ΦΡΙΤΤΕΙ και απορεί το πανελλήνιο για τους κληρικούς άθλους, που αποκαλύπτονται μέρα με τη μέρα αθλιέστεροι. Τη φρίκη την καταλαβαίνω – την απορία, όχι. Επειδή όλοι ξέρουμε (ή θα έπρεπε να ξέρουμε) πως οι αθλιότητες που καταγγέλλονται κρουνηδόν, δεν αποτελούν πρωτόγνωρα κρούσματα στο σώμα της Εκκλησίας. Αντίθετα, συνεχίζουν μια μακρότατη παράδοση, που έχει αιώνες κι αιώνες ταλανίσει πιστούς και μη, και έχει ευτελίσει τον εκκλησιαστικό θεσμό. Και η Εκκλησία τηρεί πιστά τις παραδόσεις…


Διά του λόγου το αληθές, δεν χρειάζεται ν’ ανατρέξω σε πολύ παλιούς καιρούς. θα περιοριστώ στους δυο τελευταίους αιώνες – της προεπαναστατικής και της ελεύθερης Ελλάδας – και σε κάποια κείμενα (πολύ γνωστά άλλοτε, ξεχασμένα – φοβάμαι – σήμερα) που καταδείχνουν ότι το Ιερατείον πολύ συχνά μετατρέπεται σε τερατείον, σε γεννήτρα και τροφό τεράτων και τερατουργημάτων.


ΠΡΙΝ δύο ακριβώς εκατονταετίες, το 1806, η έξοχη «Ελληνική Νομαρχία – ήτοι Λόγος περί ελευθερίας», παρ’ «ανωνύμου του Ελληνος»1, οδυρόταν:


«Ω γλυκύτατε Ιησού! Ω δίκαιοι Απόστολοι! Ω φιλόσοφοι Πατέρες! Πού είσθε την σήμερον να ιδήτε τους απογόνους σας, και να συγκλαύσητε, μαζί με όσους την αλήθειαν γνωρίζουσι, διά την αθλιότητά τους;… Εσείς εδιωρήσατε τας ελεημοσύνας, διά να στερεώσητε την αρετήν, αυτοί δε αρπάζουσι και από πλουσίους και από πτωχούς, όσα περισσότερα δυνηθώσι… Εσείς εκηρύξατε την ομόνοιαν, την αδελφότητα, την ομοιότητα [ισότητα] και την ελευθερίαν, αυτοί δε διδάσκουσι με τα παραδείγματά των το εναντίον. Εσείς, τέλος πάντων, είχετε την αρετήν διά οδηγόν, αυτοί έχουσι τα χρήματα» (Δ, 40).


Και ο Αδαμάντιος Κοραής υπερθεμάτιζε:


«Οσοι μετέβαλον τους οίκους προσευχής εις σπήλαια ληστών… πωλούντες ανερυθριάστως και μυστήρια και ευλογίας και αυτάς τας προς τον Θεόν ικεσίας… όσοι νομίζουσι τον βίον αβίωτον, αν δεν τρυφώσιν [χαροκοπούν] ως Σαρδανάπαλοι… περιέρχονται, ως λιμώττοντες λύκοι, τας επαρχίας, διά να αρπάζωσιν ανηλεώς από των πεινώντων χριστιανών τα στόματα τον ολίγον εκείνον άρτον, τον οποίον και αυτή των Τούρκων η απληστία εντρέπεται να αρπάση»2…


Ενώ η (περίπου σύγχρονη της «Νομαρχίας») ανώνυμη σάτιρα «Ρωσσοαγγλογάλλος» παρουσιάζει έναν Μητροπολίτη να «εκθέτει» σε τρεις ξένους περιηγητές (έναν Ρώσο, έναν Αγγλο κι ένα Γάλλο) τη «φιλοσοφία» του, τον καιρό της υπόδουλης Ελλάδας:


«Εγώ τον ζυγόν [τη σκλαβιά] δεν τον γνωρίζω / ούτε ξεύρω να τον νομίζω /


Τρώγω, πίνω, ψάλλω με ευθυμίαν / δεν υποφέρω ποτέ τυραννίαν /…


Αυτή του Τούρκου η τυραννία / σ’ εμέ είναι ζωή μακαρία. /


Αφού το ράσο τούτο φόρησα / πλέον τινά ζυγόν δεν γνώρισα. /


Δύο ποθώ, ναι, μα τες εικόνες / άσπρα [λεφτά] πολλά και καλές κοκόνες [ομορφογυναίκες] /


Περί δε της Ελλάδος, που λέτε / δεν με μέλει κι αν τυραγνιέται».


Εμβαθύνοντας, ο Κοραής «ερμηνεύει» την ψυχολογία των τοιούτων κληρικών και συνοψίζει:


«Επαρατηρήθη και σήμερον ακόμη το από την ιστορίαν προ πολλού αποδεδειγμένον, ότι τα ψυχικά πάθη εις τους ιερωμένους πλέον παρά εις τους κοσμικούς εξάπτονται, και γίνονται θηριωδέστερα, αφού μίαν φοράν λάβωσιν είσοδον εις τας ψυχάς των… Ο φίλαρχος ιερωμένος καταντά φονικός τύραννος, ο φιλόπλουτος αισχροκερδής γόης, και ο φιλήδονος γίνεται ίππος θηλυμανής»3.


Σε πολύ νεότερη εποχή, ο διακεκριμένος θεολόγος-φιλόσοφος και καθηγητής της Θεολογικής Σχολής του εδώ Πανεπιστημίου, Χρήστος Ανδρούτσος, στο βιβλίο του «Σύστημα ηθικής» (1925), στηλίτευε την «ιερή» χρηματολαγνεία.


«H τοιαύτη καθόλου [γενική] προς το χρήμα τάσις, αναπτυχθείσα κατά τα τελευταία έτη, απέβη, ιδίως μετά τον πόλεμον, φοβερά νόσος, των πάντων φερομένων σήμερον ακαθέκτως προς την αισχροκέρδειαν και την πλεονεξίαν (σελ. 211-212).


Ο ΧΩΡΟΣ δεν επιτρέπει να συνεχίσω το δυσώδες αυτό ανθολόγιο. Ούτε να παραθέσω καταλόγους με ονόματα πλείστων όσων αρχιμανδριτών, ιερέων, διακόνων, μοναχών, που έχουν καθαιρεθεί για (κατά λέξη) «κιναιδισμό», «ομοφυλοφιλία» (τα αμαρτωλά «κουσούρια», κατά τον Μακαριώτατο), «πορνεία», «παράνομες συμβιώσεις», «κλοπές» κλπ., κλπ.4.


Βέβαια, η πρόοδος των ημερών μας πρόσθεσε και άλλο χοντρότατο αλάτι σ’ αυτό το ηδύγευστο συμπόσιο: κασέτες, κοριούς, βίντεο, φωτογραφίες – που χαρίζουν οπτική γλαφυρότητα στην ως τώρα περιγραφική τοιαύτη. H τεχνολογία δεν μπορούσε ν’ αφήσει ασυντρόφευτη τη θεολογία…


ΤΩΡΑ, οι άγιοι πατέρες κηρύσσουν την αυτοκάθαρση της Εκκλησίας. Αλλά ποιοι θα χειριστούν αυτή την απαραίτητη κολυμβήθρα του Σιλωάμ, αφού όλο και περισσότεροι ιεράρχες κατηγορούνται για κάθε λογής βδελύγματα και τερατουργήματα; Ενοχος ένοχον ου ποιεί! Και αν κρίνει κανείς από την ως τώρα στάση της I. Συνόδου – που γνώριζε πλείστες όσες ατασθαλίες, αλλά τις αποσιωπούσε ή τις κουκούλωνε – φοβόμαστε πως η αυτοκάθαρση θα καταλήξει σε αυτο-κάλυψη των θεόπνευστων Σαρδανάπαλων…


……………………………..


1. Οι παραπομπές στην έκδοση Γ. Βαλέτα, Βιβλιοεκδοτική, 1957. – 2. Αδελφική Διδασκαλία, σε Απαντα Κοραή, εκδ. Γ. Βαλέτα (χ.χ.), τομ. A, I, σελ. 52. – 3. Προλεγόμενα στα «Ατακτα A´», ό.π., τόμ. A, 2, σελ. 1246. – 4. Βλ. αφθονία παραδειγμάτων σε Γ. Καρανικόλα, Ρασοφόροι, Συμφορά του έθνους, Γραμμή, 1976.