Ολοι οι άνθρωποι επιθυμούν την ευτυχία· αυτό είναι σίγουρο. Εξίσου σίγουρο όμως φαίνεται το γεγονός ότι το ανυπέρβλητο εμπόδιο για την κατάκτησή της είναι ο τρόπος με τον οποίο ζούμε. H προφανής αυτή ανακολουθία ανάμεσα στην επιθυμία και στις πράξεις μας εξηγεί ίσως τη σπουδή με την οποία φτιάχνουμε θεωρίες. Ενας από αυτούς που ανησύχησαν – με χιούμορ και αρκετή δόση ειρωνείας, δηλαδή με σοβαρότητα – για τη συχνότητα των θεωριών που προσφέρονται να λύσουν το πρόβλημα της ευτυχίας ήταν ο Πασκάλ. Στόχος του είναι ο έλεγχος της συγκροτημένης φιλοσοφίας του Καρτέσιου, η οποία δίνει τον τόνο στον ορθολογισμό της εποχής. Σύμφωνα με τον τελευταίο, όπως πιστά τον συνοψίζει ο Πασκάλ, η ηθική οφείλει να καθορίσει με ποιον τρόπο πρέπει να ενεργήσουμε ώστε η ψυχή, τόσο καθαυτή όσο και στο μέτρο που είναι ενωμένη με το σώμα, να αποκτήσει όλη την ικανοποίηση για την οποία είμαστε ικανοί σε τούτη τη ζωή. Επειδή όμως τα πάθη ενδέχεται να οδηγήσουν τους ανθρώπους σε εσφαλμένες εκτιμήσεις ως προς την αξία των πραγμάτων που συμβάλλουν στην ευτυχία, ο λόγος είναι αυτός που καλείται να εκτιμήσει στη σωστή τους αξία όλα εκείνα τα αγαθά των οποίων η κτήση οδηγεί στην επίτευξη της ευτυχίας. Στην προοπτική αυτή οι ηδονές πρέπει να μετρηθούν από το «μέγεθος της τελειότητας που τις παράγει», δηλαδή από τις αιτίες τους που πρέπει να γνωρίσουμε με σαφήνεια και ευκρίνεια. Απλούστερα: ο λόγος μπορεί να τιθασεύει τα πάθη στο μέτρο που τα γνωρίζει και μάλιστα να τα μετατρέψει, με όργανο τη βούληση, σε εργαλεία της ευτυχίας.


Ολοι ή σχεδόν όλοι οι φιλόσοφοι πριν από τον Πασκάλ είχαν αποδεχθεί, ο καθένας με τον τρόπο του, ότι η ανθρώπινη πράξη θεμελιώνεται σε ένα είδος συνεργασίας του νου με τη βούληση και ότι στη συνεργασία αυτή ο πρώτος ρόλος ανήκει στον λόγο. Ο νους συνδέει μεταξύ τους τις παραστάσεις και τις ιδέες υπό μορφή κρίσεων και η βούληση, μόλις η σύνδεση εμφανιστεί ή αποδειχθεί βέβαιη ή αναγκαία, συναινεί, δεν μπορεί παρά να συναινέσει. Στο σημείο αυτό ακριβώς ο Πασκάλ έχει μερικές απορίες, οι οποίες πολύ σύντομα παίρνουν τη μορφή σοβαρών αντιρρήσεων. Είναι απολύτως βέβαιη η παντοδυναμία του λόγου σε σχέση με τη βούληση; H δύναμη της βούλησης – αν υπάρχει – είναι πάντα και μόνο καπρίτσιο; Μήπως θα έπρεπε να αποδοθεί ένα είδος οντολογικής διάστασης στη βούληση, ώστε να την πάρουμε επιτέλους στα σοβαρά αυτήν καθεαυτήν αντί να τη θεωρούμε μονίμως υποτελή στον νου; Ο Πασκάλ πάντως δεν βιάζεται να φτιάξει θεωρία, τουλάχιστον με τη συνηθισμένη σημασία που αποδίδουμε στον όρο. Προσηλώνεται, αντίθετα, στην παρατήρηση της εμπειρικής πραγματικότητας, σε αυτό που βλέπει να ξετυλίγεται μπροστά στα μάτια του, αποδίδοντας ίσως στη θεωρία την ετυμολογική της σημασία.


Και τι βλέπει; Μόλις οι άνθρωποι που επιθυμούν και κυνηγούν ένα πράγμα το κατακτήσουν μένουν σαν αποσβολωμένοι, η ευτυχία τους διαρκεί για πολύ λίγο και μεταβάλλεται, σχεδόν την άλλη ημέρα, σε ανία, η οποία βρίσκεται πολύ κοντά στην αηδία, που οδηγεί με τη σειρά της στην απελπισία. Παράξενος ο δρόμος της ευτυχίας αν οδηγεί από την επιτυχία στην απελπισία. Είναι προφανές ότι η πορεία αυτή πρέπει να ανατραπεί. Αν ο λόγος είχε την ισχύ που του αποδίδουμε, η ανατροπή θα ήταν σχετικά εύκολη: ο καθένας θα ήταν ικανοποιημένος με αυτά που έχει επιτύχει. Τα πράγματα όμως, δυστυχώς, δεν είναι έτσι. Τοποθετούμε πάντα την ευτυχία στο μέλλον, για τον απλούστατο λόγο ότι «η βούληση δεν ικανοποιείται ποτέ». Ετσι αυτός που είχε εναποθέσει την ευτυχία του στον πλούτο τώρα που έγινε πλούσιος δεν θα ησυχάσει γιατί θέλει περισσότερα. Ο άλλος που ονειρεύεται αξιώματα, καταξιωμένος δεν ηρεμεί, γιατί θέλει να γίνει βασιλιάς και βλέπουμε. Αλλά υπάρχει και ο τρίτος, αυτός που επιθυμεί τη γνώση: θέλει να βρει το ύστατο μυστικό και τότε πιστεύει ότι θα έχει κατακτήσει την ευτυχία. Σε όλες τις περιπτώσεις η δύναμη της βούλησης είναι τέτοια που καταφέρνει να μετατρέψει την τωρινή απογοήτευση σε μελλοντική ελπίδα, αποκρύπτοντας το γεγονός ότι η μελλοντική ικανοποίηση αναπαράγει την απογοήτευση του παρελθόντος. Ισως είμαστε έτσι φτιαγμένοι που «να μην αναζητούμε ποτέ τα πράγματα, αλλά την αναζήτηση των πραγμάτων». Ή με άλλα λόγια, που είναι τα ίδια, «δεν μας ενδιαφέρει το θήραμα, αλλά το κυνήγι». Με τόσους άσους στο μανίκι η βούληση περιπαίζει τον λόγο, κυρίως όταν πρόθυμα του παραχωρεί την πρώτη θέση. Ετσι μπορεί να διαβάσει κανείς την αινιγματική φράση του Πασκάλ που θέλει «την αληθινή φιλοσοφία να περιπαίζει τη φιλοσοφία».


Ο κ. Γεράσιμος Βώκος είναι καθηγητής Φιλοσοφίας στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης.