Πέρασαν τα 800 τα τοπία που έχουν περιληφθεί στον κατάλογο της παγκόσμιας κληρονομιάς της Ουνέσκο, ύστερα από τις αποφάσεις της σχετικής Επιτροπής, που συνεδρίαζε επί μιαν ολόκληρη εβδομάδα (από το πρωί μέχρι, κάποιες φορές, και τα μεσάνυχτα) στο νοτιοαφρικανικό λιμάνι του Ντέρμπαν.


Από τα τοπία αυτά 628 είναι πολιτιστικά, 160 φυσικά και 24 μεικτά σε 137 κράτη-μέλη του παγκόσμιου πολιτιστικού Οργανισμού των Ηνωμένων Εθνών. Και την ίδια ώρα 1.500 ακόμη τοπία, που έχουν ενταχθεί στους ενδεικτικούς καταλόγους των εθνικών κρατών-μελών, περιμένουν τη σειρά τους για να προστεθούν στον παγκόσμιο κατάλογο της Ουνέσκο.


Ποιαν αξία μπορεί να έχει αυτή η «εγγραφή», για την οποία δίδονται σκληρότατες μάχες, όταν ο κατάλογος αυξάνεται κάθε χρόνο κατά 25-30 τοπία; Πόσο υπαρκτός είναι ο κίνδυνος της απαξιώσεώς του, όταν σε λίγα χρόνια τα τοπία που θα περιλαμβάνονται στον κατάλογο θα ξεπεράσουν τα 1.000 και αργότερα ίσως τα 1.500 ή και τις 2000; Μήπως η Ουνέσκο έχει κιόλας καταστεί ή σύντομα θα καταστεί θύμα της επιτυχίας της διεθνούς συμβάσεως του 1972 για την προστασία της παγκόσμιας πολιτιστικής και φυσικής κληρονομιάς; Είναι ακόμη εφικτό να τεθούν, έστω και τώρα, κάποια όρια για τις εντάξεις στον περίφημο πια αυτόν κατάλογο και τα όρια να γίνουν σεβαστά;


Τα ερωτήματα που σημειώθηκαν δεν φάνηκε ωστόσο να αποθαρρύνουν τα κράτη-μέλη της Ουνέσκο ούτε να περιορίζουν τις φιλοδοξίες τους να προσθέσουν και άλλα ακόμη τοπία στον κατάλογο. Θέτοντας ζήτημα εθνικής υπερηφάνειας, κράτη που δεν εκπροσωπούνται στον κατάλογο αυτόν δεν έπαυσαν να ασκούν κάθε δυνατή πολιτική πίεση ώστε και κάποιο δικό τους μνημείο να περιληφθεί. Ορισμένοι μάλιστα εκπρόσωποί τους ανέπτυξαν και τη θεωρία της ισογεωγραφικής κατανομής (!..), ωσάν ο Θεός, οικοδομώντας τον κόσμο, να είχε φροντίσει και για δίκαιη κατανομή των μνημείων στις διάφορες γωνιές του.


Σε κάθε περίπτωση, κάπως, η γενικότερη αντίληψη που δείχνει να εξακολουθεί να επικρατεί συνδέει την «εγγραφή» των μνημείων στον κατάλογο της Ουνέσκο με πολιτιστική, οικονομική και τουριστική ανάπτυξη, ενώ προσθέτει ασφαλώς και στην αντιμετώπιση των δύσκολων προβλημάτων προστασίας τους. Με την αντίληψη αυτήν η «πρωταθλήτρια» στις εντάξεις μνημείων Ιταλία πρόσθεσε εφέτος και τις κάποτε ελληνικές Συρακούσες στον κατάλογο και η Γαλλία την πολύ πιο συζητούμενη περίπτωση της Χάβρης, με την έννοια της μοντέρνας αρχιτεκτονικής ανοικοδομήσεώς της μετά τον πόλεμο, σε σχέδια του Ογκύστ Περέ. H Ελλάδα έχει σταματήσει να υποβάλει υποψηφιότητες και άλλων μνημείων της για τον κατάλογο (έχουν περιληφθεί πάντως 16) από το 1999.


Ο γενικότερος προβληματισμός παραμένει, εν τούτοις, έντονος και χρειάζεται και εμάς ιδιαίτερα να απασχολήσει. Οσοι παρακολουθήσαμε ως παρατηρητές από κοντά τις ατέλειωτες συνεδριάσεις της Επιτροπής Παγκόσμιας Κληρονομιάς στο Ντέρμπαν (η Ελλάδα μετείχε σε αυτή την Επιτροπή από το 1997 ως το 2003) φύγαμε από τη Νότια Αφρική με περισσότερα ερωτήματα παρά απαντήσεις στα προβλήματα.


Είχε προηγηθεί μια έκτακτη συνάντηση εμπειρογνωμόνων στο Καζάν της Ρωσίας τον Απρίλιο, σε μια καινούργια προσπάθεια να αναζητηθούν απαντήσεις σε αυτά τα ερωτήματα. H έννοια της εξέχουσας παγκόσμιας αξίας των μνημείων, που έχει συνδεθεί από τη σύμβαση με την εγγραφή τους στον κατάλογο, αποδείχθηκε δύσκολο να προσεγγισθεί. Ποιαν ερμηνεία θα έπρεπε να προκρίνουμε, αναρωτήθηκε η Σούζαν Κάμερον, πρώην πρόεδρος της Επιτροπής Παγκόσμιας Κληρονομιάς. Τα καλύτερα από τα καλύτερα τοπία ή τα πιο αντιπροσωπευτικά από τα καλύτερα, προς τα οποία μάλλον έχουμε τείνει; Τα κριτήρια φαίνεται να έχουν χαλαρώσει, αλλά τα συμπεράσματα της συναντήσεως του Καζάν δεν κατορθώθηκε να συζητηθούν στο Ντέρμπαν.


Το μεγάλο θέμα παραμένει έτσι ανοιχτό. Και με τον ένα ή τον άλλο τρόπο η συζήτηση στην Ουνέσκο θα συνεχισθεί. H Ελλάδα των μνημείων και της μεγάλης πολιτιστικής παραδόσεως δεν οφείλει να προσφέρει και τη δική της συμβολή;


Ο κ. Γιώργος N. Αναστασόπουλος είναι πρεσβευτής της Ελλάδας στην Ουνέσκο.