Σε ένα πρόσφατο άρθρο μου («Πολιτισμός και βαρβαρότητα», «Το Βήμα της Κυριακής», 11.5.2003) υποστήριξα ότι η «ειρωνεία της ιστορίας» οδήγησε τους τρεις βασικούς παίκτες της ιρακινής κρίσης σε μια αντιστροφή ρόλων. Ο συνδυασμός νέων αντικειμενικών συνθηκών καθώς και στρατηγικών επιλογών των κυρίαρχων ελίτ οδήγησε σε ένα πέρασμα από τη χειραφέτηση στη χειραγώγηση σε ό,τι αφορά την πολιτική των Αμερικανών και των ισραηλινών συμμάχων τους, ενώ βλέπουμε έναν αντίστροφο ρόλο, από τον βάρβαρο σοβινισμό σε μια φιλειρηνική, πολιτισμένη στάση στην περίπτωση της μεταπολεμικής Γερμανίας.


Πιο συγκεκριμένα, σε ό,τι αφορά το Ισραήλ υποστήριξα πως η εβραϊκή εθνότητα έχει παίξει «τον πιο σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση και ανάπτυξη όλων των πολιτισμικών πτυχών της δυτικής νεωτερικότητας, από τη μουσική και τη λογοτεχνία ως την επιστήμη και τη φιλοσοφία… Ολα τα παραπάνω όμως δεν αναιρούν τον αρνητικό, βάρβαρο ρόλο που οι σιωνιστές και το κράτος του Ισραήλ έπαιξαν στη μεταπολεμική Μέση Ανατολή, και αυτό για έναν πολύ απλό λόγο: η ίδρυση του ισραηλινού κράτους-έθνους βασίστηκε στη βίαιη αρπαγή εδαφών που για πολλές γενιές ανήκαν σε Αραβες Παλαιστινίους» (σελ. A56).


Οι προφορικές και γραπτές αντιδράσεις στο άρθρο μου (βλ. την επιστολή του κ. Ροσ. Φακιολά στο «Βήμα», 16.5.2003, και του κ. Σ. Μιωνή, «Το Βήμα», 22.5.2003) δεν ασχολήθηκαν σοβαρά με το βασικό μου επιχείρημα· προσπάθησαν απλώς να αντιδράσουν στις θέσεις μου με μια σειρά επικρίσεις που εμποδίζουν τον ουσιαστικό διάλογο και συσκοτίζουν αντί να φωτίζουν τα πράγματα. Θα εξετάσω σύντομα τρεις στρατηγικές αποπροσανατολισμού που οι κριτές μου ακολουθούν.


* 1. H λογική των ίσων αποστάσεων


Ο κ. Φακιολάς, με πολύ ευγενικό τρόπο οφείλω να ομολογήσω, υποστηρίζει ότι στο άρθρο μου η αντικειμενικότητα παραβιάζεται, αφού επιρρίπτω «όλη σχεδόν την ευθύνη για τη συνεχιζόμενη αιματηρή διένεξη μόνο στους Ισραηλινούς». Θέλω να διαβεβαιώσω τον κ. Φακιολά ότι με κανέναν τρόπο δεν επιρρίπτω όλη την ευθύνη μόνο στους Ισραηλινούς, ούτε παραγνωρίζω τη συμβολή των τελευταίων στην «οικονομική και πολιτισμική αναμόρφωση της περιοχής». Ούτε βέβαια υποστηρίζω, όπως κατά τελείως παρανοϊκό τρόπο ισχυρίζεται ο κ. Μιωνής, την καταστροφή του Ισραήλ και τον αφανισμό από προσώπου γης των εβραίων! Το επιχείρημά μου είναι ότι με τη στρατηγική των ίσων αποστάσεων, με το εύκολο επιχείρημα πως και οι δύο πλευρές διέπραξαν σφάλματα και εγκλήματα, συσκοτίζουμε το πρόβλημα αγνοώντας την αρχική δημιουργία του προβλήματος, τον τρόπο δηλαδή ίδρυσης του ισραηλινού κράτους. Οπως και στην περίπτωση του Κυπριακού, αυτοί που ισχυρίζονται πως «και οι δύο πλευρές φταίνε» απλώς δεν διακρίνουν μεταξύ αρχικού θύτη και θύματος και αυτό εμποδίζει την αντικειμενική εξέταση των ιστορικών καταβολών της αραβοϊσραηλινής διένεξης. Το άρθρο μου αναφέρεται σαφώς στη διερεύνηση αυτών των καταβολών και όχι στο ποιος φταίει περισσότερο και ποιος λιγότερο για τις μετέπειτα εξελίξεις.


Για μένα ούτε η διακήρυξη Μπάλφουρ (που περιλήφθηκε στη βρετανική εντολή στην Κοινωνία των Εθνών το 1922) ούτε η απόφαση του ΟΗΕ το 1947 αλλάζουν τον βασικό χαρακτήρα της ίδρυσης του ισραηλινού κράτους. Πρόκειται σαφώς για μια προέκταση της βρετανικής αποικιοκρατίας, για μια παραχώρηση (ύστερα από άλλες πιέσεις) αποικιοκρατικών εξουσιών από τους Βρετανούς στους σιωνιστές σε μια περίοδο που, λόγω του ανερχόμενου αραβικού εθνικισμού, τα αποικιοκρατικά εγχειρήματα δεν ήταν δυνατόν να νομιμοποιηθούν.


Πιο συγκεκριμένα, είναι γνωστό ότι μετά την κατάρρευση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και πριν από την ίδρυση του κράτους του Ισραήλ ο εβραϊκός πληθυσμός στην Παλαιστίνη αποτελούσε μια μικρή μειοψηφία – η συντριπτική πλειοψηφία των κατοίκων ήταν Αραβες. (Το 1925 ο εβραϊκός πληθυσμός στην Παλαιστίνη ανερχόταν σε 108.000 και ως το 1933, σύμφωνα με επίσημους υπολογισμούς, είχε ανέλθει στους 238.000, δηλαδή στο 20% του συνολικού πληθυσμού.)


Το σχέδιο ίδρυσης ισραηλινού κράτους κάτω από τέτοιες συνθήκες είναι ανάλογο με την εξής υποθετική κατάσταση: ας φανταστεί ο αναγνώστης, μετά την κατάρρευση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας στον ελληνικό χώρο, μια σλαβική ας πούμε μειονότητα να προσπαθεί να ιδρύσει, μέσω μαζικού εποικισμού, ένα σλαβικό κράτος-έθνος σε ένα κομμάτι της Πελοποννήσου ή της Στερεάς Ελλάδας! Αλλά ακόμη και αν δεχθούμε πως η απόφαση του ΟΗΕ το 1947 νομιμοποιεί το σχέδιο ίδρυσης ισραηλινού κράτους, είναι γεγονός ότι κατά τη διάρκεια του πρώτου αραβοϊσραηλινού πολέμου (1948-49) το Ισραήλ κατέλαβε και ενσωμάτωσε μόνιμα περισσότερα εδάφη από αυτά που είχε προβλέψει η απόφαση του ΟΗΕ, εκτοπίζοντας συγχρόνως 800.000 Παλαιστινίους Αραβες που έγιναν πρόσφυγες. Στη σημερινή εποχή αυτό θα το ονομάζαμε εθνοκάθαρση.


Υπάρχει, τέλος, το επιχείρημα πως πλούσιοι σιωνιστές αγόρασαν παλαιστινιακές γαίες που ανήκαν σε απερχόμενους οθωμανούς μεγαλοκτηματίες. Αλλά αυτές οι γαίες αποτελούν ένα μικρό ποσοστό της γης που αρπάχτηκε βίαια. Επιπλέον η αγορά αυτή δεν νομιμοποιεί τον μαζικό εποικισμό που ακολούθησε. Για να ξαναπάρουμε το υποθετικό ελληνικό παράδειγμα, αν όταν απελευθερώθηκε η Θεσσαλία τα κτήματα των απερχόμενων τούρκων τσιφλικάδων τα αγόραζαν όχι πλούσιοι Ελληνες της Διασποράς (όπως και έγινε) αλλά μη Ελληνες με σκοπό τον εποικισμό και την ίδρυση ενός μη ελληνικού κρατιδίου στη Θεσσαλία, θα ήταν αυτό νόμιμο;


Είναι ακριβώς ιδρυτικά, θεμελιωτικά γεγονότα, όπως τα παραπάνω, που η στρατηγική των ίσων αποστάσεων, η στρατηγική τού «όλοι φταίνε», αποκρύπτει. Και η απόκρυψη της αλήθειας πάντα εμποδίζει την εξεύρεση μιας δίκαιης λύσης που για μένα, το επαναλαμβάνω, δεν σημαίνει την εξαφάνιση του ισραηλινού κράτους.


* 2. H λασπολογική στρατηγική


Με την επιστολή του κ. Μιωνή περνούμε από το επίπεδο της επιχειρηματολογίας σε αυτό της υβρεολογίας: κατά τον επιστολογράφο, με τα επιχειρήματά μου «ξεγυμνώνω τα ρατσιστικά μου αισθήματα». Αποκρύπτω το γεγονός πως αυτοί που κρατούν όμηρο την παγκόσμια ειρήνη δεν είναι η κυβέρνηση του Σαρόν αλλά οι «φανατικοί ισλαμιστές που με τη βοήθεια ρεβιζιονιστών σαν τον κ. Μουζέλη δεν μπορούν να χωνέψουν ότι ούτε ο Χίτλερ ούτε 1 δισεκατομμύριο ισλαμιστές κατάφεραν να αφανίσουν τον εβραϊκό λαό». Σε αυτού του είδους την υστερική αντίδραση θα απαντήσω λέγοντας πως ο κ. Μιωνής ή δεν διάβασε ή δεν κατάλαβε το άρθρο μου, που ήταν βασικά μια κριτική στην ουσιοκρατική / ρατσιστική αντίληψη περί εθνών ως εγγενώς «καλών» ή «κακών». Για να το επαναλάβω, το βασικό μου επιχείρημα ήταν πως κάθε λαός (ο αμερικανικός, ο γερμανικός, ο εβραϊκός και βεβαίως ο ελληνικός) μπορεί κάτω από ορισμένες συνθήκες να μεγαλουργήσει και κάτω από άλλες να συμπεριφερθεί βάρβαρα. (Παρεμπιπτόντως, επειδή ο κ. Μιωνής ανέφερε την LSE, όπου διδάσκω, θέλω να αναφέρω εδώ πως οι πιο στενοί μου φίλοι και συνεργάτες στο πανεπιστήμιο είναι εβραίοι. Μερικοί συμφωνούν με μένα και άλλοι όχι. Αλλά και οι μεν και οι δε βασίζουν τα επιχειρήματά τους σε κριτική σκέψη και όχι στον τύπο του δογματισμού που χαρακτηρίζει την επιστολή του κ. Μιωνή.)


* 3. H μετάθεση ευθυνών


Μια τρίτη τεχνική υπόσκαψης ουσιαστικού, ανοιχτού διαλόγου είναι αυτή που χρησιμοποιεί την τραγωδία του Ολοκαυτώματος για να εμποδίσει κάθε κριτική στάση έναντι της ισραηλινής κυβέρνησης. Το επιχείρημα έχει ως εξής: λόγω της ναζιστικής θηριωδίας κανένας δεν έχει το δικαίωμα να μιλάει εναντίον των εβραίων στο Ισραήλ ή αλλού. H κοινή λογική όμως επιβάλλει τον σαφή διαχωρισμό μεταξύ ναζιστικής βαρβαρότητας και αραβοϊσραηλινής διένεξης. Την ευθύνη για το Ολοκαύτωμα δεν την έχουν οι Αραβες αλλά οι ναζιστές και πιο γενικά ο γερμανικός λαός. H έμμεση μετάθεση της ευθύνης από τους υπεύθυνους / ισχυρούς στους αρχικά αθώους / ανίσχυρους δεν βοηθάει ούτε τον σοβαρό διάλογο ούτε την εξεύρεση μιας δίκαιης λύσης.


Θα τελειώσω θέτοντας τα εξής ερωτήματα στους κριτές του άρθρου μου, ερωτήματα που πρέπει να απαντηθούν χωρίς περιστροφές και νομικίστικα τεχνάσματα:


* Το γεγονός ότι πριν από χιλιάδες χρόνια οι εβραίοι κατοικούσαν την παλαιστινιακή γη νομιμοποιεί τη διά της βίας εγκαθίδρυση του ισραηλινού κράτους στη μεταπολεμική περίοδο;


* Σε ένα πλαίσιο όπου ο εβραϊκός πληθυσμός αποτελούσε μια μικρή μειονότητα, μια μικρή νησίδα σε μια αραβική λαοθάλασσα, με βάση ποιους δημοκρατικούς κανόνες νομιμοποιείται, μέσω μαζικού εποικισμού και αρπαγής γαιών, η ιδρυτική πράξη του κράτους του Ισραήλ;


* Υπήρξε ή όχι εθνοκάθαρση, δηλαδή βίαιη, μόνιμη εκτόπιση από τα πατρικά τους εδάφη 800.000 Παλαιστινίων κατά τη διάρκεια του πρώτου αραβοϊσραηλινού πολέμου;


Μόνο αν απαντήσει κανείς ειλικρινά στα παραπάνω ερωτήματα θα γίνει δυνατόν να περάσουμε από αποπροσανατολιστικούς διαξιφισμούς στον ουσιαστικό διάλογο.


Ο κ. Νίκος Μουζέλης είναι καθηγητής στη London School of Economics.