Η θεωρία του Ηράκλειτου για την αέναη ροή των πάντων βρίσκει εφαρμογή όχι μόνο στη φύση και στο σύμπαν αλλά και στην ανθρώπινη σκέψη και δη στις πολιτικές αποφάσεις. H ρευστότητα των πολιτικών θέσεων, ανάλογα με τις εκάστοτε περιστάσεις, κάθε άλλο παρά νεωτερισμό αποτελεί και οι σχετικές περιπτώσεις είναι ουκ ολίγες από αρχαιοτάτων χρόνων. Ο λαός ανέκαθεν εντόπιζε και επέκρινε το ευμετάβλητο των πολιτικών τοποθετήσεων ορισμένων πολιτών ή πολιτικών, οι οποίοι ανάλογα με τις απόψεις που κάθε φορά επικρατούν ή με το εκάστοτε συμφέρον τους δεν διστάζουν να αλλάζουν διαρκώς στρατόπεδο και να επαινούν με θέρμη αυτά ακριβώς που κατά το παρελθόν μέμφονταν με μένος. Ετσι ο λαός τους έχει προσδώσει αμείλικτους αλλά ευτράπελους μεταφορικούς χαρακτηρισμούς, προερχόμενους από στοιχεία του άμεσου περιβάλλοντός του, τα οποία χαρακτηρίζονται για την αστάθεια και την ευκινησία τους: ο ευκόλως μεταβάλλων την πολιτική του κυρίως αλλά και γενικώς οποιαδήποτε άλλη τοποθέτηση στα μάτια του λαού είναι ανεμόμυλος, ανεμοδούρα και παλάντζα· επίσης, τα συναισθήματα απέχθειας του λαού προς τη συγκεκριμένη πολιτική ή γενικότερη συμπεριφορά περιγράφηκαν με την αναλόγως αηδή φράση: γλείφει εκεί που έφτυνε.


Αλλά και στην αρχαία Ελλάδα η δυσαρέσκεια και η διάθεση διακωμώδησης δεν υστερούσαν στις περιπτώσεις αυτές, όπως προκύπτει από τους σχετικούς χαρακτηρισμούς, και εκείνη την εποχή ο συγκεκριμένος τύπος πολιτικής συμπεριφοράς θύμιζε αντικείμενα και φαινόμενα που διακρίνονταν για την ευμεταβλητότητά τους.


Ο κόθορνος, το άνετο και εύχρηστο υπόδημα των αρχαίων Ελλήνων, επειδή μπορούσε να φορεθεί «τοις ποσίν αμφοτέροις» καθώς το κάθε ζεύγος απετελείτο από δύο εντελώς όμοια υποδήματα και δεν αντιστοιχούσε κάποιο αποκλειστικά στο δεξί ή στο αριστερό πόδι ή κατά μια άλλη, οψιμότερη άποψη επειδή «και ανδράσι και γυναιξίν εφαρμόττειν», αναβαθμίστηκε σε όρο της πολιτικής ζωής των Αθηναίων και απετέλεσε τον τίτλο του έργου του κωμικού ποιητή του 5ου αι. π.X. Φιλωνίδη, περιγράφοντας αυτόν που «αναίνεται σοβαρώς ον αρτίως επόθει», που καταφρονεί δηλαδή με δριμύτητα εκείνον που προ ολίγου αγαπούσε. Ως «υπόδημα αμφοτεροδέξιον» ή «αμφιδέξιον» έγινε παροιμιώδες με τη φράση «ευμεταβολώτερος κοθόρνου», που χρησιμοποιείτο «επί των πάσιν εφαρμοζόντων», «επί των ευμεταβόλων και ευμεταθέτων», «επί των μετατρεπομένων συνεχώς». Οταν ο ρήτορας Θηραμένης στην Αθήνα άλλαζε στρατόπεδα μεταξύ ολιγαρχικών και δημοκρατικών, «διά το μη μόνιμον, αλλά και επαμφοτερίζον αεί τη προαιρέσει της πολιτείας», ονομάστηκε και έμεινε στην ιστορία ως κόθορνος: «Κόθορνος έστιν υποδήματος είδος εφαρμόζοντος και δεξιώ και αριστερώ ποδί όθεν και Θηραμένην, τον επί των Τριάκοντα κόθορνον εκάλουν οι Αθηναίοι».


Οπως στη νεοελληνική υπάρχουν οι παρομοιώσεις με ανεμόμυλο και ανεμοδούρα, έτσι και στην αρχαία ελληνική γλώσσα βρίσκουμε συσχετισμούς της συγκεκριμένης συμπεριφοράς, που θεωρείται αβαρής, με τον άνεμο. Στιγμάτιζαν και διακωμωδούσαν την πολιτική ευκινησία διά της υπερβολής παρομοιάζοντας τους ανθρώπους αυτούς με υπάρξεις άυλες, ανάλαφρες και αέρινες, που μεταφέρονται προς την κατεύθυνση της εκάστοτε πνοής του ανέμου· έτσι, «επί των ευμεταβόλων και κούφων» χρησιμοποιούσαν τον χαρακτηρισμό «ανέμου παιδίον» ή «οξύτερος πτερού την ροπήν» γι’ αυτόν που κλίνει προς τη μία ή την άλλη κατεύθυνση πιο γρήγορα και από φτερό.


Δεν μεταβάλλει όμως την κατεύθυνσή του με ευκολία μόνο ο άνεμος αλλά και τα νερά και τα συγκεκριμένα νερά που αενάως κάνουν αυτό ακριβώς είναι για τους Ελληνες εκείνα του Ευρίπου. Ετσι η εν λόγω τακτική παραλληλίστηκε με την παλίρροια του Ευρίπου, του οποίου τα νερά μεταβάλλουν την κατεύθυνση τουλάχιστον ανά έξι ώρες και η λέξη Εύριπος αναφερόμενη σε άνθρωπο χρησιμοποιείτο «επί των ράστα μεταβαλλομένων και ασταθμήτων ανθρώπων», επί όσων «…ευρίπου δίκην τήδε και τήδε προς το συντυχόν ετράποντο», επ’ αυτών που κινούνται «ώσπερ Εύριπος άνω και κάτω φέρεται» και σε μια πιο υπερβολική διατύπωση «…πλείους τραπόμενος τροπάς του Ευρίπου…», για εκείνον δηλαδή που αλλάζει κατεύθυνση, συχνότερα και από τον Εύριπο· αντιθέτως, για τον άνθρωπο με σταθερή βούληση αναφέρεται επαινετικά ότι «ου μεταρρεί ώσπερ Εύριπος», ενώ σώζεται στις πηγές και απόκρουση και των τριών παραλληλισμών μαζί: «Εμέ δε μήτε κόθορνον μήτε Εύριπον μήτε ανέμου παιδίον ηγήση ταις γενομέναις διαλλαγαίς».


Αν η ιστορία έχει δείξει ότι η πολιτική ευμεταβλητότητα πολιτών και πολιτικών αποτελεί φυσικό φαινόμενο ανάλογο εκείνου του Ευρίπου, τότε δεν υπάρχει αμφιβολία ότι θα συνεχίσει να συμβαίνει και να αποτελεί τον πολύχρωμο τόνο της κοινωνίας μας.


Ο κ. Παναγιώτης B. Φάκλαρης είναι αναπληρωτής καθηγητής Κλασικής Αρχαιολογίας στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, μέλος της πανεπιστημιακής ανασκαφής της Βεργίνας.