H δεκαετία του ’60 επιχείρησε να τινάξει στον αέρα τα δεσμά του «προφανούς» και του «αυτονόητου». Να ξαναγράψει την ιστορία της ελληνικής μετεμφυλιακής πραγματικότητας αποσυνδέοντάς την από όσα έμοιαζαν αναπότρεπτα και «φυσικά» γνωρίσματά της. Μιλώ για τον φόβο, τον διχασμό, τη νοθεία, την αυταρχικότητα, την επιφύλαξη, τον εξαναγκασμό στη σιωπή, την ενσωμάτωση της σιωπής αυτής στον καθημερινό λόγο.


Θέλησε να αποφορτίσει την ιστορία του τόπου μας όχι από το κακό αλλά από την «κοινοτοπία του κακού» που την περιέβαλλε. Αν ποτέ τα κατάφερε, με ποιο κόστος και με ποιες εκπτώσεις, με ποιες μεταθέσεις και συμπυκνώσεις, είναι ένα άλλο θέμα.


Το βέβαιο είναι ότι αν το πολιτικό πεδίο σφραγίζεται από το αίτημα εκδημοκρατισμού και τον ανένδοτο αγώνα η σύντομη δεκαετία πάσχισε να είναι ανένδοτη στην επιθυμία της να ξαναγράψει με άλλους όρους την ιστορία.


Ακολουθώντας τη μοίρα των συγκρουσιακά έντονων ιστορικών περιόδων έχεις την αίσθηση ότι είναι δύσκολο να βρεθούν χρονικές αποστάσεις ασφαλείας για να γίνει η αποτίμησή τους. Χρειάζονται όμως αυτές οι αποστάσεις ασφαλείας;


Αν η κοινωνία ήταν ένα ανοιχτό βιβλίο, αν αρκούσε η συρροή πληροφοριών για την αποκρυπτογράφησή της, αν ευσταθούσε αυτός ο άκρατος θετικισμός, τότε και μόνον τότε οι αποστάσεις ασφαλείας για την εκφορά ενός αποστασιοποιημένου, αντικειμενικού, λογιστικού λόγου θα ήταν αναγκαίες. Ομως τότε και το συνέδριο θα ήταν περιττό. Και τούτο γιατί η σύντομη αυτή δεκαετία μάς διαμηνύει και κάτι ακόμα: Πως η κίνηση των ιδεών δεν είναι ούτε ευθύγραμμη ούτε επιδέχεται λογιστική αποτίμηση, αλλά είναι απρόβλεπτη και ακυβέρνητη. Μας επιφυλάσσει νέες και φοβερές εκπλήξεις. Και ιδού το μέγα δώρο της!


Το βιβλίο της ιστορίας εν τέλει δεν είναι ανοιχτό. Λείπουν σελίδες, αλλά υπάρχουν και λευκές, μουντζουρωμένες από την εμπάθεια και την παρανάγνωση σελίδες, ακόμα και σκισμένες σελίδες ή γραμμένες σε μια μυστική γλώσσα. Ολα αυτά ο ερευνητής καλείται να τα αποκαταστήσει, όχι για να παραδώσει ένα άρτιο, ευανάγνωστο βιβλίο, αλλά και για να αναδείξει τη σημασία της απορίας της σιωπής των κενών στην αφήγηση. Για να ιχνηλατήσει τους μηχανισμούς εκείνους που οδήγησαν σε μια τέτοια αέναα συνεχιζόμενη κατασκευή και ανακατασκευή της συλλογικής μνήμης.


Ετσι κι αλλιώς αυτή τούτη η σύντομη δεκαετία δεν συγκροτήθηκε σε ένα αρμονικό περιβάλλον, αλλά εν μέσω αντιθέσεων, συγκρούσεων και αμφιθυμιών πορεύθηκε.


Αναπόφευκτα οι λόγοι που αρθρώνονται για τη δεκαετία του ’60 δεν θεμελιώνονται μόνο στον ορθό λόγο αλλά και στη φαντασία, την προβολή, την εξιδανίκευση, την απώθηση.


Ετσι λοιπόν αποτιμήσεις του θεσμικού πλαισίου, των κομματικών στρατηγικών, των πολιτισμικών διεργασιών, εξιχνιάσεις γκρίζων ή σκοτεινών στιγμών, αποκωδικοποιήσεις, απόπειρες ερμηνείας κοινωνικών δρώμενων, παραγωγή θεωρίας και μέσα από τον διάλογο με συναφείς επιστήμες, όλα αυτά που θα επιχειρήσει το συνέδριο, είναι ιδιαίτερα σημαντικά και, θα προσέθετα, «καθαρκτικά».


Η κυρία Φωτεινή Τσαλίκογλου είναι καθηγήτρια Ψυχολογίας, αντιπρύτανης του Παντείου Πανεπιστημίου.