H νοσηλεία σε ράντζα σε κάποιον διάδρομο δημόσιου νοσοκομείου της χώρας μας είναι ο χώρος και ο τρόπος με τον οποίο απαξιώνεται η ανθρώπινη αξιοπρέπεια. Αν και ο σεβασμός της διδάσκεται τόσο σε προπτυχιακό επίπεδο όσο και μεταπτυχιακά, εν τούτοις η καθημερινή πρακτική των νοσοκομείων μας αποδεικνύει ότι η διδασκαλία αυτή δεν είναι αποτελεσματική.


Πώς εξηγείται η πρακτική των ράντζων στην Ελλάδα, σε μια χώρα-μέλος της Ευρωπαϊκής Ενωσης, που βρίσκεται, μας λένε, στον δρόμο της οικονομικής σύγκλισης με τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες; Πώς είναι δυνατόν, ενώ ο αριθμός των νοσηλευτικών κλινών έχει διπλασιαστεί τα τελευταία 20 χρόνια και καινούργια νοσοκομεία έχουν χτιστεί σε όλη την επικράτεια, τα ράντζα να παραμένουν;


Το θλιβερό αυτό φαινόμενο με έχει απασχολήσει από μακρού και νομίζω ότι η αιτιοπαθογένειά του οφείλεται σε πολλούς παράγοντες. Ετσι αποφάσισα να την περιγράψω γνωρίζοντας ότι πολλοί θα ενοχληθούν. Θα συζητήσω λύσεις του. Αυτές που εφαρμόζονται αλλού στον υπόλοιπο κόσμο.


Γιατί λοιπόν ράντζα στα νοσοκομεία μας;


Ενας από τους καθοριστικούς λόγους της παράδοξης αυτής λειτουργίας των δημόσιων νοσοκομείων μας είναι η ανεπαρκής, από πλευράς γνώσης ή και διάθεσης, προσφορά των ιατρών μας. Ελεγχος ή επιτήρηση της ιατρικής τους επάρκειας δεν υπάρχει. Είναι θλιβερό το γεγονός ότι, μετά την πρόσληψη κάποιου σε νοσοκομείο, η προσφορά του και η επιστημονική του πορεία παραμένουν ανέλεγκτες. Επιπροσθέτως, η συνεχιζόμενη εκπαίδευση των ιατρών στις διάφορες νοσηλευτικές μονάδες κυμαίνεται από ανύπαρκτη σε εθελοντική και σπανίως άριστη. Στο εξωτερικό τόσο ο έλεγχος της ιατρικής ικανότητας των ιατρών όσο και η συνεχιζόμενη εκπαίδευσή τους επιτελούνται κατά τακτά χρονικά διαστήματα από επιτροπές που ορίζονται από τις ιατρικές επιστημονικές εταιρείες και το υπουργείο Υγείας.


Καιρός είναι και στη χώρα μας οι επιστημονικές ενώσεις των ιατρών να αναπτύξουν μηχανισμούς που θα εποπτεύουν τόσο την ποιότητα της προσφοράς των ιατρών όσο και τη συνεχιζόμενη εκπαίδευσή τους. Ετσι είναι βέβαιον ότι θα βελτιστοποιηθεί τόσο η ιατρική τους επάρκεια όσο και η ποιοτική και ποσοτική λειτουργία των νοσοκομείων μας.


Ενας άλλος λόγος είναι η υπολειτουργία των διαγνωστικών εργαστηρίων στα νοσοκομεία. Τα διαγνωστικά εργαστήρια, που θα έπρεπε να αποτελούν την καρδιά των νοσηλευτικών μας ιδρυμάτων, δυστυχώς στη χώρα μας συχνά υπολειτουργούν. Αυτό αποδίδεται είτε στην έλλειψη προσωπικού είτε και στη μειωμένη απόδοση των ιατρών, γιατί δεν τους παρέχονται ικανά κίνητρα για ποιοτική και ποσοτική απόδοση. Απογευματινές βάρδιες λειτουργούν σπανίως και το Σαββατοκύριακο τα εργαστήρια καλύπτουν μόνο έκτακτες ανάγκες.


Πώς αντιμετωπίζεται το πρόβλημα αυτό;


Μόνο νομοθετικά. Οφείλει η πολιτεία να μελετήσει τις πραγματικές ελλείψεις των νοσοκομείων τόσο σε προσωπικό όσο και σε τεχνολογικό εξοπλισμό και να τις καλύψει. Επιπροσθέτως όμως θα πρέπει να μετατρέψει τη λειτουργία των εργαστηρίων από πρωινής μόνο σε πλήρους λειτουργίας, καλύπτοντας όλες τις ώρες της ημέρας, με προσωπικό κυλιομένου ωραρίου, όπως αυτό εφαρμόζεται και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες.


Μια άλλη ελληνική πρωτοτυπία που οδηγεί στη δυσλειτουργία των νοσηλευτικών μας ιδρυμάτων είναι ο παράνομος χρηματισμός του προσωπικού τους, φαινόμενο που υποβαθμίζει την ανθρώπινη οντότητα, τόσο του αποδέκτη όσο και του «ευγνωμονούντος» ασθενούς. Το φαινόμενο μπορεί να εξαλειφθεί μόνο εφόσον η πολιτεία δώσει ικανά κίνητρα στους λειτουργούς της υγείας αλλά παράλληλα ενημερώσει σωστά και τον ελληνικό λαό ώστε ενσυνείδητα να απορρίπτει αυτή την τακτική. H θέσπιση αυστηρών κυρώσεων δεν θα έβλαπτε επίσης!


Πρέπει όμως η πολιτεία να λάβει και άλλα μέτρα για την εξάλειψη των ράντζων. Οταν το εφημερεύον νοσοκομείο παρουσιάζει έλλειψη νοσηλευτικών κλινών, θα πρέπει να εξασφαλίζεται η ασφαλής διακομιδή των πλεοναζόντων ασθενών με ασθενοφόρο σε νοσοκομείο της ίδιας περιοχής που διαθέτει κενές κλίνες.


Για τα νοσοκομεία της Αθήνας μια άλλη παράμετρος που δεν πρέπει να αγνοηθεί είναι η δυσλειτουργία των νοσηλευτικών ιδρυμάτων των γειτονικών της πόλεων.


Πολλοί ασθενείς διακομίζονται στην Αθήνα με έξοδα του κράτους χωρίς ουσιαστικό λόγο και ουδείς ελέγχει τον ιατρό για την άσκοπη εντολή διακομιδής. Πιστεύω ότι όλες αυτές οι τακτικές μπορούν να εκλείψουν με νομικό πλαίσιο που θα τηρείται με σχολαστικότητα.


Γιατί όμως οι νοσηλευτικές κλίνες πολλών εφημερευόντων νοσοκομείων είναι κατά κανόνα κατειλημμένες;


Επειδή πιθανόν το νοσοκομείο είναι φημισμένο και συνωστίζονται σε αυτό ασθενείς από όλη την Ελλάδα. Είναι καιρός η πολιτεία μας με αντικειμενικούς μηχανισμούς να αναγνωρίσει ποίες νοσηλευτικές μονάδες μπορούν να χαρακτηριστούν κέντρα αναφοράς για ορισμένες ομάδες νοσημάτων. Οι μονάδες αυτές θα πρέπει να απαλλάσσονται από τον φόρτο των κοινών και εύκολα αναγνωρίσιμων νοσημάτων.


Τέλος, το υπουργείο θα πρέπει σε κάθε νοσοκομείο να δημιουργήσει ανεξάρτητες επιτροπές που αυστηρά θα ελέγχουν την καλή ή κακή χρήση των νοσηλευτικών κλινών. Ετσι θα αποφευχθεί το φαινόμενο της εισαγωγής ασθενών χωρίς ουσιαστικό λόγο ή για την «ταχύτερη» εξυπηρέτηση των φίλων, των επωνύμων και των «ευγνωμονούντων» ασθενών.


Σε αυτό το βραχύ κείμενο προσπάθησα να περιγράψω τις πολλές αιτίες που οδηγούν στα ράντζα και να προτείνω λύσεις για την επίλυση του προβλήματος. Πιθανόν τώρα, μια και όλα τα πολιτικά κόμματα συζητούν για τη βελτίωση του συστήματος υγείας, κάποιος από αυτούς να διαθέσει ευήκοον ους.


Ο κ. Χαράλαμπος M. Μουτσόπουλος είναι καθηγητής της Ιατρικής στο Πανεπιστήμιο Αθηνών.