Δεν μπορεί παρά να αισθάνεται κανείς αποτροπιασμό για το φρικτό τρομοκρατικό χτύπημα εναντίον των ΗΠΑ καθώς και βαθιά λύπη για την απώλεια χιλιάδων αθώων ανθρώπινων ζωών. Ούτε όμως ο αποτροπιασμός, ούτε η λύπη δεν πρέπει να μας κάνει ν’ αγνοήσουμε το γενικό πλαίσιο το οποίο δημιουργεί, άμεσα ή έμμεσα, ευνοϊκές συνθήκες για την εμφάνιση (και πιθανώς πολλαπλασιασμό στο μέλλον) τέτοιου είδους εγκληματικών πράξεων. Απ’ αυτή τη σκοπιά θα ήθελα να κάνω τις ακόλουθες επισημάνσεις.


Πέρα από τα άμεσα μέτρα για την ανεύρεση των υπευθύνων και την ενδυνάμωση της διεθνούς συνεργασίας για την πάταξη της τρομοκρατίας, μακροχρόνια οι ΗΠΑ έχουν την εξής επιλογή: είτε να αγνοήσουν το παρόν «τρομοκρατικογενές» παγκόσμιο πλαίσιο και να επικεντρώσουν όλη τους την προσοχή στην πιο εντατική αστυνόμευση της Αμερικής και του πλανήτη· είτε να προσπαθήσουν, σε συνδυασμό με τα άμεσα μέτρα καταπολέμησης της τρομοκρατίας, να αλλάξουν το γενικό πλαίσιο που αυτή τη στιγμή κάνει την ένταση και γεωμετρική κλιμάκωση τρομοκρατικών επιθέσεων αναπόφευκτη.


Η δεύτερη επιλογή συνεπάγεται τη ριζική αλλαγή της αμερικανικής πολιτικής όχι μόνο έναντι των Παλαιστινίων αλλά και έναντι των περιθωριοποιημένων/ εξαθλιωμένων πληθυσμών του πλανήτη. Οσον αφορά τους πρώτους, θα πρέπει επιτέλους η αμερικανική κυβέρνηση να βάλει τα συμφέροντα της συντριπτικής πλειονότητας των Αμερικανών πάνω από τα συμφέροντα του λεγόμενου εβραϊκού λόμπι στην Ουάσιγκτον. Αυτό σημαίνει αλλαγή προοπτικής. Σημαίνει πως οι ΗΠΑ πρέπει να παραδεχτούν την προφανή ιστορική αλήθεια πως στη μακρόχρονη αραβοϊσραηλινή διαμάχη οι Παλαιστίνιοι (των οποίων τα πάτρια εδάφη βίαια υφηρπάγησαν στη δεκαετία του 1940) είναι τα θύματα και το κράτος του Ισραήλ ο θύτης. Στη βάση μιας τέτοιας αλλαγής προοπτικής, η αμερικανική κυβέρνηση μπορεί και πρέπει να πιέσει το Ισραήλ για την επίτευξη μιας λύσης που θα ανταποκρίνεται περισσότερο στα δίκαια αιτήματα των θυμάτων και λιγότερο στις κατακτητικές/ επεκτατικές απαιτήσεις των θυτών.


Οσον δε αφορά τις απαράδεκτες ανισότητες και την εξαθλίωση/ περιθωριοποίηση μιας μεγάλης μερίδας της ανθρωπότητας που ο νεοφιλελεύθερος τρόπος ελέγχου του παγκόσμιου οικονομικού συστήματος δημιουργεί, αυτές οι συνθήκες συγκροτούν ένα δεύτερο πλαίσιο που, άμεσα ή έμμεσα, ευνοεί την ανάπτυξη φονταμενταλιστικών κινημάτων και της φονταμενταλιστικού τύπου τρομοκρατίας. Εδώ οι ΗΠΑ και η Ευρώπη πρέπει να βρουν τρόπους ούτως ώστε η απελευθέρωση των αγορών να συνδυάζεται συστηματικά με κοινωνικά μέτρα για την υποστήριξη των θυμάτων αυτής της απελευθέρωσης και στον χώρο των φτωχών και σ’ αυτόν των πλουσίων χωρών. Με άλλα λόγια πρέπει να γίνει κοινή συνείδηση πως η άμβλυνση του φονταμενταλισμού συνδέεται άρρηκτα με το ξεπέρασμα της αγοροκρατίας, της αντίληψης δηλαδή πως η λογική της αγοράς λύνει όχι μόνο τα οικονομικά αλλά και τα κοινωνικά, πολιτικά, πολιτισμικά και οικολογικά προβλήματα του πλανήτη.


Οσο, τέλος, για την Ευρώπη, είναι καιρός να καταλάβουν οι πολιτικές ηγεσίες της πώς τα συμφέροντα της Γηραιάς Ηπείρου, είναι διαφορετικά από τα αμερικανικά ­ όχι μόνο στο στρατηγικό/ γεωπολιτικό επίπεδο (Ιράκ, Παλαιστίνη), αλλά και στο κοινωνικό (κράτος πρόνοιας) και στο πολιτισμικό («Μακντοναλντοποίηση» του κόσμου). Αν αυτό αληθεύει, είναι καιρός όχι μόνο να επιταχυνθεί η στρατιωτική και πολιτική ευρωπαϊκή ενοποίηση, αλλά και να πάψουν οι ευρωπαίοι ηγέτες να δέχονται παθητικά το νεοφιλελεύθερο παγκόσμιο status quo που, κατά κύριο λόγο, εξυπηρετεί αμερικανικά συμφέροντα. Είναι καιρός να καταλάβουν πως ο μόνος τρόπος υπεράσπισης των ευρωπαϊκών συμφερόντων (που ταυτίζονται πιο άμεσα με τα συμφέροντα του πλανήτη), είναι να διαπραγματεύονται με την αμερικανική υπερδύναμη όχι μεμονωμένα αλλά συλλογικά. Είναι καιρός η ΕΕ να καταστεί σοβαρός και αυτόνομος από την Αμερική παίκτης όχι μόνο στο οικονομικό αλλά και στο πολιτικό, κοινωνικό και πολιτισμικό παγκόσμιο σύστημα.


Τέλος, είναι κρίμα που σε αυτή την κρίσιμη συγκυρία οι ΗΠΑ έχουν για πρόεδρο ένα άτομο που από τη στιγμή που πήρε το προεδρικό χρίσμα φέρθηκε με καουμπόικου τύπου αλαζονεία έναντι εχθρών και φίλων. Εχει και αυτός μεγάλη ευθύνη για την παγκόσμια ένταση του αντιαμερικανισμού που παρατηρούμε στις μέρες μας.


Ο κ. Νίκος Μουζέλης είναι καθηγητής στη London School of Economics.