναλύει τη φυλή των Ινδών. Αυτοί «έχουν βεβαίως ορμές αλλά και υψηλό βαθμό αταραξίας. Παρά ταύτα, είναι πολύ επιρρεπείς στον θυμό και στον έρωτα». Τα προηγούμενα χαρακτηριστικά οδηγούν τον Καντ στα συμπεράσματά του ως προς τους Ινδούς: «Οι Ινδοί είναι συνεπώς ικανοί για καλλιέργεια ανώτερου βαθμού αλλά μόνο στις τέχνες, όχι στις επιστήμες. Δεν οδηγούν ποτέ αυτή την καλλιέργεια ως τις αφηρημένες έννοιες. (…) Οι Ινδοί μένουν πάντα αυτό που είναι και δεν θα πάνε πιο πέρα ακόμη κι αν έχουν ήδη αρχίσει να καλλιεργούνται οι ίδιοι». Τα συγκριτικά πλεονεκτήματα του Ινδού είναι προφανή σε σχέση με τις δύο προηγούμενες φυλές. H φυλή αυτή είναι πολύπλοκη γιατί μπορεί να συνδυάζει την αταραξία με τα πάθη αλλά δεν μπορεί να αποσυνδέσει τη χρήση του νου από τους άμεσους στόχους που θέτει η φύση. Κατά συνέπεια ο Ινδός δεν μπορεί να συλλάβει για τον άνθρωπο καθολικούς σκοπούς, δηλαδή σκοπούς που ξεπερνούν αυτό που ο ίδιος αντιλαμβάνεται ως καθημερινή εμπειρία. Ετσι εξηγείται ο ακόλουθος αφορισμός του φιλοσόφου: «Μέγας ανήρ στο Ινδουιστάν είναι ο άνθρωπος που έγινε δάσκαλος στο να ξεγελάει τους άλλους και έχει πολλά χρήματα».


Μένει η τελευταία φυλή: η φυλή των λευκών. Στην προκειμένη περίπτωση ο Καντ είναι εντυπωσιακά λιτός. Δηλώνει ότι δεν θα τη χαρακτηρίσει ειδικά εδώ, όπου θα αρκεστεί μόνο σε μια γενική περιγραφή. Την ακόλουθη: «H φυλή των λευκών εμπεριέχει όλες τις ορμές και όλα τα ταλέντα. (…) Κάθε φορά που έγινε μια επανάσταση την έκαναν λευκοί και οι Ινδοί, οι Ινδιάνοι και οι Νέγροι δεν είχαν καμία συμμετοχή σ’ αυτήν».


Δεν είναι η στιγμή να επιμείνει κανείς περισσότερο στην καντιανή ανάλυση, η οποία μοιάζει να εξαρτά αμέσως την παγκόσμια ιστορία και τις προόδους της αποκλειστικά από τις αρετές της λευκής φυλής. Το μόνο ίσως ερώτημα που θα μπορούσε κανείς να απευθύνει στον συγγραφέα της Κριτικής του Καθαρού Λόγου είναι αν οι Ινδιάνοι, οι Νέγροι και οι Ινδοί θα μπορούσαν όχι να καταλάβουν αλλά να διαβάσουν έστω το έργο του.


O κ Γεράσιμος Βώκος είναι καθηγητής Φιλοσοφίας στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης.