Οι αποκαλύψεις για σκάνδαλα ιερέων και αρχιερέων έρχονται να προσθέσουν την Εκκλησία και όχι μόνο την ηγεσία της στη σφαίρα των θεσμών για τους οποίους η εμπιστοσύνη της ελληνικής κοινωνίας υποχωρεί και κλονίζεται. Οσοι προσπάθησαν να υπερβούν τα όρια του ρόλου τους, αλλά και όσοι σχεδίασαν την εκλογική τους επικράτηση μέσω της ανάδειξής τους ως η «Δεξιά του Κυρίου» είναι σήμερα αντιμέτωποι με σοβαρά προβλήματα.


H παραπλανητική εικόνα που προεκλογικά προωθήθηκε από τη ΝΔ προκειμένου να εμφανισθεί ως η παράταξη που προστατεύει «τα ιερά και τα όσια» της πατρίδας μας, την Ορθοδοξία και βεβαίως τον Αρχιεπίσκοπο όχι μόνο διαλύεται αλλά και μετατρέπεται σε μπούμερανγκ.


Τώρα είναι η ώρα να διαλυθεί μια παρεξήγηση η οποία δημιουργήθηκε εξαιτίας και δικών μας παλινωδιών. Αναφέρομαι στο σχίσμα το οποίο η ΝΔ επεδίωξε να δημιουργήσει ανάμεσα στο ΠαΣοΚ και στο προσηλωμένο στη θρησκεία τμήμα της ελληνικής κοινωνίας, με αφορμή το ζήτημα των ταυτοτήτων. Ο ατυχής χειρισμός τού ­ ορθότατου ως προς την ουσία του ­ θέματος των ταυτοτήτων οδήγησε στη δημιουργία της εντύπωσης ότι το θρήσκευμα και οι εκπρόσωποί του βάλλονται από το ΠαΣοΚ. Αφετηρία των νομοθετικών πρωτοβουλιών του ΠαΣοΚ, συμπεριλαμβανομένου του ζητήματος των ταυτοτήτων, δεν ήταν άλλη παρά η ανάγκη εκσυγχρονισμού της δημόσιας διοίκησης και του δημόσιου βίου. Προέκταση αυτής της πεποίθησης αποτελεί η σταθερή άποψή μας για την ανάγκη απογαλακτισμού του Κράτους από την Εκκλησία επ’ ωφελεία και των δύο, ούτως ώστε στη λειτουργία τους να μην έρχονται αντιμέτωπα με παθογένειες και αλληλεξαρτήσεις που οδηγούν σε παζάρια και συναλλαγές.


Σήμερα το ΠαΣοΚ ούτε επιχαίρει ούτε κρυφογελά. Αισθανόμαστε βαθύτατα προσβεβλημένοι μαζί με το σύνολο της ελληνικής κοινωνίας από το περιεχόμενο των αποκαλύψεων. Αισθανόμαστε βαθύτατη θλίψη γιατί οι αποκαλύψεις αυτές αλλά και οι φήμες που τις ακολουθούν κλονίζουν την πίστη και την εμπιστοσύνη της κοινωνίας σε έναν θεσμό που αποτελεί βαθιά ριζωμένη αξία στη συνείδηση του ελληνισμού. Αισθανόμαστε βεβαίως την ανάγκη να διαχωρίσουμε την Εκκλησία, την οποία συγκροτούμε όλοι σχεδόν οι πολίτες αυτής της χώρας, από εκείνες τις περιπτώσεις των επισκόπων και των κληρικών που παρέβησαν τις αρχές της και την εξέθεσαν. Αισθανόμαστε όμως και την ανάγκη να υπενθυμίσουμε σε όλους εκείνους που έσπευδαν να επαναφέρουν το τρίπτυχο πατρίς – θρησκεία – οικογένεια, συμμετέχοντας σε συλλαλητήρια και υπογράφοντας σε δημοψηφίσματα, ότι η προσπάθεια εμπλοκής της Εκκλησίας σε πολιτικά παιχνίδια είναι άκρως επικίνδυνη για τη δημοκρατία και τους θεσμούς.


Αιτία ασφαλώς για τη σημερινή κρίση δεν αποτελεί η ισχύουσα σύνδεση Κράτους και Εκκλησίας. Είναι όμως μια πραγματικότητα που επιβαρύνει ισομερώς και τους δύο πόλους, εντάσσοντάς τους σε ένα πεδίο καθημερινών διοικητικών, οικονομικών και άλλης φύσεως εξαρτήσεων, οι οποίες δεν έχουν αποτέλεσμα πάντα τη συνεργασία αλλά συχνά οδηγούν στη συναλλαγή, στη διαπραγμάτευση και στα παζάρια. Είναι μια πραγματικότητα που οδηγεί σε ένα πλέγμα νομικής, διοικητικής και οικονομικής αλληλεξάρτησης, το οποίο είδαμε να καταλήγει σε δουλείες και εξαρτήσεις.


Τόσο η διατύπωση του άρθρου 13 του Συντάγματος, που καθιερώνει τη θρησκευτική ελευθερία και το δικαίωμα της ανεξιθρησκίας, όσο και η διατύπωση του άρθρου 3 του Συντάγματος, που ρυθμίζει τις σχέσεις Εκκλησίας και Πολιτείας, επιτρέπουν μια νέα οριοθέτηση.


Είναι προφανές ότι από τη σημερινή κυβέρνηση δεν μπορεί κανείς να περιμένει αντίστοιχες νομοθετικές και θεσμικές πρωτοβουλίες. Οχι μόνο γιατί το περιεχόμενό τους αντιβαίνει στον πυρήνα της ιδεολογικής και πολιτικής της συγκρότησης, αλλά και γιατί η κυβέρνηση ηθελημένα συντηρεί παρεξηγήσεις και ιδεοληψίες προκειμένου υποκριτικά να εμφανίζεται ως θεματοφύλακας αρχών και αξιών που υποτίθεται ότι κινδυνεύουν.


Επειδή όμως δεν είμαστε όλοι ίδιοι, οι αλλαγές σε χρονικό διάστημα, που δεν θα είναι μεγάλο, θα συντελεσθούν.


H κυρία Μιλένα Αποστολάκη είναι βουλευτής του ΠαΣοΚ.