Στον διάλογο που διεξάγεται ανάμεσα στον Νίκο Μουζέλη και στον Γιάννη Βούλγαρη σχετικά με το ζήτημα «γιατί αποτυγχάνουν οι μεταρρυθμίσεις στην Ελλάδα» θα μπορούσε ενδεχομένως να παρεμβληθεί μια τρίτη άποψη, που παρουσιάζεται συνοπτικά στη συνέχεια.


Το ακριβές περιεχόμενο της έννοιας της «κοινωνίας των πολιτών» οφείλει να αναζητηθεί στη σφαίρα της ελευθερίας και του αυτοκαθορισμού της δράσης των ανθρώπων. Στην απουσία, δηλαδή, εμποδίων και δεσμεύσεων στη συμπεριφορά και στις μεταξύ τους σχέσεις, αλλά και στη συνειδητοποίηση ότι η ελευθερία του καθενός δεν μπορεί να ασκείται εις βάρος της ελευθερίας των άλλων, δεδομένου ότι όλοι διαθέτουν ίσα δικαιώματα στην ελευθερία τους.


Βασική διάσταση της κοινωνίας των πολιτών αποτελεί, συνεπώς, όχι μόνο η «αρνητική» αλλά και η «θετική» ελευθερία. Τουτέστιν, η ύπαρξη κανόνων και αρχών που τίθενται με τρόπο κοινά αποδεκτό για τη διαχείριση της ελευθερίας του καθενός. Γιατί έτσι προάγεται το αίσθημα της εμπιστοσύνης και της σταθερότητας στις κοινωνικές σχέσεις και συναλλαγές.


Αρα εχθρός της κοινωνίας των πολιτών αποτελεί ο κάθε είδους και μορφής ολοκληρωτισμός, η απουσία δηλαδή ορίων, αρχών και κανόνων στην άσκηση της εξουσίας, είτε αυτή προέρχεται από το κράτος και την κυβέρνηση είτε από άλλα συμφέροντα και αντιλήψεις στην οικονομική, την κοινωνική ή την ιδεολογική σφαίρα.


Το πρόβλημα είναι ότι στην Ελλάδα σχεδόν ποτέ δεν καταφέραμε να διαμορφώσουμε μια ισόρροπη σχέση ανάμεσα στο κράτος και στην κοινωνία των πολιτών. Είτε γιατί πλεόνασαν η αυταρχικότητα των εξουσιαστικών δομών και η ελλειμματική λειτουργία της δημοκρατίας είτε γιατί η κοινωνία (και η οικονομία) λειτούργησε δίχως κανόνες και αρχές και δίχως ένα κράτος ικανό να εγγυηθεί την απόδοση της δικαιοσύνης, την εξομάλυνση των κοινωνικών αντιθέσεων και την προάσπιση του κοινού συμφέροντος.


Το μοντέλο κρατικής διοίκησης και διακυβέρνησης υπήρξε συχνά αυταρχικό, αντιδημοκρατικό και άκρως συγκεντρωτικό αλλά και εντυπωσιακά ατελέσφορο. Οχι μόνο λόγω της κακής ποιότητας των αποτελεσμάτων της δράσης του, είτε πρόκειται για την ισόρροπη εθνική ανάπτυξη και την προστασία του περιβάλλοντος είτε για την καταπολέμηση της διαφθοράς στη δημόσια ζωή, αλλά και λόγω της αδυναμίας του να μεταρρυθμιστεί και να εκσυγχρονιστεί.


Υπό την έννοια αυτή, η κρίση στη λειτουργία του κράτους συνοδεύτηκε και από μια δευτερογενή κρίση της ικανότητας διαχείρισης και αντιμετώπισης της κρίσης («crisis of the crisis management»).


Οι πολιτικές προσωπικότητες έχουν φυσικά το μερίδιο της ευθύνης τους, έστω και αν σπανίως το αναλαμβάνουν δημοσία. Εκείνο όμως που προέχει είναι η αλλαγή των συνθηκών παραγωγής πολιτικού λόγου, στρατηγικής και προσωπικού (πολιτικού και διοικητικού). Ζήτημα που άπτεται της αλλαγής του εκλογικού συστήματος, της δημοκρατικότερης οργάνωσης των κομμάτων, της προαγωγής της διαφάνειας και της ηθικής στη δημόσια ζωή, της ανεξαρτησίας της δικαιοσύνης, του εκδημοκρατισμού και της ουσιαστικής «επανίδρυσης» ενός σύγχρονου κράτους. Και βέβαια της αλλαγής «παραδείγματος» πολιτικής και διοικητικής κουλτούρας και νοοτροπίας.


Μιας κουλτούρας που δεν αρκεί να περιορίζεται σε μια λογική διαχείρισης του συστήματος αλλά να αποζητεί τη μεθοδική, δημοκρατική και υπεύθυνη αλλαγή του ίδιου του συστήματος διεύθυνσης των κοινών υποθέσεων της χώρας και του λαού.


Ο κ. Αντώνης Μακρυδημήτρης είναι καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών.