Πήρα και δημοσιεύω το παρακάτω γράμμα ενός (τι άλλο;) διαμαρτυρόμενου αναγνώστη:


Αγαπητέ κύριε,


ENA από τα λίγα δικαιώματα που έχουν απομείνει σ’ εμάς που απαρτίζουμε τον «κυρίαρχο λαό», είναι το δικαίωμα να απορούμε. Και επειδή δεν έχει θεσμοθετηθεί καμία Αρχή στην οποία να υποβάλλουμε τις απορίες μας, απευθύνομαι σ’ εσάς, με την ελπίδα ότι ίσως μπορείτε να με φωτίσετε. Σας αναφέρω λίγες μόνο, σεβόμενος τον χώρο και τον χρόνο σας:


1. Ποιος Ελληνας – βουνήσιος ή νησιώτης, αστός ή ξωμάχος, επιστήμονας ή αναλφάβητος – δεν γνωρίζει πως, στη χώρα μας, ο Αύγουστος είναι μεν ο «καλός μήνας» αλλά και πως, τις περισσότερες μέρες του, δέρνεται από μελτέμια που «παίρνουν τις ουρές των γαϊδάρων», όπως λένε στην πατρίδα μου. Πώς, λοιπόν, οι (αχ!) αρμόδιοι σκέφτηκαν να εξασφαλίσουν την ασφάλεια των Ολυμπιακών Αγώνων μας με ένα μέσο – το Ζέπελιν – που, κατά πάσαν βεβαιότητα, θα είναι «φτερό στους αυγουστιάτικους ανέμους», καθότι ελαφρότερο του αέρα και των εγκεφάλων τους;


Και η απόδειξη του εξωπραγματικού, αν όχι εξωφρενικού, της ιδέας τους ήρθε πριν καν εγκαινιαστεί ο εξ ουρανού παντεπόπτης: ο ιπτάμενος «Φοίβος» τους έμεινε ασάλευτος σαν σημαδούρα, τέσσερις ολόκληρες μέρες (ως την ώρα που σας γράφω). Και έπεται συνέχεια, εκτός αν τον Αίολο τον πάρει ο ύπνος. Πώς, λοιπόν, νοικιάσαμε ένα πετούμενο που δεν πετά, ρεζιλεύοντας και την «πρόνοιά» μας και την «ασφάλειά» μας;


Και πώς θα μάθουμε πόσα (τεράστια, λένε) ποσά θα κοστίσει σ’ εμάς τους μακάριους φορολογούμενους αυτός ο άσκοπος κατάσκοπος; Και σε ποιον θα λογοδοτήσουν όσοι σπατάλησαν τόσο χρήμα για έναν δραγάτη των αιθέρων, που ήταν εκ των προτέρων βέβαιη η αχρηστία του; Και πόσο αδικαιολόγητες είναι οι υποψίες μερικών ότι ο μόνος λόγος για την προμήθεια αυτού του ανωφελούς κήτους είναι κάποιες προμήθειες, λίαν επωφελείς για τους εμπλεκόμενους;


2. Αν δεν κάνω λάθος τα μέσα μαζικής μεταφοράς χρησιμεύουν για την φτηνότερη, ταχύτερη, ασφαλέστερη μετακίνηση του κοινού και την αποσυμφόρηση της τροχαίας κυκλοφορίας. Χαρήκαμε, λοιπόν, και χαιρόμαστε, το ωραιότατο, ταχύτατο, ασφαλέστατο μετρό – όπως και τα άλλα μεγάλα έργα, γέφυρα Ρίου, Αττικό οδό κλπ.


Αλλά το τραμ; Ποιαν από τις πιο πάνω προϋποθέσεις ικανοποιεί; Γρήγορο δεν είναι, αφού (αναγκαστικά) τσουλάει με 23 χλμ. κατά μέσον όρο. Φτηνό δεν είναι: τα 0,60 Ευρώ «τσούζουν» τους μη προνομιούχους. Αντί να συμβάλλει στην αποσυμφόρηση της κυκλοφορίας, προκαλεί νέα συμφόρηση σε κάθε διασταύρωση με δρόμους ταχείας κυκλοφορίας. Και, επιπλέον, είναι ζημιάρικο: πέντε ατυχήματα μέσα σε πέντε μέρες (ως την ώρα που σας γράφω, πάλι) δεν είναι μικρή συγκομιδή!


Αλλά ο τροχιόδρομος αποδείχτηκε ζημιογόνος πριν καν σαλπάρει. Οχι μόνο με το ατέλειωτο ράβε-ξήλωνε ώσπου να τοποθετηθούν οριστικά οι τροχιές του (χαρά οι εργολάβοι!). Αυτό, ας πούμε, πέρασε. H μόνιμη και ανεπανόρθωτη καταστροφή που προκάλεσε, είναι η αποψίλωση της παραλίας του Παλαιού Φαλήρου, το κόψιμο εκατοντάδων δέντρων, ο αφανισμός ενός θαυμάσιου παραθαλάσσιου περιπάτου. Μας περισσεύει, βλέπετε, το πράσινο, έπρεπε να «ξυρίσουμε» και το λίγο που μας απόμεινε!


Αν ζυγίσουμε τα οφέλη από τη λειτουργία του τραμ και τις ζημιές που προκάλεσε και προκαλεί, σίγουρα ο ισολογισμός είναι παθητικός.


Ερωτώ, λοιπόν, ξανά: γιατί τα (τεράστια, επίσης) ποσά που δαπανήθηκαν για το μάλλον περιττό τραμ, δεν δόθηκαν για να επεκταθούν και να πολλαπλασιαστούν οι γραμμές του χρησιμότατου μετρό; Ή μήπως δικαιώνονται, και εδώ, κάποιες υποψίες, ανάλογες μ’ αυτές που διατυπώνονται για το ζέπελιν;


3. Και αφού σας απασχόλησα με τα υπέργεια και τα επίγεια, επιτρέψτε μου να τελειώσω με κάτι μεταξύ ουρανού και γης. Αλλά, εδώ, θα δώσω τον λόγο σ’ έναν άγγλο φίλο μου, που μου γράφει τα εξής:


«Υστερα από πολλά χρόνια που είχα να έρθω στην Ελλάδα, αποφάσισα να ξαναεπισκεφθώ την Αθήνα και τα περίχωρά της. Εφτασα στο νέο αεροδρόμιο, το θαύμασα, και νοίκιασα ένα αυτοκίνητο. Λίγο αφού μπήκα στην Αττική οδό (που τη θαύμασα κι αυτή), σηκώνω μηχανικά τα μάτια μου για να δω αν πάω σωστά, και βλέπω μια πινακίδα που έγραφε «Ελευσίνα». Απορώ αλλά προχωρώ. Ψάχνω για πινακίδα «Αθήνα», τίποτα. Μόνο «Ελευσίνα» και «Ελευσίνα» και «Ελευσίνα». Πουθενά «Αθήνα». Λάθος δρόμο θα πήρα, σκέφτηκα. Αλλά πού και πώς να σταματήσω για να ρωτήσω, και πώς να γυρίσω πίσω; Πελαγωμένος, συνέχισα τον δρόμο μου, πιστεύοντας πως αυτή η Ελευσίνα θα βρίσκεται εκεί κοντά. Αλλά του κάκου: καμιά παράκαμψη για Ελευσίνα και καμιά ένδειξη για Αθήνα. Ωσπου εδέησε να φτάσω σε μια διασταύρωση που μ’ έβγαλε στη (γνωστή μου) Αγία Παρασκευή.


Και ερωτώ, εγώ ο «κουτόφραγκος», όπως μας λέτε: Μήπως η χώρα σας άλλαξε πρωτεύουσα και δεν το μάθαμε; Αν όχι, γιατί οι ξένοι οδηγοί πρέπει να μαντέψουν πως η πασίγνωστη Αθήνα (όπου κατευθύνεται το 99% των τουριστών κλπ.) βρίσκεται στον δρόμο τής (μυστηριώδους, γι’ αυτούς) Ελευσίνας; Είναι σαν οι πινακίδες από το αεροδρόμιο του Χήθροου προς την αγγλική πρωτεύουσα, αντί να γράφουν «Λονδίνο», να έγραφαν «Μπράϊτον»!


Ανάλογα έχω ακούσει κι από άλλους ξένους, που δεν μπορούν να υποψιαστούν λ.χ. ότι η γριφώδης πινακίδα «ΟΑΚΑ» σημαίνει «Ολυμπιακό Στάδιο». Ή και από ντόπιους, που δεν ξέρουν ότι ο (κατά τις πινακίδες) «Λιμήν Μεσογαίας» είναι απλούστατα το Πόρτο Ράφτη! Τι μυαλό κουβαλάνε τελοσπάντων αυτοί οι επιγραφοποιοί;


Λεπτομέρειες, θα μου πείτε. Ισως. Αλλά αν «η Κόλαση είναι στρωμένη με καλές προθέσεις», η καθημερινή ζωή μας είναι χαλικοστρωμένη με λεπτομέρειες, που μας εξοργίζουν, μας απομυζούν και μας «κολάζουν», με όλες τις σημαίες της λέξης.


Με κάθε τιμή,


Δ. I. Απορίδης


– Μη μπορώντας, ούτε εγώ, να εισχωρήσω στον λαβύρινθο του εγκεφάλου των αρμοδίων, περιορίζομαι να προσυπογράψω.


M.ΠΛ.