Μέχρι πριν από λίγους μήνες, όταν διάβαζα για τα αποτελέσματα των ελέγχων που διενεργεί το Ελεγκτικό Συνέδριο, έμενα έκπληκτος από το μέγεθος των «ατασθαλιών» που διαπίστωνε σε πλείστες δραστηριότητες του κράτους. Ευτυχώς, σκεπτόμουν, που διαθέτουμε αυτόν τον αποτελεσματικό θεσμό ώστε να ελέγχονται και να τιμωρούνται οι επίορκοι δημόσιοι υπάλληλοι. Ηταν τόση η εμπιστοσύνη μου στην αξιοπιστία των σχετικών ελέγχων ώστε αντιμετώπιζα με καχυποψία όσα άκουγα κατά καιρούς από άλλους παθόντες για τις υπερβολές στις οποίες συστηματικά επιδίδονται οι ζηλωτές του Ελεγκτικού Συνεδρίου. Ωστόσο έκτοτε, με βάση την περίπτωση στην οποία θα αναφερθώ, άρχισα να αμφιβάλλω και εύχομαι η κυβέρνηση να δει το πρόβλημα στο πλαίσιο των εξαγγελιών της επανίδρυσης της δημόσιας διοίκησης.


Είμαστε στις αρχές του 1997. Τότε η Γενική Συνέλευση του Τμήματος Οικονομικής Επιστήμης του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών με όρισε εκπρόσωπο για δύο χρόνια στην «Επιτροπή» που εποπτεύει τη διαχείριση του Κέντρου Οικονομικής Ερευνας του πανεπιστημίου μας. Αλλά επειδή λόγω έλλειψης χρόνου αδυνατούσα να συμβάλω όσο χρειαζόταν, μέσα σε λίγους μήνες παραιτήθηκα και στη θέση μου ορίστηκε άλλος συνάδελφος από το Τμήμα μας. Στο σημείο αυτό πρέπει να επισημάνω ότι η θητεία στην «Επιτροπή» θεωρείται μέρος των καθηκόντων μας και δεν συνοδεύεται από κάποια ιδιαίτερη αποζημίωση.


Κατά τους μήνες που υπηρέτησα στην «Επιτροπή» έτρεχαν ήδη δεκάδες έργα με προϋπολογισμούς πολλών εκατομμυρίων υπό την επίβλεψη του διευθύνοντος συμβούλου του κέντρου και ενός εκ των αντιπρυτάνεων του πανεπιστημίου μας. Για τη μεγάλη πλειονότητα των έργων δεν έλαβα γνώση, γιατί δεν ήλθαν ποτέ ενώπιον της «Επιτροπής», ενώ για τα λίγα έργα που μας απασχόλησαν δεν επισημάνθηκαν ιδιαίτερα προβλήματα. Γι’ αυτό, όταν παραιτήθηκα, δεν μπορούσα να φανταστώ ότι θα συνέβαιναν τα ακόλουθα.


Ενα από τα έργα που έτρεχαν και δεν ήλθαν ενώπιον της «Επιτροπής» κατά τους λίγους μήνες της θητείας μου αφορούσε την αγορά βιβλίων για τη βιβλιοθήκη του πανεπιστημίου. Επιστημονικός υπεύθυνος ήταν ο καθηγητής κ. E. Γιαννακουδάκης. Αυτός, προκειμένου να μη «χαθούν» τα χρήματα λόγω των στενών χρονικών περιθωρίων, αποφάσισε να αγοράσει τα βιβλία από μειοδότη σε διαγωνισμό τον οποίο είχε διενεργήσει πριν από λίγους μήνες το πανεπιστήμιο. Και μάλιστα με καλύτερους όρους. Ετσι, όπως ήταν εύλογο, ούτε ο ίδιος ούτε η διοίκηση του ερευνητικού κέντρου μπορούσαν να φανταστούν πως αρκετά χρόνια αργότερα θα ερχόταν το Ελεγκτικό Συνέδριο και θα αποφαινόταν ότι:


Πρώτον, το ερευνητικό κέντρο αποτελεί ξεχωριστή νομική οντότητα από εκείνη του πανεπιστημίου, οπότε έπρεπε να διενεργηθεί καινούργιος διαγωνισμός.


Δεύτερον, εκτός από τον επιστημονικό υπεύθυνο και τους διαχειριστές του ερευνητικού κέντρου, ευθύνη φέρουν επίσης και όσοι καθηγητές υπηρέτησαν στην επιτροπή τα χρόνια που έτρεχε το έργο.


Τρίτον, ο καθένας μας ευθύνεται, όχι για όποια διαφορά λόγω μη διενέργειας νέου διαγωνισμού, αλλά εις ολόκληρον για την αξία των βιβλίων που αγοράστηκαν και βρίσκονται ήδη στη βιβλιοθήκη του πανεπιστημίου!


Εξαιτίας όλων των ανωτέρω περίπου 15 καθηγητές βρισκόμαστε στις εφορίες με καταλογισμό 21 εκατ. δραχμών ο καθένας μας, με όλες τις συνέπειες που αυτό συνεπάγεται. Λόγω λοιπόν της σοβαρότητος του θέματος που έχει προκύψει θα χρειαστεί να επανέλθω.


Ο κ. Γεώργιος K. Μπήτρος είναι καθηγητής και πρόεδρος του Τμήματος Οικονομικής Επιστήμης του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών.