Μετά το μπαράζ των εξαγγελθεισών παροχών, η κυβέρνηση συνέχισε την περασμένη εβδομάδα να στέλνει μηνύματα αισιοδοξίας με την ανακοίνωση της «χάρτας σύγκλισης» της υλικής ευημερίας μας προς το μέσο ευρωπαϊκό επίπεδο. Μεταξύ των άλλων, ο κ. Πρωθυπουργός διαβεβαίωσε ότι ως το 2008 το κατά κεφαλήν εθνικό εισόδημα θα ανέλθει στο 80% του μέσου ευρωπαϊκού, από 71% που είναι σήμερα, και η ανεργία θα πέσει στο 6% του εργατικού δυναμικού, από 9% που είναι σήμερα.


Πολλοί, κυρίως φιλοκυβερνητικοί, δεν ενθουσιάστηκαν. Προς ποια Ευρώπη, διερωτήθηκαν, πρόκειται να συγκλίνουμε; Γιατί αν πρόκειται για την Ευρώπη των 15, τότε ίσως δεν είναι καθόλου άσχημο μέσα σε πέντε χρόνια να ανέλθουμε στο 80% του μέσου κατά κεφαλήν εισοδήματος από το 71% που είμαστε τώρα. Αλλά αν η σύγκριση γίνεται με την Ευρώπη των 25, τότε ο στόχος κάθε άλλο παρά ικανοποιητικός είναι, αφού οι 10 νέες χώρες που θα εισέλθουν είναι αρκετά φτωχότερες.


Περισσότεροι όχι μόνο δεν ενθουσιάστηκαν αλλά αντιμετώπισαν την ανακοίνωση της «χάρτας» απαξιωτικά ισχυριζόμενοι ότι πρόκειται για μια από τις υπερβάσεις που επιχειρούν κατά κανόνα η κυβέρνηση και το ΠαΣοΚ όταν βρίσκονται με την πλάτη στον τοίχο στις δημοσκοπήσεις. Πώς θα μειωθεί το ποσοστό της ανεργίας στο 6%, διερωτήθηκαν, χωρίς διαρθρωτικές αλλαγές και χωρίς ξένες επενδύσεις; Μπορεί η κυβέρνηση από τη μια μεριά να θωπεύει τους αριστερούς και τους κρατικοδίαιτους συνδικαλιστές και από την άλλη να κερδίσει την εμπιστοσύνη των ξένων επενδυτών; Δεν μπορεί. Συνεπώς, συμπέραναν, αφού δεν στοιχίζει τίποτε στην κυβέρνηση να ανακοινώνει στόχους χωρίς την πολιτική βούληση να τους επιτύχει, το όλο εγχείρημα δεν προσφέρεται για σοβαρή συζήτηση.


Προσωπικά εκτιμώ ότι η «χάρτα» αξίζει όσο και τα πενταετή προγράμματα οικονομικής αναπτύξεως τα οποία επεξεργαζόταν παλαιότερα το Κέντρο Προγραμματισμού και Οικονομικών Ερευνών. Δηλαδή ελάχιστα. Και τούτο για τους ακόλουθους λόγους. Πρώτον, γιατί η επίτευξη των στόχων στηρίζεται στην υπόθεση ότι το παρελθόν θα επαναληφθεί, ενώ αυτό που συμβαίνει συνήθως είναι το ξαφνικό και το αναπάντεχο. Δεύτερον, γιατί κανένας δεν μπορεί να προβλέψει την πορεία που θα ακολουθήσουν τα προσεχή χρόνια η διεθνής οικονομία, η διεθνοποίηση, οι τεχνολογικές εξελίξεις και πλείστοι άλλοι συστηματικοί και τυχαίοι παράγοντες. Τρίτον, γιατί από την εικοσαετή παρουσία τους στην εξουσία έχει διαπιστωθεί ότι οι κυβερνήσεις του ΠαΣοΚ δεν διαθέτουν την πολιτική βούληση να πάρουν τα μέτρα που χρειάζονται για τη διαμόρφωση ενός φιλικού επιχειρηματικού περιβάλλοντος. Λαμβάνουν σήμερα κάποια μέτρα τα οποία δημιουργούν ευνοϊκό κλίμα και στη συνέχεια όλα ανατρέπονται, με αποτέλεσμα να υπάρχει μεγάλη επιχειρηματική αβεβαιότητα. Τέταρτον, γιατί όλα τα μεγάλα διαρθρωτικά προβλήματα, που αφορούν το ασφαλιστικό, την αγορά εργασίας, τα κλειστά επαγγέλματα κτλ., εκκρεμούν. Πέμπτον, τέλος, αλλά όχι τελευταίο, γιατί η δημόσια διοίκηση βυθίζεται καθημερινά στη γραφειοκρατία και στη διαφθορά.


Εν κατακλείδι, από την πολύχρονη αδράνεια και αναβλητικότητα των κυβερνήσεων του ΠαΣοΚ, καθώς και από την έφεση των ηγεσιών τους να παρουσιάζουν ως εφικτούς στόχους τις δεσμεύσεις που θα έπρεπε να έχουν υλοποιήσει από προηγούμενες κυβερνητικές θητείες, το συμπέρασμα που βγαίνει είναι ότι η χάρτα είναι ένα ευχολόγιο το οποίο ανακοινώθηκε για καθαρά προεκλογικούς λόγους.


Ο κ. Γεώργιος K. Μπήτρος είναι καθηγητής του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών.