ΕΧΟΥΝ να πουν πως ο βυζαντινός αυτοκράτορας Θεόφιλος (829-842), σκοπεύοντας να παντρευτεί, κάλεσε στη Βασιλεύουσα τις πιο καλλίμορφες κοπέλες της επικράτειάς του, για να διαλέξει την κατάλληλη νύφη. Οταν οι υποψήφιες παρατάχθηκαν στη μεγάλη αίθουσα του Ιερού Παλατίου γι’ αυτά τα Καλλιστεία, ο Θεόφιλος, «επιθεωρώντας» τις, θαμπώθηκε, λέει, απ’ την ομορφιά της Κασσιανής και της έτεινε το χρυσό μήλο που κρατούσε, σύμβολο της επιλογής του. Αλλά για να δοκιμάσει την εξυπνάδα της (ίσως, όμως, και για να μην το πάρει πολύ απάνω της η νικήτρια), συνόδευσε το έπαθλο μ’ ένα πείραγμα:


«Ως άρα διά γυναικός ερρύη τα φαύλα» («Από τη γυναίκα ήρθαν στον κόσμο τα κακά»), εννοώντας, βέβαια, την Εύα.


Ομως η Κασσιανή – που ήταν τόσο ευφυής και μορφωμένη όσο και περικαλλής- ανταπόδωσε το «χτύπημα» μ’ ετοιμότητα:


«Αλλά και διά γυναικός πηγάζει τα κρείττω» («Αλλά και από την γυναίκα πηγάζουν τα καλύτερα»), αναφερόμενη, φυσικά, στην Παναγία.


Και «την πάτησε»: ο Θεόφιλος φοβήθηκε πως η Κασσιανή παρα-ήταν έξυπνη και θαρραλέα, και έδωσε το μήλο στην πλαϊνή της Θεοδώρα. Απογοητευμένη, η Κασσιανή αποτραβήχτηκε σε μοναστήρι, όπου επιδόθηκε στη συγγραφή ύμνων και μάλιστα θαυμάσιων («Κύριε, η εν πολλαίς αμαρτίαις περιπεσούσα γυνή…», «Κύματι θαλάσσης…» κ.ά.).


Αλλά και ο Θεόφιλος έπαθε εκείνο που φοβόταν: έβαλε την «αντιπολίτευση» στην παστάδα του. Εκείνος ήταν φανατικός εικονομάχος, η Θεοδώρα (κρυπτο)εικονολάτρις – και, όταν ο Θεόφιλος πέθανε, αυτή αναστήλωσε τις εικόνες (843) – και ανακηρύχθηκε αγία από την Εκκλησία…


ΠΟΙΟΣ μου θύμισε αυτό το παλιό, γνωστό ανέκδοτο; Μα η… ήπειρός μας!


H Ευρώπη, δεν είναι, βέβαια, Εύα ή Παναγία. Αλλά το σεσημασμένο και περιβόητο παρελθόν της ταιριάζει με τη στιχομυθία Θεόφιλου-Κασσιανής, αφού απ’ αυτήν, προπάντων, έχουν πηγάσει τα καλύτερα και τα χειρότερα που έπλασε και που έπαθε το ανθρώπινο γένος σ’ όλη την πορεία του:


Τα καλύτερα, μια και η ήπειρός μας στάθηκε φωτοδότρα της Οικουμένης… χάραξε άπειρες και απέραντες λεωφόρους σ’ όλους τους τομείς του επιστητού και της δημιουργίας… γεννοβόλησε μέγιστους φιλοσόφους, επιστήμονες, πολιτικούς, λογοτέχνες, καλλιτέχνες… αποκρυπτογράφησε το Σύμπαν… εξανθρώπισε τον άνθρωπο και τον αρμάτωσε εναντίον των επίβουλων και του εαυτού του…


Αλλά και τα χειρότερα, αφού εξέθρεψε τις πιο τερατώδεις αλληλοσφαγές, διακρατικές, εμφύλιες, θρησκευτικές… κτηνώδεις και ολέθριες τυραννίες… σκοταδισμούς και μανιακούς φανατισμούς… αποικιοκρατίες και γενοκτονίες, πάνω στις οποίες έχτισε τις αυτοκρατορίες της (ευρωπαίοι άποικοι ή πολέμαρχοι δεν ήταν οι κατακτητές του Νέου Κόσμου και εξολοθρευτές των «ιθαγενών»;)… δουλεμπόρια… θεοποιήσεις του χρήματος… τρομερά όπλα μαζικής εξόντωσης… με αποκορύφωμα τους δύο Παγκόσμιους Πολέμους των αμέτρητων θυμάτων, των εφιαλτικών καταστροφών, των αποτρόπαιων ολοκαυτωμάτων…


Στη διαδρομή των ιστορικών αιώνων, η Ευρώπη αναδείχθηκε η καλλίστη και αρίστη αλλά, ταυτόχρονα, η κακίστη και αισχίστη – απείκασμα και έκφραση στη νυοστή δύναμη του είδους «άνθρωπος», που μπορεί να είναι τόσο εξαίσιος όσο και απαίσιος…


ΤΩΡΑ, εδώ και μισόν αιώνα, η Ευρώπη – «μετανιωμένη» όπως η αμαρτωλή του τροπαρίου της Κασσιανής και, οπωσδήποτε, σοφότερη – προσπαθεί αν όχι να εξιλεωθεί για των αμαρτιών της τα πλήθη, τουλάχιστον να μην τα επαναλάβει. Οχι, βέβαια, επειδή «ακούει τα βήματα του Κυρίου όπως η Εύα στον Παράδεισο», αλλά επειδή ένιωσε τα βήματα των Ερινύων να τη ζυγώνουν απειλητικά για τις κολάσεις, που χάλκευε στους άλλους και στον εαυτό της…


ΩΣΤΟΣΟ, η Ευρώπη-Μαγδαληνή δεν φαίνεται να «αποτάσσει» ολότελα τον «οίστρο ακολασίας».


Οικοδόμησε, βέβαια, την ειρηνική συμβίωση και την αλληλεγγύη των κρατών-μελών της – επίτευγμα μέγα. Ομως, δεν μπόρεσε, δηλαδή δεν θέλησε, να αποφύγει άλλα κρίματα: τον άκριτο διαμελισμό κρατών όπως η Γιουγκοσλαβία, τη συμμετοχή σε «ανθρωπιστικούς» βομβαρδισμούς, την πλήρη παράδοση της στη βασιλεία της αγοράς, τις υποκλίσεις στον υπερατλαντικό πλανηταρχισμό…


Αυτά και άλλα δεν επιτρέπουν πλήρη άφεση των αμαρτιών της. Και οι Ερινύες καραδοκούν…


ΣΗΜ. Στο άρθρο της περ. Κυριακής («H Νεράιδα»), από παραδρομή (δική μου) ο «Πειρασμός» του Γρ. Ξενόπουλου έγινε «Ποπολάρος».