H ελληνική εργατική τάξη περνάει δύσκολες μέρες. H εποχή που αρχίζει τώρα θα είναι δυσκολότερη και θα έχει δύο πλευρές, κακές και οι δύο: συνεχείς τάσεις για αύξηση της ανεργίας και αντίστοιχες συνεχείς τάσεις για πτώση των πραγματικών μισθών.


Οι αιτίες για τις ανεπιθύμητες αυτές εξελίξεις είναι τρεις: Πρώτον, η έξοδος του ελληνικού κεφαλαίου προς τις γειτονικές χώρες και η ταυτόχρονη απουσία ξένων επενδύσεων στη χώρα μας. Δεύτερον, η παρουσία χιλιάδων μεταναστών στη χώρα μας, των οποίων ο αριθμός δεν φαίνεται να μειώνεται παρά την πτώση του ρυθμού ανάπτυξης της οικονομίας. Τρίτον, η μεγάλη αύξηση των εισαγωγών από χώρες στις οποίες το κόστος παραγωγής είναι χαμηλότερο από ό,τι στη χώρα μας και στις άλλες χώρες της EE. Αυτό σημαίνει ότι η ελληνική εργατική τάξη βρίσκεται σε άμεσο και έμμεσο ανταγωνισμό με τους εργάτες άλλων χωρών. Το αποτέλεσμα αυτού του ανταγωνισμού θα είναι η πτώση των πραγματικών μισθών ή η άνοδος της ανεργίας ή και τα δύο, εκτός βέβαια αν υπάρξουν αντίρροπες ισχυρές δυνάμεις.


H αντίθεση κεφαλαίου – εργασίας αναμένεται να ενταθεί με πιθανότατο νικητή, προς το παρόν, το κεφάλαιο. H πρόσφατη νομοθεσία για την απελευθέρωση του ωραρίου δείχνει ακριβώς αυτό. Το διεθνές πλαίσιο μέσα στο οποίο εκδηλώνεται πλέον η ταξική αντίθεση κεφαλαίου – εργασίας είναι τέτοιο που δεν αφήνει περιθώρια ελιγμών στην εργατική τάξη της χώρας. H παγκοσμιοποίηση, της οποίας τα αποτελέσματα γίνονται τώρα αισθητά και στη χώρα μας, φέρνει σε άμεση αντιπαράθεση την εργατική τάξη των χωρών του Τρίτου κόσμου και των γειτονικών χωρών, όπου το ημερομίσθιο είναι πολύ χαμηλότερο από ό,τι στη χώρα μας, με την ελληνική εργατική τάξη. Οι διεθνείς δυνάμεις που ασκούνται στις επί μέρους εθνικές αγορές εργασίας είναι τόσο ισχυρές που οι αντιδράσεις των εργατικών ενώσεων κάθε χώρας είναι δύσκολο να έχουν αισθητό και θετικό γι’ αυτές αποτέλεσμα.


Οι αντιδράσεις σε αυτές τις εξελίξεις της παρούσας φάσης της παγκοσμιοποίησης πρέπει να είναι συλλογικές για να έχουν κάποιο αποτέλεσμα, όπως π.χ. η αντίδραση της Ευρωπαϊκής Ενωσης κατά της απεριόριστης εισαγωγής προϊόντων υφαντουργίας από την Κίνα. Αυτό ήταν αίτημα όλων των βιομηχάνων όλων των χωρών της EE. Επίσης αξίζει να σημειωθεί ότι η μακροχρόνια πίεση των Ηνωμένων Πολιτειών επί της κυβέρνησης της Κίνας, για να ανατιμήσει το νόμισμά της έναντι του δολαρίου ώστε να μειωθούν οι κινέζικες εξαγωγές προς τις ΗΠΑ, έφερε ένα μάλλον ασήμαντο αποτέλεσμα. H Κίνα ανατίμησε το νόμισμά της κατά 2%, πράγμα που θα έχει ελάχιστη επίπτωση στη σχέση εισαγωγών – εξαγωγών μεταξύ των δύο χωρών. Αυτά τα δύο παραδείγματα δείχνουν σαφώς ότι οι δυνάμεις της παγκοσμιοποίησης είναι τόσο ισχυρές που δεν μπορούν να αντιμετωπισθούν με μεμονωμένες προσπάθειες.


Μέσα στις παρούσες συνθήκες της παγκόσμιας οικονομικής συγκυρίας, η ελληνική εργατική τάξη δεν μπορεί να δώσει ευνοϊκές γι’ αυτή λύσεις, επί τη βάσει της αντιπαράθεσης με το κεφάλαιο και το κράτος. Οι απεργίες και οι άλλες εκδηλώσεις μπορούν να ενισχύουν την ενότητα και την αγωνιστική θέληση της εργατικής τάξης, αλλά δεν αποτελούν λύση. Οπως επίσης δεν αποτελεί λύση η μονομερής διευθέτηση των προβλημάτων που ανακύπτουν στην αγορά εργασίας, από την εργοδοσία ή από το κράτος. H παρούσα κατάσταση είναι τόσο δύσκολη, που η λύση δεν μπορεί να βρεθεί μέσω συγκρούσεων, οι οποίες μάλλον χειροτέρευση της κατάστασης θα προκαλέσουν.


H κρισιμότητα αυτής της εποχής απαιτεί μια συλλογική εθνική διαπραγμάτευση που θα θέσει στόχους, θα προτείνει μέσα επίτευξης και θα επιμερίσει τα προσδοκώμενα οφέλη.


Ο κ. Θεόδωρος Π. Λιανός είναι καθηγητής Πολιτικής Οικονομίας στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών.