H πολιτική διαμάχη για τον πόλεμο στο Ιράκ τείνει να εξελιχθεί σε διαφωνία για τους ευρωπαϊκούς θεσμούς. Παρά τη γρήγορη νίκη των αμερικανικών και βρετανικών δυνάμεων και παρά την τελική συναίνεση στο Συμβούλιο Ασφαλείας για τις διαδικασίες ανοικοδομήσεως του άτυχου αυτού έθνους, η διαμάχη δεν τελείωσε ακόμη. Οι δύο αντιλήψεις περί του πολέμου έχουν μεταφερθεί στα θεσμικά ζητήματα της Ευρώπης και έχουν εξελιχθεί σε δύο διαφορετικές αντιλήψεις περί του διεθνούς ρόλου της Ευρώπης.


* Οι δύο στρατηγικές


H αντίθεση της γαλλικής και γερμανικής πλευράς στον πόλεμο πήγασε από μη περιστασιακές αιτίες. Από τις δηλώσεις και τις πράξεις των ηγετών των δύο χωρών φαίνεται ότι στρατηγική τους επιδίωξη δεν ήταν απλά η αποφυγή των εχθροπραξιών αλλά και η παράλληλη σύμπηξη ενός πειστικού και διαρκούς πόλου ισχύος στις διεθνείς σχέσεις, παράλληλο με αυτόν των ΗΠΑ.


Είτε ως Ενωμένη Ευρώπη είτε ως ομάδα κρατών στα πλαίσιά της, ο νέος πόλος ισχύος επιδιώκει αυτοτελή αμυντική ισχύ και αντιμετωπίζει επί ίσοις όροις τις παράλληλες πρωτοβουλίες της Αμερικής. Αυτό το νόημα έχει η στρατιωτική πρωτοβουλία Γαλλίας, Γερμανίας, Βελγίου και Λουξεμβούργου που ανακοινώθηκε τον Μάιο. Παράλληλες προτάσεις αναπτύχθηκαν στο πνεύμα αυτό και στις διαδικασίες της Συντακτικής Συνέλευσης, η οποία έληξε στις αρχές Ιουνίου, όπου η θεσμική κατοχύρωση Ευρωπαίου «Υπουργού Εξωτερικών» και η υπαγωγή εξωτερικής πολιτικής στις κοινοτικές διαδικασίες (και όχι σε οιονεί διακυβερνητικές) ήταν θέματα πρώτης προτεραιότητας.


Στον πυρήνα των στρατηγικών επιδιώξεων αυτών είναι η πεποίθηση ότι η Ευρώπη έχει να προσφέρει ένα συνολικά διαφορετικό πολιτικό πρόγραμμα, που εμπνέεται τόσο από το ευρωπαϊκό κοινωνικό μοντέλο όσο και από τις άλλες πολιτιστικές και ηθικές ευαισθησίες που διακρίνουν την Ευρώπη από την αμερικανική υπερδύναμη. Ο διαφορετικός πόλος εξουσίας έχει πολιτιστικό και ηθικό υπόβαθρο. H άποψη αυτή εκφράζεται μεταξύ άλλων εύγλωττα από τον Pascal Bruckner στο πρόσφατο δοκίμιό του «Ευρώπη: Μετάνοια και Εξάντληση» (στο περιοδικό «Dissent», άνοιξη 2003).


Μια εξίσου μεγάλη ομάδα χωρών όμως υπό τις Βρετανία, Ιταλία, Ισπανία και Πολωνία διαφωνεί με τη στρατηγική σκοπιμότητα της ανάπτυξης της Ευρώπης ως ανεξάρτητου πόλου εξουσίας. Κατά την άποψη αυτή, η Ευρώπη οφείλει να δρα συμπληρωματικά προς τις ΗΠΑ, χωρίς να τις ανταγωνίζεται, αφού τα στρατηγικά συμφέροντα των δύο πλευρών είναι κοινά και οι υπάρχοντες πολυμερείς θεσμοί ικανοποιητικοί. Οι όποιες διαφωνίες με την παρούσα κυβέρνηση Μπους δεν μπορούν να αλλάξουν τη θεμελιώδη κοινότητα συμφερόντων μεταξύ των δύο πλευρών ως ανεπτυγμένων δημοκρατιών. Αυτή είναι η στρατηγική του πρωθυπουργού Μπλερ, ο οποίος συμφωνεί δημοσίως με την αμερικανική κυβέρνηση ώστε να την επηρεάζει ιδιωτικώς. Ο πραγματισμός επιτάσσει μετριοπάθεια.


* H «Ευρώπη» ως αξία


H γαλλογερμανική πλευρά ισχυρίζεται σταθερά ότι εκείνη είναι περισσότερο πιστή στο ευρωπαϊκό ιδεώδες. Το επιχείρημα εδώ είναι ότι το ευρωπαϊκό ιδεώδες δεν αφορά μόνον επί μέρους επιδιώξεις οικονομικής και εξωτερικής πολιτικής – στα πλαίσια ενός αγγλοσαξονικού ενδεχομένως πραγματισμού – αλλά συμπυκνώνει και την επιθυμία για τον σχηματισμό ισχυρής και ενιαίας Ευρώπης ως αυτοτελούς σκοπού. Δεν είναι τυχαίο ότι οι υποστηρικτές του νέου διπολισμού είναι ακριβώς οι θερμότεροι θιασώτες της ομοσπονδίας. Εχει όμως η ευρωπαϊκή ολοκλήρωση αυτοτελή πολιτική αξία;


H γνώμη μου είναι ότι το ιδανικό της ένωσης ως αυταξίας παραμένει ακόμη εξαιρετικά συγκεχυμένο. Το αφηρημένο ιδεώδες της ένωσης συγχέει, για παράδειγμα, την ενιαία εξωτερική πολιτική και τη διατήρηση της ειρήνης με το ευρωπαϊκό κοινωνικό μοντέλο σαν να εξαρτάται η διατήρηση του τελευταίου από την επιτυχία της πρώτης. Τα δύο όμως πράγματα είναι ξεχωριστά.


Προσέξτε ότι όλες οι συνήθεις πολιτικές αξίες είναι ανεξάρτητες από την περαιτέρω ευρωπαϊκή ένωση. Πραγματικές αξίες είναι, για παράδειγμα, η ειρήνη, η οικονομική ευημερία, η κοινωνική δικαιοσύνη και η δημοκρατία. Καμία από αυτές τις αξίες δεν απαιτεί ως μέσον την πολιτική ένωση της Ευρώπης. H ειρήνη στο εσωτερικό της Ενωσης έχει ήδη επιτευχθεί απολύτως. H οικονομική ευημερία και η κοινωνική δικαιοσύνη δεν απαιτούν ομοιομορφία των οικονομικών πολιτικών, αφού οι συνθήκες είναι σε κάθε κράτος διαφορετικές. Παράλληλα ο συντονισμός και η συνεργασία στην οικονομική ή νομισματική πολιτική δεν απαιτούν απαραίτητα πολιτική ενότητα.


Οσον αφορά δε τη δημοκρατία και τις πολιτικές ελευθερίες, αυτές μάλλον υποχωρούν σε τεράστια υπερεθνικά μορφώματα ενώ καλλιεργούνται – όταν καλλιεργούνται – σε μικρότερου μεγέθους αυτοδιοικούμενες πολιτικές οντότητες. Συνεπώς, δεν έχουμε προφανή λόγο να επιδιώκουμε την ενοποίηση της Ευρώπης για χάρη άλλων βασικών αξιών.


* Πολιτιστική πρόταση


Αν όμως η ένωση δεν είναι μέσον για την επίτευξη άλλων σκοπών, ποιο είναι το περιεχόμενό της ως αυτοτελούς αξίας; Το επιχείρημα για την ευρωπαϊκή ένωση ως αυτοσκοπού θυμίζει παλαιότερες πολιτικές θεωρίες που βασίστηκαν στη συλλογική ταυτότητα. Για τις απόψεις αυτές, που κυριάρχησαν στην Ευρώπη κυρίως πριν από τον B’ Παγκόσμιο Πόλεμο, το έθνος, ή η εργατική τάξη, ή οι θρησκευτικοί συνομολογητές, ή – ακόμη χειρότερα – η φυλή ήταν το ορθό υποκείμενο της πολιτικής δράσης και το μέτρο της αξιολόγησής της. Σκοπός του πολιτικού αυτού «ρομαντισμού» ήταν η επιτυχία της συλλογικότητας και η έκφραση της αντίστοιχης ταυτότητας. Αν και οι παλαιές κατηγορίες έχουν πια υποχωρήσει και έχουν αντικατασταθεί από δημοκρατικές και ατομοκεντρικές αξίες, η «Ευρώπη» ως ιδεώδες φαίνεται να προσφέρεται ως μια νέα συλλογική ταυτότητα. H Ευρώπη και όχι το έθνος είναι πλέον μια νέα αποδεκτή συλλογικότητα, η ισχύς και η πρόοδος της οποίας αποτελούν αυτοσκοπό. Δεν νομίζω ότι αυτή η αναλογία είναι υπερβολική. Στο παραπάνω δοκίμιό του ο Bruckner, για παράδειγμα, γράφει: «Εμείς οι Ευρωπαίοι μπορούμε να αντισταθούμε στην κυριαρχία της αγγλικής γλώσσας και τον κεφαλαιοκρατικό καπιταλισμό της Wall Street… και να απορρίψουμε έναν κόσμο που επαναλαμβάνει το πρότυπο της αμερικανικής κοινωνίας».


Το επιχείρημα εδώ, που συμμερίζονται πολλοί φίλοι της Ευρώπης, στηρίζεται σε μια συνολική πολιτιστική και οικονομική πρόταση που υποτίθεται ότι αντιπροσωπεύει η Ευρώπη. Πουθενά όμως δεν παρουσιάζεται ποιες είναι ακριβώς οι ιδιαίτερες αξίες που εκφράζει η Ευρώπη και πώς ακριβώς διαφέρουν από τον αμερικανικό τρόπο ζωής. H κοινωνική δικαιοσύνη, τα ατομικά δικαιώματα, τα ελεύθερα πανεπιστήμια, η κριτική και ο πολιτισμός είναι εξίσου κομμάτι της αμερικανικής ζωής, τουλάχιστον όσο και της ευρωπαϊκής. Για κάθε Αμερικανό Ασκροφτ υπάρχει ο Ευρωπαίος Λεπέν ή Χάιντερ, στα περίχωρα ή και στο κέντρο της εξουσίας.


Το υποτίθεται ιδιαίτερο ευρωπαϊκό ιδεώδες παραμένει, κατά τη γνώμη μου, άκρως συγκεχυμένο και κατά τι αλλαζονικό, θυμίζοντας το γεγονός ότι ήδη από τον 19ο αιώνα και τον Tocqueville η ευρωπαϊκή αστική τάξη και η διανοητική της ελίτ – καθώς και η Καθολική Εκκλησία – βλέπουν τον αμερικανικό τρόπο ζωής ως υλιστικό, λαϊκό και χυδαίο.


* Οι πραγματικές αξίες


Πιστεύω ότι ως φίλοι της ιδέας της Ευρώπης πρέπει να αντισταθούμε στα επιχειρήματα πολιτιστικής ή άλλης συλλογικής ταυτότητας. H διαφωνία σήμερα για τον διεθνή ρόλο της Ευρώπης δεν είναι η διαφωνία μεταξύ ενός κοντόφθαλμου πραγματισμού και ενός γενναίου ευρωπαϊκού οραματισμού.


Αν η ισχύς της Ευρώπης δεν είναι αυτοσκοπός – γιατί οι πραγματικές πολιτικές αξίες είναι η ειρήνη, η ευημερία, η κοινωνική δικαιοσύνη και η δημοκρατία -, τότε οι αξίες μας μπορεί να εξυπηρετούνται καλύτερα από την προσεκτική και διπλωματική συνεργασία με την άλλη πλευρά του Ατλαντικού, χωρίς να χρειάζεται να δημιουργήσουμε νέο αυτοτελή πόλο στρατιωτικής ισχύος ή εξωτερικής πολιτικής.


Έχουμε φτάσει σε ένα καίριο σημείο όπου η τραγωδία της 11ης Σεπτεμβρίου και η ακραία πολιτική του Ρεπουμπλικανικού κόμματος απειλούν τους διεθνείς θεσμούς των τελευταίων 50 ετών και το κύρος του ΟΗΕ. Ο ρόλος της Ευρώπης θα πρέπει να είναι να προστατεύσει τους θεσμούς αυτούς με σύνεση και υπομονή. H Ευρώπη πρέπει να περιμένει την επιστροφή μιας πιο μετριοπαθούς πολιτικής ηγεσίας στον Λευκό Οίκο και οφείλει να στηρίξει, έμμεσα και προσεκτικά, το Δημοκρατικό κόμμα – και όχι να πείσει την αμερικανική κοινή γνώμη ότι η Ευρώπη είναι οριστικά με την άλλη πλευρά.


Θα είναι μοιραίο λάθος για την Ευρώπη να αποξενώσει τους φυσικούς της συμμάχους εξαιτίας μιας πεπλανημένης και αλαζονικής αίσθησης ανωτερότητας.


Ο κ. Παύλος Ελευθεριάδης είναι λέκτορας Νομικής στη London School of Economics.