H γρήγορη αφύπνιση και οικονομική ανάπτυξη της Κίνας, ο κατακλυσμός των δυτικών αγορών από φθηνά κινεζικά προϊόντα και η καλλιέργεια της ιδέας ενός «κινεζικού κινδύνου», ο οποίος ενδέχεται να μην είναι μόνο οικονομικός, αποτελούν κοινούς τόπους της πρόσφατης ειδησεογραφίας. H ανάπτυξη αυτή της Κίνας φαίνεται να αναζωπυρώνει, στην περιοχή της Απω Ασίας, πολιτικούς ανταγωνισμούς και εθνικιστικές εξάρσεις. Τον Απρίλιο του 2005, 20.000 Κινέζοι διαδήλωσαν σε πολλές πόλεις της Κίνας, με ταυτόχρονες επιθέσεις εναντίον ιαπωνικών στόχων. Το σύνθημα που κυριαρχούσε στις διαδηλώσεις ήταν «ο πατριωτισμός δεν είναι αμάρτημα», ειρωνική συσχέτιση των κινητοποιήσεων κατά της Ιαπωνίας με τις ιαπωνικές αγριότητες στη διάρκεια της ιαπωνικής κατάκτησης της Κίνας. Αφορμή της κινητοποίησης υπήρξε η επανέγκριση από το υπουργείο Παιδείας της Ιαπωνίας σχολικού εγχειριδίου Ιστορίας για το γυμνάσιο, το οποίο εξέφραζε τον ιαπωνικό αναθεωρητισμό και είχε ακραίες εθνικιστικές θέσεις.


Το «Νέο Εγχειρίδιο Ιστορίας» (Atarashii Rekishi Kyokasho) εκδόθηκε, πρώτη φορά, το 2001 από την Ιαπωνική Εταιρεία για τη Μεταρρύθμιση των Σχολικών Βιβλίων Ιστορίας, μια ακραία συντηρητική οργάνωση που έχει ως στόχο την αναθεώρηση της ιαπωνικής ιστορίας, υποβαθμίζοντας τις ιαπωνικές ωμότητες εναντίον της Κίνας και της Κορέας. Το βιβλίο αυτό πηγαίνει πολύ πιο πέρα από την «οργανωμένη λήθη» – όπως ονομάζει ο Paul Connerton τη λογοκρισία των «ενοχλητικών» αναμνήσεων – και δικαιολογεί την ιαπωνική κατάκτηση των γειτονικών χωρών ως αντίσταση προς τη δυτική επέκταση στην Απω Ασία. Παράλληλα, υποβαθμίζει τη σφαγή του Νανκίν σε «περιστατικό» και αποσιωπά το ζήτημα των «γυναικών αναψυχής» (στο θέμα αυτό αναφέρθηκε διεξοδικά ο «Ιός» της Κυριακάτικης Ελευθεροτυπίας, 27.11.2005). Το εγχειρίδιο χρησιμοποιείται μόνο στο 0,04% των γυμνασίων της Ιαπωνίας αλλά αυτό που έχει σημασία είναι ότι εγκρίθηκε από το υπουργείο Παιδείας το 2001, γεγονός που αποκαλύπτει την πολιτική της ιαπωνικής κυβέρνησης στο θέμα διαχείρισης της ιστορικής μνήμης και επηρεάζει τις σχέσεις της με τις γειτονικές χώρες. Στην ίδια κατεύθυνση ως προς την αντιμετώπιση του ιαπωνικού παρελθόντος κινήθηκε εξάλλου ο πρωθυπουργός Κοϊζούμι επισκεπτόμενος τον ναό Γιασουκούνι στο Τόκιο, ο οποίος είναι αφιερωμένος στα πνεύματα των στρατιωτών που έπεσαν μαχόμενοι υπέρ του ιάπωνα αυτοκράτορα. Στα περίπου δυόμισι εκατομμύρια ονόματα περιλαμβάνονται και εγκληματίες πολέμου, οι οποίοι καταδικάστηκαν και εκτελέστηκαν μετά τον B’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Για τα γειτονικά κράτη, την Κίνα, την Κορέα (Βόρεια και Νότια) και την Ταϊβάν, τα οποία στο παρελθόν υπέφεραν από την ιαπωνική επιθετικότητα και κατοχή, ο ναός αυτός αποτελεί σύμβολο του ιαπωνικού μιλιταρισμού και ακραίου εθνικισμού.


H εθνικιστική αυτή αναδίπλωση δεν προκάλεσε μόνο την αντίδραση της Κίνας και της Κορέας αλλά και ιαπώνων διανοουμένων και ιστορικών, οι οποίοι επιδίωξαν διμερείς συνεργασίες με συναδέλφους τους από τις γειτονικές χώρες έχοντας στόχο μια συνθετική προσέγγιση της ιστορίας της περιοχής. Δημιουργήθηκαν, λοιπόν, αρκετές ομάδες εργασίας, κυρίως με Κορεάτες, οι οποίες διοργανώνουν τα τελευταία χρόνια επιστημονικές συναντήσεις και ετοιμάζουν κοινές δημοσιεύσεις για τη νεότερη και σύγχρονη κυρίως Ιστορία. Το βασικό πρόβλημα στις συνεργασίες αυτές βρίσκεται στον ρόλο θύτη και θύματος, που αποδίδεται στους δύο συνομιλητές – Ιαπωνία και Κορέα – αντίστοιχα. Στην πραγματικότητα, τόσο οι Κορεάτες όσο και οι Κινέζοι επιμένουν να «διορθώσει» η Ιαπωνία τη στρεβλή εικόνα περί Ιστορίας που προβάλλει τόσο μέσω των σχολικών εγχειριδίων της όσο και μέσω της κοινής γνώμης. H Ιαπωνία, από τη δεκαετία του ’70, έχει βεβαίως προβεί σε δημόσιες απολογίες για τις πράξεις της στη διάρκεια των πολέμων, με σημαντικότερη την απόφαση του κοινοβουλίου το 1995, επέτειο των 50 χρόνων από το τέλος του B’ Παγκοσμίου Πολέμου, «να ανανεώσει τη βούληση για ειρήνη βάσει των διδαγμάτων της Ιστορίας». Το 1982, εξάλλου, σε παρόμοια δημόσια δήλωση, η Ιαπωνία είχε αποδεχθεί την ορθότητα της κριτικής για το περιεχόμενο των σχολικών βιβλίων της και είχε υποσχεθεί να προβεί στις απαραίτητες διορθώσεις «σχετικά με την προοπτική της οικοδόμησης φιλίας και καλής θέλησης με τις γειτονικές χώρες».


Τοποθετώντας την Ιαπωνία στη θέση του θύτη ωστόσο, οι γειτονικές χώρες απαλλάσσονται οι ίδιες από οποιοδήποτε μέλημα για αναθεώρηση των δικών τους σχολικών εγχειριδίων. Προσχωρώντας στο «παγκόσμιο πρωτάθλημα των θυμάτων» (σύμφωνα με την έκφραση του Αμος Οζ), Κορεάτες και Κινέζοι θεωρούν ότι η αποκατάσταση της ιστορικής αλήθειας αποτελεί χρέος μόνο του «θύτη» τους. Οι ιάπωνες ιστορικοί υποστηρίζουν από την πλευρά τους ότι η Ιστορία θα πρέπει να απαλλαγεί εν γένει από κάθε μορφή εθνικισμού από όπου και αν προέρχεται. Στις διμερείς συζητήσεις που διεξάγονται, χρησιμοποιείται εργαλειακά η έννοια της Απω Ασίας ως υπερεθνικής ενότητας, η οποία μπορεί να συγκεράσει τις επί μέρους εθνικές ιστορίες. Στόχος είναι είτε να βρεθεί μοντέλο εναλλακτικό προς την εθνική ιστορία είτε να αποδομηθούν οι εθνικές ιστορίες Ιαπωνίας, Κορέας και Κίνας. Σε κάθε περίπτωση, όσο οι εθνικιστικές εκδοχές της Ιστορίας θα κερδίζουν έδαφος στην Ιαπωνία, οι γειτονικοί λαοί θα γίνονται περισσότερο δύσπιστοι και η ιστορική «συμβίωση» πιο δύσκολη.


Η κυρία Χριστίνα Κουλούρη είναι καθηγήτρια Νεότερης Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου.