Τις ημέρες αυτές διεξάγεται μια ενδιαφέρουσα συζήτηση για τη δομή της εξουσίας καθώς και για τα όρια των αρμοδιοτήτων των αρχών στις Βρυξέλλες. Οι υποστηρικτές της σοσιαλδημοκρατίας προτείνουν την κατεύθυνση του γαλλικού ή του γερμανικού υποδείγματος, ενώ οι υποστηρικτές της φιλελεύθερης δημοκρατίας ευνοούν τη διαμόρφωση μιας μικρής και ευέλικτης κεντρικής εξουσίας η οποία, κατά τη γνωστή ρήση του Thomas Jefferson, θα κυβερνάει όσο γίνεται λιγότερο. Προς επίρρωση δε των απόψεών τους οι τελευταίοι επικαλούνται την κριτική των Αγγλων για «…το τέρας της γραφειοκρατίας που εκτρέφεται στις Βρυξέλλες…» καθώς και για «…την απαράδεκτη μεταφορά αρμοδιοτήτων από τις κυβερνήσεις των διαφόρων χωρών στις κεντρικές αρχές της Ενωσης». Με το άρθρο μου σήμερα επιχειρώ να πάρω μέρος στη συζήτηση και ταυτόχρονα να επισημάνω μερικά θεμελιώδη θέματα στα οποία αξίζει να επικεντρωθεί η προσοχή μας.


Προσωπικά πρεσβεύω ότι η οικοδόμηση μιας ευρωπαϊκής διακυβέρνησης σύμφωνα με το ηπειρωτικό πρότυπο είναι ανεπιθύμητη για τρεις λόγους. Πρώτον, γιατί προάγει τη γραφειοκρατία και τους διοικητικούς ελέγχους σε όλες τις εκφάνσεις της κοινωνίας και της οικονομίας. Δεύτερον, γιατί συνιστά ένα πρότυπο υψηλού λειτουργικού κόστους με αποτέλεσμα οι πολίτες να επιβαρύνονται με μεγάλα φορολογικά βάρη. Και, τρίτον, γιατί οδηγεί σε υπερτροφικούς και ανελαστικούς δημόσιους τομείς με αποτέλεσμα να καταστέλλεται η επιχειρηματικότητα και η ατομική δημιουργικότητα. Συνεπώς, το πρότυπο διακυβέρνησης προς το οποίο πρέπει να προσβλέπουμε είναι το αγγλοσαξονικό, γιατί μέσα από αιώνες επιτυχημένων προσαρμογών έχει αποδείξει ότι εξασφαλίζει τις ατομικές ελευθερίες και τους απαραίτητους θεσμούς για την προαγωγή της ειρήνης, της οικονομικής ανάπτυξης και του πολιτισμού.


Μπορεί να επικρατήσει στην Ευρώπη μια αποτελεσματική εκδοχή του αγγλοσαξονικού πρότυπου διακυβέρνησης; Αν κρίνουμε από τη σοβαρότητα των επιφυλάξεων που διατυπώνουν οι Αγγλοι, η απάντηση είναι όχι, αφού ως σήμερα οι εξελίξεις οδηγούνται από τον κυρίαρχο γαλλογερμανικό άξονα. Οπότε το ερώτημα που προκύπτει είναι μέχρι πού θα πρέπει τα ευρωπαϊκά έθνη να απεκδυθούν οικειοθελώς των κυριαρχικών τους δικαιωμάτων προκειμένου να αρχίσει να ριζώνει στους πολίτες η συνείδηση του κοινού πεπρωμένου;


H άποψή μου είναι ότι ήδη οι αρχές στις Βρυξέλλες έχουν αποψιλώσει τις εθνικές κυβερνήσεις από σημαντικότατες αρμοδιότητες και τώρα με τη νέα διεύρυνση και τις συνταγματικές διαδικασίες είναι η κατάλληλη στιγμή να μπει το αίτημα για αναδιανομή των αρμοδιοτήτων με δύο στόχους. Πρώτον, να περιοριστεί η κεντρική εξουσία μόνο στο κοινό νόμισμα, στην άμυνα, στην εξωτερική πολιτική και στην εξασφάλιση των αναγκαίων όρων για ανεμπόδιστη διακίνηση του κεφαλαίου και των πολιτών μεταξύ των χωρών. Και, δεύτερον, να αναδιπλωθούν (roll back) όλες οι άλλες εξουσίες μέσα από τις οποίες, με αντάλλαγμα κάποια οικονομικά οφέλη, οι επί μέρους χώρες υποχρεώνονται να υποκύπτουν στις υποδείξεις των ευρωκρατών.


Εν κατακλείδι η Ευρώπη, από μια ένωση ανεξάρτητων κρατών δεσμευμένων στους στόχους της ειρήνης και της ευημερίας, έχει μεταμορφωθεί σε έναν μηχανισμό υποβιβασμού τους σε επαρχίες ενός γιγαντιαίου κράτους. Αν κάτι τέτοιο ήταν στις προθέσεις των θεμελιωτών της Ενωσης, σίγουρα ήταν μακιαβελικό. Αλλά επειδή η διαδικασία της ολοκλήρωσης στραγγαλίζει τη διαφορετικότητα και την ελευθερία των επιλογών, το Ευρωπαϊκό Σύνταγμα πρέπει να θεμελιώνει προϋποθέσεις συρρίκνωσης της κεντρικής εξουσίας.


Ο κ. Γεώργιος Κ. Μπήτρος είναι καθηγητής του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών.