Το περίγραμμα του Πανεπιστημίου ως εκπαιδευτικού και ερευνητικού θεσμού, ιδιαίτερα ως πεδίου (ανα)παραγωγής της επιστημονικής γνώσης και με συγκεκριμένους όρους ως προς την ανάδειξή της σε «δημόσιο» αγαθό, δεν παραμένει και στις μέρες μας αυτονόητα ακέραιο. Με τις συνολικές πιέσεις ιδιωτικοποίησης που δέχεται η Ευρωπαϊκή Ενωση, στο πλαίσιο του διεθνούς καταμερισμού που υφίσταται η αντίθεση κεφαλαίου και εργασίας, στοιχειοθετούνται ήδη ευκρινώς ορισμένες τάσεις που, αν επικρατήσουν, θα αναδιατάξουν τη φυσιογνωμία του «δημόσιου» Πανεπιστημίου. Μνημονεύω τις κυριότερες που ωθούν, ήδη από την υπουργία Γ. Σουφλιά, στη μετατροπή των «Universitas» σε «Multiversitas»:


α. πολυεπίπεδη διαίρεση των σπουδών (ανά δύο προπτυχιακοί και μεταπτυχιακοί κύκλοι)·


β. επομένως προγράμματα σπουδών πολλαπλών ταχυτήτων, διαφοροποιημένης διάρκειας και στους κόλπους μιας ενοποιημένης τριτοβάθμιας εκπαίδευσης·


γ. όξυνση της διελκυστίνδας ανάμεσα στην «παιδεία» και στην «κατάρτιση» με κριτήριο την αρχή της «αποτελεσματικότητας»·


δ. γενίκευση των πολυμέσων και της τηλεκπαίδευσης·


ε. μονόπλευρη σχέση των γνωστικών αντικειμένων και της σύστοιχης θεσμοποιημένης κατανομής τους με τον κοινωνικό καταμερισμό της εργασίας·


στ. μετάθεση του φοιτητικού πληθυσμού από τη θέση των φορέων δικαιώματος πανεπιστημιακής παιδείας στη ζήτηση μέσω οικονομικής ευχέρειας πληρωμής διδάκτρων·


ζ. διεύρυνση του χρόνου έναρξης και ιδίως ολοκλήρωσης των σπουδών με την είσοδο στη διά βίου εκπαίδευση, την οποία καθιστά ευχερή η επαγγελματική αξιοποίηση του υπό διάθεση χρόνου·


η. εναγκαλισμός της ακαδημαϊκής έρευνας από τον κερδώο Ερμή και τις υπαγορεύσεις του·


θ. γενίκευση των συνθηκών «ανταγωνισμού» στο σύνολο του διδακτικού και ερευνητικού έργου που προσφέρουν τα επί μέρους Τμήματα και «αξιολόγηση» των Πανεπιστημίων·


ι. απίσχνανση του αναστοχαστικού ρόλου των πανεπιστημιακών·


ια. υπερεθνικά πρότυπα, στο πλαίσιο των οδηγιών της Ευρωπαϊκής Ενωσης που εξειδικεύει η γραφειοκρατία των Βρυξελλών ως «πνευματική τεχνολογία», καθοδήγησης της έρευνας καθώς και του τρόπου οργάνωσης των προπτυχιακών και των μεταπτυχιακών προγραμμάτων σπουδών.


Πώς θα μπορούσε να εκδιπλωθεί μια συγκροτημένη πανεπιστημιακή πολιτική, δηλαδή από τους πανεπιστημιακούς (ως) διανοουμένους που διαβλέπουν πού θα απολήξουν οι τάσεις που μόλις κατέγραψα; Και μάλιστα όχι μόνο στον περίβολο του ελληνικού Πανεπιστημίου, για μια ριζική αλλαγή πλεύσης που θα τεκμηριώνεται μέσα από ένα forum διαρκούς παρουσίας και ανάδρασης; Στο επίκεντρο των διεκδικήσεων ενός τέτοιου κινήματος θα έπρεπε να τεθεί ο συνεχής εκδημοκρατισμός του θεσμικού περιγράμματος αυτοδιοίκησης του Πανεπιστημίου, η μέριμνα για την προστασία της ακαδημαϊκής ελευθερίας, η φροντίδα για τη θεματολογική και ιδίως τη μεθοδολογική ανανέωση των επιστημών, η αναζήτηση της αμφίπλευρης συνάφειας γνωστικών αντικειμένων και αναδιατασσόμενου κοινωνικού καταμερισμού της εργασίας και προφανώς η μεγιστοποίηση της συμβολής του στην αρτίωση πτυχών της κοινωνικής συνείδησης.


Θέση αιχμής (και όχι στάση οπισθοφυλακής) είναι ότι η πανεπιστημιακή παιδεία αποτελεί αδιαπραγμάτευτο δημόσιο αγαθό που προσφέρεται, σύμφωνα με την επιταγή του Συντάγματος, δωρεάν. Συνακόλουθα, η αυτοτέλεια του Πανεπιστημίου κατανοείται ως λειτουργική, εκπαιδευτική και ερευνητική αυτονομία που αποκρούει τόσο τις κρατικές πιέσεις όσο και τις διεμβολές που πολλαπλασιάζει ο κερδώος Ερμής της αγοράς. Είναι επίσης αναγκαίο το Πανεπιστήμιο να διατηρήσει και να διευρύνει την ιδιοσυστασία του ως πνευματικό ίδρυμα, στους κόλπους του οποίου θα (ανα)παράγεται η γνώση με τρόπο (αυτο)κριτικό χωρίς να εξαντλείται στο στενό ορίζοντα της επαγγελματικής κατάρτισης, έτσι ώστε να «συντείνει στη διαμόρφωση υπεύθυνων ανθρώπων με επιστημονική, κοινωνική, πολιτιστική και πολιτική συνείδηση» (N. 1268, άρθρο 1 § 2ιι).


Από τους εμπνευστές αυτής της νομοθετικής πράξης, ο καθηγητής Δημήτρης Ρόκος, γενικός Γραμματέας του υπουργείου Παιδείας κατά τα έτη 1981-1983, συνέλεξε «μετά είκοσι έτη» σε αυτοτελή τόμο («Εναλλακτικές Εκδόσεις») τα κείμενα που εξηγούν τι οδήγησε στο «Νόμο πλαίσιο» και πώς αυτός στη συνέχεια («ιδιαίτερα μετά το 1985») υπονομεύθηκε. Διατηρεί ο μάχιμος συνάδελφος, ως πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης εδώ και σαράντα περίπου χρόνια, την προσήλωσή του στην αποστολή ενός «αυτοδιοικούμενου δημόσιου και κοινωνιοκεντρικού» Πανεπιστημίου, δηλαδή στην «υπηρεσία της ελεύθερης έρευνας και διδασκαλίας» και για τούτο «μη υποταγμένου στα συμφέροντα της ασύδοτης μονοκρατίας της αγοράς». Και για μια ακόμη φορά συστρατεύεται στις «νέες αποτελεσματικές αντιστάσεις και συλλογικότητες». Προφανώς δεν είναι ο μόνος στην εκδίπλωση ενός τέτοιου πανεπιστημιακού κινήματος…


Ο κ. Παναγιώτης Νούτσος είναι καθηγητής της Κοινωνικής και Πολιτικής Φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων.