Στην αρχική παράγραφο του δέκατου κεφαλαίου του έργου του Samuel Huntington «Η σύγκρουση των πολιτισμών και ο ανασχηματισμός της παγκόσμιας τάξης» (σελ. 346 της ελλ. έκδ.) ο συγγραφέας αναφέρεται στον «διακεκριμένο Μαροκινό μελετητή Mahdi Elmandjra» και στη μελέτη του για τον Πόλεμο του Κόλπου. Ο καθηγητής Μαχντί Ελμαντζρά δεν είναι ιδιαίτερα γνωστός στον ελληνικό χώρο, αν και η δραστηριοποίησή του σε διεθνείς οργανισμούς όπως η UNESCO τον έχει καθιερώσει και εκτός των συνόρων της χώρας του.


Είναι η μοναδική αναφορά του Χάντινγκτον στον Ελμαντζρά. Ισως έχει περάσει απαρατήρητη, όπως και άλλα σημεία ενός βιβλίου που ο τίτλος του έγινε σύνθημα αλλά η ουσιαστική του κατανόηση είναι υπό συζήτηση. Και όμως ο Μαχντί Ελμαντζρά είναι συγγραφέας, ήδη από το 1991, ενός γνωστού στην αραβική διανόηση βιβλίου με τίτλο «Ο Πρώτος Πολιτισμικός Πόλεμος» (η γαλλική μετάφραση κυκλοφόρησε το 1992). Το γεγονός ότι το έργο δεν έγινε ιδιαίτερα γνωστό (ούτε βεβαίως και σύνθημα) σχετίζεται προφανώς με την ιεραρχημένη θέση των διανοητικών προϊόντων στην παγκόσμια ακαδημαϊκή αγορά και με τη δεδομένη κυριαρχία της αγγλικής γλώσσας.


* Η αντίληψη της ιστορίας


Το βιβλίο και μια σειρά σχετικών άρθρων γράφτηκαν με αφορμή τον Πόλεμο του Κόλπου. Αναφέρονται εν πολλοίς στα ζητήματα που απασχολούν και τον Χάντινγκτον. Το θεωρητικό σχήμα του τελευταίου όμως είναι πλήρως απόν. Δεν κυριαρχούν απολύτως εδώ ο Ψυχρός Πόλεμος, η αντιπαράθεση Αμερικής και Σοβιετικής Ενωσης, η «ισλαμική αναβίωση», η «ασιατική επιβεβαίωση». Δεν γίνεται αναφορά στην ανάγκη διαφύλαξης των πολιτισμικών αξιών της Δύσης. Δεν συζητείται κανένα πολιτικό πρόγραμμα κατοχύρωσης του δυτικού κόσμου μέσα σε ένα πλανητικό σύστημα που αλλάζει. Δεν υπάρχει καν μια αντίληψη για τη νεότερη ιστορία ανάλογη με αυτήν που διδάσκεται συνήθως σε δυτικά σχολεία.


Για τον Ελμαντζρά η νεότερη και σύγχρονη ιστορία περιοδολογούνται συνολικά με βάση την αποικιοκρατία, τη νεο-αποικιοκρατία και τη μετα-αποικιοκρατία. Στην πρώτη κυριαρχούν οι οικονομικές αντιπαραθέσεις, στη δεύτερη οι πολιτικές, στην τρίτη (αυτή που διανύουμε σήμερα) οι πολιτισμικές. Η σπουδαιότητα των αλλαγών του τέλους του 20ού αι. είναι συνισταμένη τόσο των εξελίξεων μικρής και μεσαίας κλίμακας (π.χ. πτώση του υπαρκτού σοσιαλισμού) όσο και κυρίως των δραματικών συνεπειών που επιφέρουν οι παγκοσμιοποιούμενες οικονομίες και η διεύρυνση του χάσματος μεταξύ πλουσίων και φτωχών. Καθώς στους δεύτερους περιλαμβάνονται πολλές κοινωνίες που έχουν «φορτισμένες» σχέσεις με τη Δύση λόγω του αποικιοκρατικού παρελθόντος και καθώς η Δύση απαξιώνεται και δεν επιβάλλει καθόλου εύκολα την πάλαι ποτέ πολιτισμική κυριαρχία της, οι συγκρούσεις για τον επαναπροσδιορισμό των πολιτικών συνόρων διατυπώνονται ολοένα και συχνότερα με πολιτισμικούς όρους. Ο Πόλεμος του Κόλπου αποτέλεσε την αρχή μιας τέτοιας σύγκρουσης που οροθέτησε εκ νέου τόσο τον χαρακτήρα της αραβικής πολιτισμικής μνησικακίας απέναντι σε μια Δύση θεωρούμενη ως «υπεύθυνη για την κατάσταση στη Μέση Ανατολή» όσο και αυτό που ο συγγραφέας ονομάζει ο «παράγων φόβος στη δυτική συνείδηση»: τι θ’ απογίνουμε σε έναν κόσμο που προβάλλει απειλητικός καθώς νέοι εχθροί εμφανίζονται.


* Το συνολικό επιχείρημα


Δεν έχει ιδιαίτερη σημασία να αναφέρω εδώ εξαντλητικά ούτε τον Χάντινγκτον ούτε τον Ελμαντζρά. Δύο έργα με ευρύτατη θεματική εμπεριέχουν σχεδόν εξ ορισμού σχηματοποιήσεις και απλουστεύσεις. Δύο έργα γραμμένα μέσα στις εντάσεις του παρόντος σφραγίζονται αναπόφευκτα από αυτές. Εχει σημασία όμως να αναφερθώ στο συνολικό επιχείρημα που προβάλλουν. Για τον Χάντινγκτον, η ανάγκη διαφύλαξης της στρατηγικής σημασίας της Δύσης καθιστά απαραίτητη την περιχαράκωση και αυτοπροστασία της μέσα στη «νέα τάξη πραγμάτων» όπου πολιτισμοί και κουλτούρες συγκροτούν απόλυτες και απαραβίαστες κατηγορίες. Για τον Ελμαντζρά, μια σειρά μεταρρυθμιστικές πολιτικές που θα αποβλέπουν στην αναδιανομή του πλούτου και στην εξάλειψη εξαιρετικά αρνητικών φαινομένων στις λεγόμενες «τριτοκοσμικές» κοινωνίες (όπως π.χ. ο αναλφαβητισμός και η έλλειψη στοιχειώδους μόρφωσης) καθώς και μια μη αποικιοκρατικού τύπου ματιά στον μουσουλμανικό κόσμο μπορούν να αμβλύνουν την πολιτισμική μισαλλοδοξία και τη μνησικακία απέναντι στη «μοναχική υπερδύναμη». Ο Ελμαντζρά υπογραμμίζει την προώθηση μιας «ανα-παγκοσμιοποίησης της παγκοσμιοποίησης» η οποία θα βασίζεται σε αυτό που ονομάζει «πολιτισμική απο-αποικιοποίηση». Επισημαίνει την ανάγκη ανάπτυξης ενός λόγου που δεν εννοεί την παγκοσμιοποίηση ως κατάσταση κυριαρχίας ή έστω προστασίας του δυτικού συνασπισμού αλλά ως ευκαιρία ανάδειξης πολιτισμικών και πολιτικών εξισορροπήσεων. Ισως είναι η μοναδική λύση ώστε εγκληματικές τρομοκρατικές ενέργειες όπως αυτές που έγιναν στις ΗΠΑ να καταστούν όχι μόνο ηθικά απαράδεκτες αλλά και πολιτικά πλήρως απονομιμοποιημένες και διάτρητες, ακόμη και στο μυαλό όσων ονειρεύονται εφιάλτες.


* Δύση και Ισλάμ


Στη σημερινή συγκυρία είναι δύσκολη η αποστασιοποιημένη παρατήρηση. Οπως έχει συμβεί και με έναν άλλον αραβικής καταγωγής διανοούμενο, τον Εντουαρντ Σαΐντ, το έργο και οι σθεναρές πολιτικές θέσεις του Ελμαντζρά υποκίνησαν πολλές αντιπαραθέσεις και αντιδράσεις. Η αναφορά μου εδώ έχει δύο συγκεκριμένους στόχους: α) την ανακίνηση του ζητήματος περί της «σύγκρουσης των πολιτισμών» με βάση ένα σκεπτικό που συμμερίζεται τη βασική θέση του Χάντινγκτον αλλά αποκλίνει πλήρως σε ό,τι αφορά το ερμηνευτικό πλαίσιο και την αναλυτική του προσέγγιση· και β) την ενίσχυση εκείνων των επιχειρημάτων που δεν ορίζουν, όπως ο Χάντινγκτον, τις πολιτισμικές αντιπαραθέσεις με βάση μια μονολιθική και απόλυτη πρόσληψη της έννοιας της κουλτούρας.


Καμιά στιγμή της ιστορίας δεν έχει δείξει ότι πολιτισμοί και κουλτούρες διαχωρίζονται πλήρως από πολιτικά σχήματα και πολιτικές ιδεολογίες. Καμιά στιγμή της ιστορίας δεν έχει δείξει ότι πολιτισμοί και κουλτούρες συγκροτούν αδιαπέραστα συστήματα σκέψης παρά μόνο όταν κυρίαρχες ρητορικές και πολιτικές στρατηγικές υποκινούν τέτοιες αναγνώσεις ή ενισχύουν μισαλλόδοξους αυτοπροσδιορισμούς και ακραίες πραγματώσεις τους. Παρά τη συνεχή φλυαρία ή ακόμη και παρά τις προσωπικές μας αγωνίες, δεν ζούμε σε έναν κόσμο όπου «Δύση» και «Ισλάμ» (καθώς και Ορθοδοξία, κινέζικος ή ινδουιστικός πολιτισμός) συγκροτούν απόλυτες κατηγορίες εκτός αν εγκλωβιστούμε σε πολιτικές που τις προβάλλουν έτσι. Ζούμε σε έναν κόσμο όπου ο ρόλος των πολλαπλών μορφωμάτων που ενέχονται τόσο στη «Δύση» όσο και στο «Ισλάμ», στον «ινδουισμό» ή στον «κινέζικο πολιτισμό» επαναξιολογούνται. Αν οι παραπάνω πολιτικές κυριαρχήσουν και αν οι καθημερινοί φόβοι διαπεράσουν την κριτική μας ικανότητα, δεν κινδυνεύουμε από τη «σύγκρουση των πολιτισμών» αλλά από την προώθηση ενός πλανητικού πολιτισμού της σύγκρουσης καθώς και από πολιτισμικές σκληρύνσεις τύπου Ταλιμπάν αντί πολιτισμικών μετασχηματισμών.


Η κυρία Εφη Γαζή διδάσκει Νεότερη Ιστορία στο Τμήμα Ιστορίας, Αρχαιολογίας και Κοινωνικής Ανθρωπολογίας του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας.