Μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ενωσης τρία είναι τα βασικά σενάρια για το μέλλον της ανθρωπότητας.


Το τέλος των μεγάλων συγκρούσεων


Η περίφημη θεωρία του Φουκουγιάμα για το «τέλος της Ιστορίας» υποστηρίζει, μεταξύ άλλων, ότι στη μετακομμουνιστική εποχή η κυριαρχία του νεοφιλελεύθερου καπιταλισμού που βλέπουμε στις ημέρες μας είναι αναπότρεπτη. Μετά την πτώση του Τείχους δεν υπάρχουν πια σοβαροί αντίπαλοι, ικανοί να αμφισβητήσουν τον συνδυασμό δημοκρατικού πολιτεύματος και νεοφιλελεύθερης καπιταλιστικής οικονομίας που στο πλαίσιο της ηγεμονίας των ΗΠΑ βλέπουμε να εξαπλώνεται ραγδαία στον κόσμο της ύστερης νεωτερικότητας.


Βεβαίως κατά τον Φουκουγιάμα θα εξακολουθούν να υπάρχουν «τοπικοί» πόλεμοι καθώς και κάθε είδους αμφισβητήσεις του κυρίαρχου μοντέλου αλλά αυτές οι αμφισβητήσεις όχι μόνο δεν παρουσιάζουν σοβαρό κίνδυνο ανατροπής του παγκόσμιου status quo αλλά μακροπρόθεσμα θα γίνονται όλο και πιο ασήμαντες.


Το πέρασμα στις πολιτισμικές συγκρούσεις


Ο Χάντινγκτον με την περίφημη θεωρία του περί πολιτισμικών πολέμων συμφωνεί με τον Φουκουγιάμα σε ό,τι αφορά τη σταδιακή έκλειψη των πλανητικής εμβέλειας συγκρούσεων που έχουν ως βάση διαφορές στην κοινωνική και οικονομική οργάνωση των κρατών-εθνών. Δεν πιστεύει όμως ότι αυτό οδηγεί στο «τέλος της Ιστορίας», δηλαδή σε μια κατάσταση όπου οι μεγάλες συγκρούσεις θα πάψουν να αποτελούν κινητήρια δύναμη του ιστορικού γίγνεσθαι. Κατ’ αυτόν αυτό που βλέπουμε σήμερα είναι η σταδιακή αντικατάσταση συγκρούσεων όπου κυριαρχεί το κοινωνικοοικονομικό στοιχείο από συγκρούσεις πολιτισμικού / θρησκευτικού χαρακτήρα. Με άλλα λόγια, οι πόλεμοι που έχουν ως δομική βάση διαφορές στον τρόπο ελέγχου των μέσων παραγωγής και κυριαρχίας θα δώσουν τη θέση τους σε πολέμους που έχουν ως βάση διαφορετικές θρησκευτικές / πολιτισμικές κοσμοθεωρίες πάνω στο νόημα της ζωής, του θανάτου και στη σχέση του ανθρώπου με το σύμπαν και το θείο.


Ο μετασχηματισμός των κοινωνικοοικονομικών συγκρούσεων


Το τρίτο σενάριο, που έχει κυρίως αναπτυχθεί από στοχαστές του κεντροαριστερού χώρου, απορρίπτει και τις προβλέψεις του Φουκουγιάμα και αυτές του Χάντινγκτον. Η κατάρρευση του υπαρκτού σοσιαλισμού και η παγκοσμιοποίηση δεν θα οδηγήσουν ούτε στο τέλος των κοινωνικοοικονομικών συγκρούσεων ούτε στην αντικατάστασή τους από πολέμους πολιτισμών. Κατ’ αυτή την άποψη η έκλειψη του σοβιετικού μοντέλου και η αναπότρεπτη (τουλάχιστον μεσοπρόθεσμα) ηγεμονία της καπιταλιστικής διαχείρισης της οικονομίας δεν οδηγούν στο «τέλος της Ιστορίας». Και αυτό γιατί, πρώτον, δεν υπάρχει ένας αλλά πολλοί καπιταλισμοί· και, δεύτερον, η αμερικανική ηγεμονία και ο νεοφιλελεύθερος καπιταλισμός που προωθεί θα αμφισβητηθούν τις επόμενες δεκαετίες και από τον πιο αυταρχικό ασιατικό (κυρίως κινεζικό) καπιταλισμό και από τον κοινωνικά πιο ευαίσθητο ευρωπαϊκό.


Μέσα σε ένα τέτοιο πλαίσιο ο σχετικά άναρχος και άκρως βάρβαρος νεοφιλελεύθερος τρόπος ελέγχου της παγκόσμιας καπιταλιστικής οικονομίας ­ που εξυπηρετεί κυρίως αμερικανικά συμφέροντα ­ θα αμφισβητηθεί. Και παρ’ όλο που κανένας δεν μπορεί να προβλέψει τη συγκεκριμένη μορφή που θα λάβει ο παγκόσμιος καπιταλισμός κατά τις δεκαετίες που έρχονται, είναι σίγουρο ότι ανταγωνισμοί που έχουν ως βάση διαφορετικούς τρόπους καπιταλιστικής οργάνωσης θα είναι τόσο καθοριστικοί όσο και οι ανταγωνισμοί/συγκρούσεις μεταξύ του σοβιετικού και του καπιταλιστικού μπλοκ την ψυχροπολεμική περίοδο.


* Η ιστορική εξέλιξη


Με βάση τα τρία παραπάνω σενάρια τι μπορεί να πει κανείς για την τωρινή κατάσταση; Εχει δίκιο τελικά ο Χάντινγκτον; Μπορεί να δει κανείς τα τραγικά γεγονότα της 11ης Σεπτεμβρίου ως την απαρχή μιας περιόδου πολιτισμικών πολέμων;


Κατ’ αρχήν το σίγουρο είναι ότι η θεωρία του Φουκουγιάμα δεν είναι πλέον πειστική. Η Ιστορία θα εξακολουθήσει να εκτυλίσσεται στη βάση ανταγωνισμών/συγκρούσεων όπου θα κυριαρχεί το κοινωνικοοικονομικό ή το πολιτισμικό στοιχείο. Βεβαίως επειδή δεν υπάρχουν «σιδηροί νόμοι» της ιστορικής εξέλιξης, το αν θα δικαιωθεί ο Χάντινγκτον εξαρτάται από τη στρατηγική που θα ακολουθήσει η αμερικανική υπερδύναμη τους μήνες και τα χρόνια που έρχονται. Αν η στρατηγική της εξακολουθήσει να είναι τόσο μονοδιάστατη όσο φαίνεται αυτή τη στιγμή ­ αν, δηλαδή, όλο το βάρος εξακολουθήσει να δίνεται στα αστυνομικά και στρατιωτικά μέτρα καταπολέμησης της τρομοκρατίας ­, τότε το σενάριο περί πολέμου πολιτισμών (τουλάχιστον εν μέρει) θα γίνει πραγματικότητα.


Γιατί τα στρατιωτικά μέτρα, αν δεν συνδυασθούν με μια ριζική αναθεώρηση της αμερικανικής πολιτικής στα θέματα του Μεσανατολικού και της παγκόσμιας φτώχειας (μάλλον της οικονομικής και κοινωνικής περιθωριοποίησης μιας μεγάλης μερίδας της ανθρωπότητας που η νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση δημιουργεί), μπορούν κάλλιστα να οδηγήσουν σε μια κατάσταση όπου: οι «μάρτυρες του Αλλάχ» θα πολλαπλασιασθούν γεωμετρικά· τα λαϊκά στρώματα στον αραβικό κόσμο θα εντείνουν την υποστήριξή τους σε «ήρωες» τύπου Μπιν Λάντεν· τα φιλοδυτικά καθεστώτα στο Πακιστάν, στη Σαουδική Αραβία και στον Κόλπο θα μπουν σε μια διαδικασία αποσταθεροποίησης.


Από την άλλη μεριά, αν υπό την πίεση της Ευρώπης καθώς και των προοδευτικών παραγόντων/δυνάμεων μέσα στις ΗΠΑ η αμερικανική κυβέρνηση ακολουθήσει μια πιο δίκαιη πολιτική έναντι των Παλαιστινίων και μια πιο κοινωνικά ευαίσθητη πολιτική έναντι των περιθωριοποιημένων πληθυσμών του πλανήτη (αραβικών και μη), μπορεί μακροπρόθεσμα οι τρομοκράτες τύπου Μπιν Λάντεν να χάσουν τη λαϊκή υποστήριξη που απολαμβάνουν σήμερα.


* Πόλεμος και ειρήνη


Συμπερασματικά μόνο μια πολυδιάστατη στρατηγική που θα συνδυάζει αυστηρούς ελέγχους και δρακόντεια αντιτρομοκρατικά μέτρα, με ριζικές αλλαγές στον χώρο της διπλωματίας και της παγκόσμιας κοινωνικής πρόνοιας, θα μπορούσε να αποτρέψει μια κατάσταση όπου η σύγκρουση πολιτισμών θα γινόταν πραγματικότητα. Τελικά η τραγωδία της 11ης Σεπτεμβρίου μπορεί να οδηγήσει σε περισσότερη βαρβαρότητα. Μπορεί όμως να είναι η απαρχή για ένα παγκόσμιο New Deal, για ένα νέο Σχέδιο Μάρσαλ που θα στοχεύει στην άμβλυνση των ανισοτήτων, της περιθωριοποίησης και της φτώχειας σε πλανητικό επίπεδο. Αν συμβεί κάτι τέτοιο, τότε οι πόλεμοι πολιτισμών θα παραμείνουν στον χώρο της επιστημονικής φαντασίας.


Ηρθε, νομίζω, η στιγμή οι ΗΠΑ να εγκαταλείψουν τον φονταμενταλισμό της αγοράς και να εμπνευσθούν από τα παγκόσμια φιλειρηνικά ιδεώδη του Γούντροου Γουίλσον και τα κοινωνικά οράματα του Φραγκλίνου Ρούζβελτ. Σε αυτή την κρίσιμη καμπή της παγκόσμιας ιστορίας είναι ανάγκη να αποφύγουμε και τον τυφλό, δογματικό αντιαμερικανισμό (που δυστυχώς ανθεί στη χώρα μας) και την άκριτη υποστήριξη κάθε αμερικανικής αντίδρασης στο διπλό τρομοκρατικό χτύπημα. Αν, όπως όλοι συμφωνούν, η αποτελεσματική αντιμετώπιση του προβλήματος της τρομοκρατίας δεν είναι μόνο θέμα των ΗΠΑ αλλά όλων μας, τότε έχουμε όλοι το δικαίωμα και το καθήκον να βοηθήσουμε κατά τέτοιον τρόπο που ο άδικος χαμός χιλιάδων ανθρώπων να οδηγήσει όχι στον πόλεμο αλλά στη δημιουργική συνεργασία μεταξύ πολιτισμών.


Ο κ. Νίκος Μουζέλης είναι καθηγητής στη London School of Economics.