H υπεράσπιση της εθνικής μας ασφάλειας και των ζωτικών μας συμφερόντων περνάει μέσα από την Ουάσιγκτον. Συνεπώς η προώθηση υγιών και τίμιων ελληνοαμερικανικών σχέσεων πρέπει να αποτελεί κύριο στόχο της υψηλής στρατηγικής μας.


Στο ελληνοαμερικανικό ισοζύγιο η λιποβαρής πλευρά υπήρξε πάντοτε η αμερικανική. H Ελλάς εξεπλήρωνε αείποτε τις συμμαχικές της υποχρεώσεις τοις μετρητοίς. Αλλά ήταν πάντοτε το θύμα καταπιέσεων για υποχωρήσεις και παραχωρήσεις υπέρ τρίτων προς εξυπηρέτηση ευρυτέρων ατλαντικών συμφερόντων (διάβαζε: Σεπτεμβριανά, Ζυρίχη, Αττίλας, Ιμια κτλ.).


H ανάγκη να τροχιοδρομηθούν οι σχέσεις αυτές στη φυσική τους τροχιά της αμοιβαιότητας και της κοινής ωφέλειας είναι προφανής. Αλλωστε δεν υπάρχει ισχυρότερος δεσμός από το κοινό συμφέρον. «Είπερ βεβαιότατον το ταυτά ξυμφέροντα και πόλεσι και ιδιώταις είναι» (Θουκυδίδης A 124). Εξάλλου τα καλώς νοούμενα αμερικανικά συμφέροντα πάντοτε ήταν συμβατά με τα ελληνικά. Συχνά ωστόσο η ελλαδική εφεκτικότητα και ο υποβόσκων ενδοτισμός μας επέτρεπε στους Αμερικανούς την ετεροβαρή ικανοποίησή τους.


H συνάντηση Μπους – Καραμανλή έδειξε ότι υπάρχουν πράγματι οι προϋποθέσεις ώστε οι σχέσεις των δύο χωρών να κινηθούν εφεξής σε υγιή πλαίσια αμφοτεροβαρών δεσμεύσεων.


H δήλωση Μπους: «H Ελλάδα είναι σοβαρός στρατηγικός εταίρος» και οι ανάλογες υψηλών αξιωματούχων: «σύμμαχος-κλειδί» δεν ανήκουν στο σύνηθες λεξιλόγιο διπλωματικής αβρότητας. Απηχούν κατ’ αρχήν μια νέα στάση απέναντί μας. H εμπέδωσή της όμως χρειάζεται μια δυναμική, αταλάντευτη και διεκδικητική ελληνική στρατηγική η οποία «προσφέρει» αλλά και «εισπράττει». H γεωστρατηγική και γεωπολιτική αξία της Ελλάδος επαναπροσδιορίζεται. Και μεγεθύνεται αυτομάτως. Εξαιτίας της αμερικανοτουρκικής κρίσης που δεν είναι πρόσκαιρη αλλά λόγω του ιρακινού Κουρδιστάν μόλις αρχίζει και άγνωστον αν, πότε και πώς τελειώνει.


H Ελλάδα επιβάλλεται και δικαιούται να παρουσιάσει μιαν άλλη πολιτική. Μπορεί να αναλάβει «ρόλους» και με αίσθηση δυνάμεως και τόλμη να αρχίσει αμέσως να τους «παίζει».


Οι ΗΠΑ δείχνουν να μας αναγνωρίζουν πολυπεριφερειακή αποστολή. Ιράκ και Παλαιστίνη βρίσκουν βαθύτατα αποκλίνοντα τα συμφέροντα Αγκυρας – Ουάσιγκτον. Γεφύρωση χάσματος μη προβλέψιμη. Ισχυρό Ιράκ = ισχυρότερο ιρακινό Κουρδιστάν. Εξομάλυνση συροϊσραηλινών σχέσεων αχρηστεύει τουρκοϊσραηλινό άξονα. Ωστόσο η απόκλιση των στρατηγικών συμφερόντων που παρατηρείται στη Μέση Ανατολή δεν διαχέεται αυτόματα σε Κυπριακό, Αιγαίο και Ελληνοτουρκικά. Οι ΗΠΑ χρειάζονται την Τουρκία για την όποια ανάσχεση της Ρωσίας στην Υπερκαυκασία. Επομένως η Αγκυρα θα εξακολουθήσει να μας εκβιάζει στρατιωτικά, ενώ αρνητικά δημοψηφίσματα και γερμανικές εκλογές αναστέλλουν την ενταξιακή πορεία της.


H εξωτερική μας πολιτική είναι ώρα να εγκαταλείψει την αμυντική της νοοτροπία και να αποκτήσει αντεπιθετικό προσανατολισμό.


Πρέπει και μπορούμε να πείσουμε ότι: πρώτον, η ένταξη της Κύπρου άλλαξε τα δεδομένα. H λύση που επιβάλλεται τώρα είναι η ευρωπαϊκή λύση. Το μακαρία τη λήξει Σχέδιο Αναν ανήκει στο παρελθόν.


Δεύτερον, η πρόταση Νίμιτς δεν λαμβάνει υπόψη της ότι η ψευδώνυμη γείτων τελεί υπό προθεσμία και, όπως υποστηρίζουν οι εντός αυτής αλβανοί εταίροι, όνομα, δομές, σύνταγμα τελούν υπό αναθεώρηση, ενώ η Ελλάς έχει πολλαπλές δυνατότητες πίεσης.


Τρίτον, οι κλιμακούμενες στρατιωτικές δραστηριότητες της Τουρκίας στο Αιγαίο ευτελίζουν ΝΑΤΟ, EE και ΗΠΑ. Ο κατευνασμός όξυνε αντί να αμβλύνει την τουρκική επιθετικότητα.


Στην Ουάσιγκτον ο Πρωθυπουργός πήγε καλά. Αλλά μόνον η στήριξη των «συμφωνηθέντων» από ένα ισχυρό λόμπι, που έπρεπε να γίνει «χθες», θα αποδώσει καρπούς.


Ο κ. Στέλιος Παπαθεμελής είναι βουλευτής και πρώην υπουργός.