«Σ’ ΑΥΤΟΝ τον κόσμο, τίποτα δεν είναι βέβαιο, εκτός από τον θάνατο και τους φόρους», έγραφε ο Βενιαμίν Φρανγκλίνος, πριν δυο αιώνες1. Αυτή η αναντίρρητη ρήση επιδέχεται δυο παράπλευρα συμπληρώματα, εξίσου βέβαια. Το πρώτο: «Ο κόσμος χωρίζεται σε δυο κατηγορίες: σ’ εκείνους που πληρώνουν φόρους αλλά δεν έχουν κανένα όφελος απ’ αυτούς, και σ’ εκείνους που δεν πληρώνουν αλλά ωφελούνται τα μέγιστα από τη φορολόγηση των πρώτων». Και το δεύτερο: «Οι φόροι είναι, συχνά, τόσο θανάσιμοι όσο και ο Χάρος».


ΑΥΤΕΣ τις βεβαιότητες ζούμε τώρα στη χώρα μας, και με τη χειρότερη μορφή τους. Οι πολίτες της πρώτης κατηγορίας που ανάφερα, ξυπνάνε κάθε πρωί με το αγωνιώδες ερώτημα, ποιος καινούργιος φόρος θα πέσει στο κεφάλι τους, ποια νέα απομύζηση του αποσαθρωμένου εισοδήματός τους θα επινοηθεί από τους βαθυστόχαστους φορομπήχτες, για να το εκμηδενίσει ολότελα.


Γιατί στη μακάρια τούτη επικράτεια, δεν φτάνει να ελεγχθείς για τις απολαβές σου και να πληρώσεις μια κι έξω τον ανάλογο φόρο. Οι μεγαλόπνευστοι άρχοντές μας έχουν εφεύρει την ιδιοφυή μέθοδο της αλλεπάλληλης αιμοποσίας: Πρώτα, ελέγχεσαι και φορολογείσαι (ακόμα και για ανύπαρκτα κέρδη)… έπειτα, ξαναελέγχεσαι και ξαναφορολογείσαι σαν ύποπτος φοροδιαφυγής… ύστερα, ξανα-ματαελέγχεσαι και ξανα-ματαφορολογείσαι σαν ύποπτος απάτης κατά του Δημοσίου… και πάει λέγοντας και ελέγχοντας και υπεξαιρώντας τους ελάχιστους οβολούς που σου έχουν μείνει μετά το ιοβόλο διπλο-τριπλό κοσκίνισμα…


KI ΟΛΑ αυτά γιατί; Επειδή οι νυν κυβερνήτες μας κατάφεραν, μέσα σε λίγους μήνες, να ξεπουπουλιάσουν την οικονομία μας και να την κάνουν άδειο σακί για εμάς, «παλιόψαθα των εθνών» στα μάτια όλου του κόσμου.


Μιλώντας για τον Τρωικό και άλλους πολέμους, ο ρωμαίος ποιητής Οράτιος έγραφε πριν δυο χιλιάδες χρόνια: «Ολες τις τρέλες των βασιλιάδων τις πληρώνουν οι Ελληνες» («Quidquid delirant reges plectuntur Achivi»2). Βασιλιάδες δεν έχουμε πια – ευτυχώς – όσο ακριβά κι αν τους πληρώσαμε ώσπου να τους απολακτίσουμε. Διαθέτουμε, όμως – δυστυχώς – δαιμόνιους πολιτικούς, που μοναδική τέχνη τους είναι να εξαπολύουν αδιάκοπα λυσσαλέες φορο-επελάσεις εναντίον των ανυπεράσπιστων υπηκόων τους, για να πληρωθούν οι εγκληματικές «πολιτικές» τους (απογραφή και Σία), που αποκλειστικός στόχος τους ήταν, είναι και θα είναι ο ολοκληρωτικός αφανισμός των κομματικών αντιπάλων τους και ο μέχρι σκασμού χορτασμός των κομματικών «κοπελιών» τους.


Αλλοτε, η Δεξιά κράδαινε το σκιάχτρο του (φανταστικού) «εσωτερικού εχθρού», για να δικαιολογεί τους διωγμούς των αντιφρονούντων, αριστερών και «συνοδοιπόρων». Σήμερα, τα πράγματα αντιστράφηκαν: ο πραγματικός εσωτερικός εχθρός όλων των απλών πολιτών κάθε απόχρωσης είναι οι «τσάροι» και οι Ρασπούτιν της οικονομίας που, αντί να κουρεύουν το μαλλί των φορολογούμενων προβάτων, κατακρεουργούν τις σάρκες τους και τις προσφέρουν πεσκέσι στους φεουδάρχες των «μπίζνες»…


ΕΧΟΥΝ, άλλωστε, ένδοξους προγόνους: τη βυζαντινή διοίκηση (για να μην καταφεύγουμε σε αλλοδαπούς).


Και εκεί, ο φοβερός «εσωτερικός εχθρός» ήταν η φορολογία, άγρια και ανελέητη, σε βαθμό παραλογισμού, συχνά. Το κράτος φορολογούσε τους «πληβείους» (μικρεμπόρους, τεχνίτες, αγρότες) και την «κατώτατη τάξη» (τους «πένητες», τον «όχλο», το «άσημον και ευτελές γένος»), ενώ οι μεγαλογαιοκτήμονες φορολογούσαν εξίσου ληστρικά τους αγρότες και μικροαστούς των περιφερειών τους.


(Δείγμα της φορολογικής λογικής, ο φόρος ο αποκαλούμενος «χρυσάργυρος» ή «χρυσαργύριον», που είχε επιβληθεί από τον Κωνσταντίνο A´ «επί των ούρων και της κοπρίας» ανθρώπων και ζώων των πόλεων και της υπαίθρου! Και ήταν τόσο επαχθής, ώστε αρκετοί άποροι γονείς αναγκάζονταν να «εκδίδουν» τις κόρες τους, για να πληρώσουν τους άτεγκτους φοροεισπράκτορες…)


Αυτή η εξοντωτική φορολόγηση – μαζί με την καταπίεση από τους «Δυνατούς» (την «αριστοκρατία των όπλων και του χρήματος») – προκαλούσε «την μεγάλην και μακράν των πτωχών ταλαιπωρίαν, τον πολύν των πενήτων στεναγμόν», που παραδέχονταν ακόμα και αυτοκρατορικοί νόμοι (Νεαρά του 930). Γενικεύοντας, ο κορυφαίος σέρβος βυζαντινολόγος Γ. Οστρογκόρσκυ γράφει: «Ο πλούτος της αυτοκρατορίας και το υψηλό επίπεδο πολιτισμού της είχαν επιτευχθεί εις βάρος των λαϊκών μαζών, που ζούσαν μέσα στην αθλιότητα, χωρίς καμιά προστασία και χωρίς ελευθερία»3.


Αν εμείς υστερούμε από το Βυζάντιο σε «πλούτο και υψηλό επίπεδο πολιτισμού», έχουμε ωστόσο την ευτυχία να το συναγωνιζόμαστε σε αμόκ φορολογίας υπέρ των πλουσίων και σε υψηλότατο επίπεδο φορομπηχτικού σαδισμού…


Ενας άλλος μεγάλος Ρωμαίος, ο Κικέρων, έγραφε, γι’ αυτού του είδους τους νομοθέτες: «Οσοι επιβάλλουν στους λαούς ολέθριους και άδικους κανόνες, καταπατώντας υποσχέσεις και συμφωνίες, κάνουν οτιδήποτε άλλο εκτός από νόμους»4). Και αυτοί οι «εσωτερικοί εχθροί» (οι υποσχεθέντες στους πάντες τα πάντα) δεν καταπολεμούνται με σφαίρες αλλά με «σφαιρίδια» – όπως λέγονταν άλλοτε οι ψήφοι…


………………………………………..


1. Γράμμα στον Leroy (1789). – 2. Επιστολές (20 π.X.), Ι,2,14. – 3. Ιστορία του Βυζαντινού κράτους. Αγγλ. μετάφραση J. Hussey, 1956, 1968, σελ. 33. – 4. De legibus (Για τους νόμους) (52-46 π.X.), ΙΙ,5,11.