Το περιοδικό «Prospect», γιορτάζοντας την εκατοστή έκδοσή του, δημοσίευσε στο τεύχος του Ιουλίου μια λίστα με τους εκατό πιο σημαντικούς διανοουμένους της Βρετανίας (οι διανοούμενοι δεν ήταν απαραίτητο να είναι Βρετανοί αλλά θα έπρεπε να έχουν κάνει αισθητή την παρουσία τους στη χώρα), καλώντας το κοινό να ψηφίσει τους πέντε σημαντικότερους. Τα κριτήρια για τη συμπερίληψη στη λίστα ήταν η «διάκριση στον διανοητικό ή πολιτισμικό στίβο» και η ικανότητα επικοινωνίας με το ευρύ κοινό τα τελευταία πέντε – δέκα χρόνια. Ηταν λοιπόν αναμενόμενο να κυριαρχούν στη λίστα οι θετικοί επιστήμονες, οι ιστορικοί και οι πολιτικοί ή κοινωνικοί σχολιαστές, που χρησιμοποίησαν την τηλεόραση και τον Τύπο για να προβάλουν τα θέματά τους από τη γενετική και την ιστορία ως την παγκοσμιοποίηση και την ευθανασία.


Ο διανοούμενος σήμερα στον αγγλόφωνο χώρο δεν ορίζεται τόσο με βάση τις ιδέες του όσο με βάση την απήχησή του στο κοινό. Μάλιστα αξίζει να σημειωθεί ότι δεν αρκεί πια ο όρος intellectual (διανοούμενος) αλλά προσδιορίζεται ως public intellectual (δημόσιος διανοούμενος) για να τονιστεί ακριβώς ότι ο διανοούμενος δεν μπορεί να είναι αναχωρητής αλλά αυτός που εκμεταλλεύεται τα μέσα μαζικής ενημέρωσης και δεν απεχθάνεται την εκλαΐκευση των ιδεών του. Ο διανοούμενος, όμως, δεν είναι πια πολυμαθής όπως παλαιότερα. Οι μόνοι της λίστας που θα μπορούσαν να θεωρηθούν πολυμαθείς είναι ο θεατρικός σκηνοθέτης Τζόναθαν Μίλερ και o Τζόρτζ Στάινερ. Ο Στάινερ μαζί με τον ιστορικό Ερικ Χομπσμπάουμ και τον θεατρικό συγγραφέα Τομ Στόπαρντ είναι και οι μόνοι εμιγκρέδες ή γόνοι εμιγκρέδων στη λίστα ενώ πριν από μερικά χρόνια ο αριθμός τους θα ήταν μεγαλύτερος.


Οι χαμένοι της λίστας είναι οι φιλόσοφοι, οι θεολόγοι, οι σκηνοθέτες κινηματογράφου αλλά και οι διανοούμενοι της Αριστεράς και της Δεξιάς. Μια ομάδα που αντιπροσωπεύεται ελάχιστα είναι και αυτή των πολιτικών που εκπροσωπούνται μόνο από τον υπουργό Οικονομικών Γκόρντον Μπράουν και τον συντηρητικό βουλευτή Ντέιβιντ Γουίλετς (David Willets). Μια γενιά όμως πιο πριν οι πολιτικοί που θα διεκδικούσαν μια θέση στη λίστα θα ήταν πολύ περισσότεροι. Για ποιο λόγο όμως η πολιτική δεν τα πάει τόσο καλά με τη διανόηση σήμερα;


Εχουν διατυπωθεί διάφορες εξηγήσεις για την αποσύνδεση πολιτικής και διανόησης. Μία από αυτές εστιάζει στο γεγονός ότι οι διανοούμενοι της πολιτικής στελεχώνουν τώρα τα ποικίλα think tanks ή ινστιτούτα προβληματισμού και δεν ασχολούνται άμεσα με την πολιτική. Σε αυτούς τους χώρους συντελούνται πρώτα οι ιδεολογικές ζυμώσεις ή δοκιμάζονται οι ρηξικέλευθες ιδέες για να διαπιστωθεί πώς θα μπορούσαν να προσληφθούν από την κοινή γνώμη, και οι πολιτικοί με τη σειρά τους αναλαμβάνουν να τις λανσάρουν με εύσχημο ή ανώδυνο τρόπο στο ευρύ κοινό. Μια άλλη εξήγηση για την απουσία διανοουμένων από την πολιτική συνιστά η άμβλυνση των ιδεολογικών διαφορών. Τώρα τα ζητήματα είναι τεχνοκρατικής φύσεως ή προβλήματα διαχείρισης παρά βαθιών ιδεολογικών αντιπαλοτήτων. Επίσης τα ζητήματα που απαιτούν τη συμβολή των διανοουμένων δεν περιορίζονται στα σύνορα των χωρών, αλλά έχουν αποκτήσει παγκοσμιότητα.


Αλλοι επισημαίνουν ότι σήμερα στην πολιτική κυριαρχεί η ρητορικότητα της ατάκας και των σλόγκαν και όχι η στοχαστικότητα ενώ οι πολιτικοί προσπαθούν να αναδειχθούν σε διασημότητες, συναγωνιζόμενοι τους σταρ της οθόνης και του τραγουδιού παρά να επιβληθούν ως προσωπικότητες με τον πλούτο των ιδεών τους. Αλλοι θα μπορούσαν να αντιτείνουν ότι η πολιτική κρίνεται στην πράξη, όντας η τέχνη του πρακτικού ή του εφικτού, και ως εκ τούτου δεν έχει σχέση με τον θεωρητικό προβληματισμό και τη διανόηση.


Με βάση τα παραπάνω θα μπορούσε να αναρωτηθεί κανείς αν και στην Ελλάδα υπάρχει ή δεν υπάρχει η σύνδεση πολιτικής και διανόησης. Είναι οι σημερινοί πολιτικοί πιο διανοούμενοι από τους παλαιότερους; Σήμερα αρκετοί πολιτικοί δημοσιεύουν βιβλία αλλά δεν ξέρουμε τι απήχηση έχουν στο αναγνωστικό κοινό, πόσα αντίτυπα πουλιούνται ή πόσο το περιεχόμενό τους αντέχει στον χρόνο. Μπορούν τα βιβλία των σημερινών πολιτικών να προκαλέσουν συζητήσεις όπως παλαιότερα το δοκίμιο του Γεωργίου Παπανδρέου «Ελληνικό Μέλλον» (1914) ή το «Κουτιών εγκώμιο» (1937) του Ηλία Ηλιού ή να διαθέτουν την εμβρίθεια της Ιστορίας του Ευρωπαϊκού Πνεύματος (1942) του Π. Κανελλόπουλου και τη φιλοσοφικότητα των στοχασμών του Κ. Τσάτσου πάνω στην ποίηση; Μπορεί σήμερα περισσότεροι καθηγητές Πανεπιστημίου να ασχολούνται με την πολιτική, εξασφαλίζει όμως αυτό στενή σχέση πολιτικής και διανόησης; Μήπως τελικά τη θέση του διανοουμένου στην πολιτική την έχει καταλάβει σε εθνικό επίπεδο ο τεχνοκράτης και μόνο σε παγκόσμιο επίπεδο μπορούμε να μιλούμε ότι επιβιώνει κάποια σχέση διανόησης και πολιτικής, χωρίς βέβαια να προσδοκάμε νέες, μεγάλες ιδέες ή θεωρίες αλλά διαφορετικές προσεγγίσεις οικουμενικών προκλήσεων και προβλημάτων; Ισως άξιζε να καταρτιστεί και μια ελληνική λίστα διανοουμένων για να δούμε πόσοι πολιτικοί θα μπορούσαν να συμπεριληφθούν σε αυτήν.


Ο κ. Δημήτρης Τζιόβας είναι καθηγητής Νεοελληνικών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο του Birmingham της Βρετανίας.