TI ΤΟ ΚΟΙΝΟ μπορεί να υπάρχει ανάμεσα στους ισλαμιστές καμικάζι και τους κάθε φυλής βασανιστές; Ποιες οι ομοιότητες και ποιες οι διαφορές αυτών των δυο «κατηγοριών», που στοιχειώνουν τις μέρες μας; H «αντιβολή», η σύγκρισή τους μοιάζει, ίσως, παράδοξη. Αλλά δεν είναι. Ας τις δούμε, όσο πιο αντικειμενικά γίνεται – αν γίνεται…


ΟΙ ΟΜΟΙΟΤΗΤΕΣ. Τόσο οι καμικάζι όσο και οι βασανιστές πιστεύουν (ύστερ’ από μακροχρόνια διδαχή ή/και πλύση εγκεφάλου) ότι επιτελούν σημαντικό χρέος – θρησκευτικό, φυλετικό, πολιτικό, οι μεν… «εθνικό», πατριωτικό, υπηρεσιακό, οι δε. Σκοτώνοντας ή τραυματίζοντας ένα πλήθος ανθρώπους, οι πρώτοι… βασανίζοντας (μέχρι θανάτου, συχνά) κάποια άτομα, οι δεύτεροι, δεν θεωρούν ότι διαπράττουν εγκλήματα. Ισα-ίσα, είναι βέβαιοι πως υπηρετούν, υπερασπίζονται, προστατεύουν ύψιστα αγαθά: εκείνοι, τον «θείο νόμο», την θρησκευτική τους πίστη, τον λαό τους… ετούτοι, τον ηθικο-πολιτικό νόμο, την πατρίδα τους, την τάξη, ακόμα και την παράταξή τους.


Στα μάτια τους, τα θύματά τους είναι εξ ορισμού εχθροί του συνόλου και άρα των ίδιων, αφού ανήκουν σε αντίπαλες κι επικίνδυνες θρησκείες, ιδεολογίες, στρατόπεδα κλπ. Επομένως, αυτά, τα θύματα, και όχι οι ίδιοι, είναι εγκληματίες εν δυνάμει ή ύποπτοι εγκλημάτων ή εκπρόσωποι «εγκληματικών κρατών». Συνακόλουθα, οι καμικαζικές ή βασανιστικές πράξεις στοιχειοθετούν «νόμιμη άμυνα» εναντίον μιας άμεσης ή έμμεσης απειλής, τιμωρία της και απόκρουσή της. Γι’ αυτό και ο φανατισμός τούτων κι εκείνων – η μανιακή, τυφλή, πέρα από κάθε όριο «διεκπεραίωση της αποστολής τους», και η αδιαλλαξία και το μίσος εναντίον κάθε αντιφρονούντος.


Αφού, λοιπόν, οι πράξεις τους αποσκοπούν στη διάσωση, την επιβίωση, την επιβολή του «υψηλού και του αγαθού» (πίστης, ιδέας, έθνους, λαού – δηλαδή, πραγμάτων «ασύγκριτα σπουδαιότερων» από τον θάνατο ή τον πόνο μερικών ατόμων) είναι «αυτονόητο» πως οι δράστες τους όχι μόνο δεν είναι αδικητές και δολοφόνοι, αλλά, αντίθετα, αγωνιστές, ευεργέτες, σωτήρες… όχι μόνο δεν τους πρέπει ο λίθος του αναθέματος, αλλά τους οφείλεται η ευγνωμοσύνη των ομοθρήσκων, ομοφύλων και ομοφρόνων τους.


M’ ένα λόγο: εφαρμόζεται η γνωστή ρήση «η πίστη σώζει» (τους πιστούς, την Πίστη, τους προμάχους της). Ρήση, που οδηγεί στην αμφίβολη σωτηρία των πιστών αλλά και στον βέβαιο αφανισμό των «άπιστων»…


ΟΙ ΔΙΑΦΟΡΕΣ. Στην επιδίωξη του «ιερού» σκοπού τους, οι καμικάζι θυσιάζουν πρώτα-πρώτα, τη δική τους ζωή, συναποθνήσκοντας μετά των αλλοφύλων. Ο αυτοχειριασμός τους είναι ταυτόσημος με την πράξη τους… Αντίθετα, οι βασανιστές δρουν αλώβητοι, «εκ του ασφαλούς» – πάσχει το θύμα τους, κι εκείνοι ζουν, βασιλεύουν, αδιαφορούν και κοροϊδεύουν.


– Οι καμικάζι (που το παρονόμι τους σημαίνει «θεϊκός άνεμος») ηρωοποιούνται μετά την πράξη τους, υψώνονται σε σύμβολα των ομοθρήσκων τους, «μνημονεύονται μετά των αγίων»… Αντίθετα, οι βασανιστές μένουν σκόπιμα στο σκοτάδι για να προστατευτούν, αφού οι πράξεις τους είναι «τυπικά» παράνομες. Και αν αποκαλυφθούν, «αίρουν αυτοί τας αμαρτίας» των ανωτέρων τους που έχουν διατάξει τους βασανισμούς, φορτώνονται αυτοί το «αδίκημα» και αυτοί (ψιλο) τιμωρούνται.


– H ταυτότητα των θυμάτων είναι άγνωστη (και αδιάφορη) στους καμικάζι. Τα άτομα που σκοτώνουν ή τραυματίζουν δεν είναι, γι’ αυτούς, συγκεκριμένοι «ένοχοι», αλλά τυχαία μέλη και σύμβολα ενός εχθρικού συνόλου, ενός λαού που πρέπει να τιμωρηθεί, επειδή έχει αδικήσει το γένος των δραστών… Αντίθετα, το θύμα των βασανιστών τούς είναι γνωστό και συγκεκριμένο, η «σχέση» τους είναι δι-ατομική, ο βασανισμός τους έχει στόχο όχι μόνο την προσωπική τιμωρία των «ενόχων» και την απόσπαση πληροφοριών αλλά και τον εκφοβισμό όλων των «άλλων». Οπου πρέπει να προστεθεί η διόλου σπάνια σεξουαλική ή/και σαδιστική εκτόνωση των βασανιστών.


– Για την πράξη τους, οι καμικάζι πιστεύουν πως θ’ ανταμειφθούν με μια περίοπτη θέση στον παράδεισό τους, αφού έτσι ολοκληρώνουν, «τελειώνουν» θριαμβικά την επίγεια ύπαρξή τους… Αντίθετα, οι βασανιστές μένουν οι αφανείς υποτακτικοί που κάνουν την βρώμικη δουλειά, και η καλύτερη ανταμοιβή τους είναι η ατιμωρησία, καμιά «σαρδέλα» και κάποια «έντιμη σύνταξη»… Για τους πρώτους, «ο θάνατός τους είναι ζωή» – για τους δεύτερους, τα βασανιστήρια είναι μεροκάματο, χάζι, και ο θάνατος των θυμάτων τους «παράπλευρη απώλεια»…


ME ΝΟΜΙΚΟΥΣ όρους, θα λέγαμε πως και οι δύο κατηγορίες έχουν και ελαφρυντικά και επιβαρυντικά στοιχεία: Οι καμικάζι δρουν «εν βρασμώ ψυχής» – δηλαδή, με «μειωμένο καταλογισμό» και με την αίσθηση της εκπλήρωσης μιας ιερής αποστολής. Οι βασανιστές δρουν «εν ψυχρώ» – δηλαδή, με πλήρη καταλογισμό, και με την αίσθηση της συμμόρφωσης σ’ ένα υπηρεσιακό «καθήκον». Οι πρώτοι έχουν οίστρο «μαρτύρων» – οι δεύτεροι, ψυχολογία δημίων…


Αλλά όσες διαφορές είδους και ήθους κι αν υπάρχουν ανάμεσά τους, ο φόνος και ο πόνος των άλλων δεν παύει ν’ αποτελεί ακραίο κακούργημα, που καμιά πίστη, ιδέα, χρέος, δεν μπορεί να το ελαφρύνει.


Μοναδικό αντίβαρο, η ελπίδα να πραγματωθεί κάποτε ο βαθύς πόθος του Albert Camus: «Να ξαναπλαστεί ο άνθρωπος στα μέτρα του ανθρώπου και με την έγνοια για τον άνθρωπο». Μια ελπίδα τόσο μακρινή, τόσο μακρινή, που μοιάζει – αλίμονο! – φρούδα…