Ξεφυλλίζω μια θαυμάσια έκδοση με τίτλο «Μεσογαία: Ιστορία και πολιτισμός των Μεσογείων Αττικής», που πραγματοποίησε ο Διεθνής Αερολιμένας Αθηνών και συνέταξε μια ομάδα από επιστήμονες διαφόρων ειδικοτήτων (αρχαιολόγους, λαογράφους, αρχιτέκτονες κ.ά.). Μπράβο σε όλους! Και σ’ αυτούς που είχαν την ιδέα για το έργο και σ’ αυτούς που τής έδωσαν σάρκα και οστά. Αναφέρω τους Χρήστο Ντούμα, Ολγα Κακαβογιάννη, Γ. Σταϊνχάουερ, Ν. Σγουρίτσα, Ελ. Τσοφοπούλου, Ελ. Αλεξάκη, Αικ. Κρεμέζη, Μ. Δέδε, Ματ. Φράγκου, Ιωνα Βορρέ και Π. Φιλίππου, καθώς και αυτούς που συντόνισαν ή επιμελήθηκαν την έκδοση: Κυριακούλα Τσούνη, Γ. Αικατερινίδη και Ν. Κωστόπουλο. Ολοι μαζί πέτυχαν – με τα κριτήρια τού μη ειδικού αναγνώστη, όπως είναι ο γράφων – να συνδέσουν, να φωτίσουν, να αναδείξουν και να προβληματίσουν για την ιστορία, τον πολιτισμό και τη συμβολή τής περιοχής των Μεσογείων στη μείζονα περιφέρεια των Αθηνών και τής Αττικής.


Η επιγραμματική φράση (αποδιδόμενη από τον Φιλόστρατο στον Αγαθίωνα, απευθυνόμενο προς τον Ηρώδη τον Αττικό), ότι «η Μεσογαία τής Αττικής αγαθόν διδασκαλείον ανδρί βουλομένω διαλέγεσθαι», και το όλο επίτευγμα τού έργου με ενισχύουν να διατυπώσω δημόσια (χωρίς να διεκδικώ καμιά ιδιαίτερη πρωτοτυπία) την χτυπητή έλλειψη που αισθανόμαστε όλοι όσοι συχνά χρησιμοποιούμε το Αεροδρόμιο Αθηνών στις μετακινήσεις μας: την έλλειψη ενός ιδιαίτερα ελληνικού χαρακτήρα αυτού τού πραγματικά μεγαλειώδους τεχνικού έργου. Με άλλα λόγια, αυτό το σύγχρονο, εκπληκτικό σε τεχνολογία και τιμητικό για την χώρα μας έργο, αφού την αναδεικνύει σε κύριο διαμετακομιστικό κόμβο τής Νοτιοανατολικής Ευρώπης και τής Μέσης Ανατολής, δεν έχει χαρακτηριστικά που θα το ξεχώριζαν ως ελληνικό και θα του εξασφάλιζαν (για τους διακινουμένους επιβάτες, Ελληνες και κυρίως ξένους) μια φυσιογνωμία αναγνωρίσιμη και διαφοροποιητική σε σχέση με άλλα μεγάλα αεροδρόμια. Δεν έχει δηλαδή το Αεροδρόμιο «Ελευθέριος Βενιζέλος» τίποτε από την ευφυή έμπνευση των κατασκευαστών τού Μητροπολιτικού μας Υπόγειου Σιδηρόδρομου, τού «Μετρό», το οποίο είναι μια αισθητική πρόταση, θελκτική και συνάμα διδακτική για Ελληνες και ξένους. Γιατί το ωραίο – συνδυασμένο με το λειτουργικό – ελκύει, τέρπει, προβληματίζει και «αναπαύει» (με τη θεολογική έννοια).


Συγκεκριμένα, αν κάποιος από τους αξιόλογους αρχαιολόγους, ιστορικούς και φιλολόγους που έχουμε συνεργάζονταν με επίσης αξιόλογους αρχιτέκτονες, ιστορικούς τής τέχνης και διαχρονικά ευαισθητοποιημένους τεχνολόγους που διαθέτουμε και αναλάμβαναν από κοινού το έργο να υποστηρίξουν το αεροδρόμιό μας, πολιτισμικά και ιστορικά σύμφωνα και με τους όρους τής αισθητικής (όχι απλώς τής διακόσμησης) είναι βέβαιο ότι οι σημερινοί απρόσωποι, παγεροί και αδιαφοροποίητοι χώροι τού αεροδρομίου θα μετατρέπονταν σε χώρους αισθητικής και πολιτιστικής απόλαυσης. Χωρίς εκζήτηση φυσικά και χωρίς ανώφελους και απωθητικούς διδακτισμούς, αλλά με την αίσθηση τού μέτρου, τού ορθού λόγου και τής λιτής λειτουργικής έκφρασης που δίδαξε ο Ελληνισμός στις στιγμές τής ανάτασής του, είτε πρόκειται για αρχαία αριστουργήματα ή για βυζαντινά ή και για νεότερα. Αν αυτά που θα προβληθούν θα προέρχονται αποκλειστικά από τα Μεσόγεια, τον χώρο που συνδέεται χωροταξικά στενότερα με το αεροδρόμιο, ή από ολόκληρο τον ελλαδικό ελληνικό πολιτισμό ή και από τον μείζονα ελληνικό πολιτισμό (με Κύπρο, Μ. Ασία, Μεγάλη Ελλάδα κ.λπ.), αυτό είναι κάτι που πρέπει να μελετηθεί από τους ειδικούς, οι οποίοι θα λάβουν υπόψιν ποικίλους παράγοντες και θα εκτιμήσουν τα πράγματα.


Δεν έχει νόημα να κρίνουμε τώρα, γιατί δεν έγινε ήδη αυτό που προτείνεται εδώ, αυτό που σκέφτονται και συζητούν πολλοί Ελληνες και ξένοι επισκέπτες τού αεροδρομίου και που βεβαίως δεν θα έχει διαφύγει την προσοχή των ιδρυτών και σχεδιαστών τού αεροδρομίου. Λόγοι οικονομικοί, περιορισμοί χρονικοί κ.ά. θα εμπόδισαν το εγχείρημα. Ωστόσο, αυτό τον καιρό που η Ελλάδα, με επικεφαλής την ρέκτη κ. Αγγελοπούλου-Δασκαλάκη και τους αρμόδιους παράγοντες τής Πολιτείας που έχουν αναλάβει τους Ολυμπιακούς Αγώνες τού 2004, πασχίζει να διοργανώσει τούς Αγώνες με τον καλύτερο τρόπο και που γνωρίζω ότι υπάρχει ένας έντονος προβληματισμός και για την πολιτιστική διάσταση τής Ολυμπιάδας ως ελληνικής συμβολής στην ανανέωση τού θεσμού, είναι η καλύτερη ευκαιρία να αναληφθεί μια εκστρατεία για την αξιοποίηση τού Αεροδρομίου «Ελ. Βενιζέλος» ως χώρου προβολής τού ελληνικού πολιτισμού με έμφαση και στους Ολυμπιακούς Αγώνες. Ο χρονισμός (timing) είναι κατάλληλος και καίριος. Οι χιλιάδες των επισκεπτών τού αεροδρομίου για τους Ολυμπιακούς Αγώνες θα έχουν να το λένε.


Ο κ. Γεώργιος Μπαμπινιώτης είναι καθηγητής Γλωσσολογίας, πρύτανης του Πανεπιστημίου Αθηνών.