1. Η Ιταλία είναι μια μαγική χώρα, η πιο ζωντανή χώρα της Ευρώπης, που το πολιτικό της εποικοδόμημα, με αιχμή τα Κόμματα και τις Κυβερνητικές συμμαχίες, συνεχώς μεταλλάσσεται πότε με «μεταμορφισμό» και κινήσεις κορυφής και πότε με όρους αλλαγής και δυναμικών Κοινωνικών Κινημάτων.


Στη γειτονική μας χώρα οι πολιτικές, οι κοινωνικές και οι οικονομικές εξελίξεις, όπως και τα πολιτισμικά πρότυπα, ακολουθούν την κίνηση του εκκρεμούς. Οι εξελίξεις έχουν τέτοιες εναλλαγές και εντάσεις, που δεν αφήνουν κανέναν ποτέ αδιάφορο και απαθή.


Οι εξελίξεις συνδέονται με τέτοια γεγονότα και φαινόμενα, που εγγράφονται ως ακραίες και οριακές καταστάσεις, όπου οι Ιταλοί ψηφοφόροι καλούνται, διλημματικά κάθε φορά, με τις αρνήσεις και τις καταφάσεις τους, με τα ΝΑΙ και τα ΟΧΙ τους, είτε να επιδοκιμάσουν είτε να απορρίψουν.


2. Ο Σίλβιο Μπερλουσκόνι με τη νίκη του, με τη «forza Italia» και με τους συμμάχους του, τους «μεταλλαγμένους φασίστες» του Φίνι και και τους αποσχιστές και ρατσιστές του Μπόσι, συμβολίζει και προσωποποιεί, με τον πιο απροκάλυπτο τρόπο, τα πρότυπα, τις μεταλλάξεις, τη διαπλοκή και τη δύναμη της «Μιντιοκρατίας».


Μιας «Μιντιοκρατίας» που καθιστά αιχμάλωτη τη Δημοκρατία και αναλωτές τις ελευθερίες των Πολιτών μέσα από τις «ολέθριες και τις αιμομικτικές» σχέσεις ανάμεσα στην Πολιτική, τα ΜΜΕ και τα Οικονομικά συμφέροντα, μέσα σε απόλυτα αδιαφανείς, συναλλακτικές και μονοπωλιακές ροές εξουσίας, χρήματος και δύναμης, που υφαίνουν κάθε μέρα έναν ιστό αράχνης, με ταυτίσεις και εξαρτήσεις συμφερόντων, Κυβερνητικών σχημάτων και προσώπων.


Αν όμως η εδραιωμένη και εμπεδωμένη στις τέσσερις μεταπολεμικές 10ετίες «Κομματοκρατία» παρέπεμπε με το μοντέλο διακυβέρνησης και διαχείρισης των εξουσιών στην «ακρωτηριασμένη» και «αμφισβητούμενη» Δημοκρατία, αν η «Επιχείρηση Καθαρά Χέρια» παρέπεμπε στην κάθαρση, στη μεταλλαγή και στον αφανισμό των παραδοσιακών Κυβερνητικών Κομμάτων (Χριστιανοδημοκρατικό, Σοσιαλδημοκρατικό, Σοσιαλιστικό και Ρεπουμπλικανικό Κόμμα), η δεύτερη νίκη του Μπερλουσκόνι παραπέμπει σε ένα «Οργουελιανό» σύστημα διακυβέρνησης. Σε αυτό το «Οργουελιανό» σύστημα διακυβέρνησης, η Δημοκρατία θα τελεί υπό καθεστώς «εσωτερικής κατοχής» και οι Πολίτες θα τελούν υπό καθεστώς «ιδιότυπης ομηρίας».


3. Πιστεύω ότι είναι δύσκολο να συμβιβαστεί κανείς, έχοντας το αίσθημα αλλά και το βίωμα μιας δημοκρατικής αγωγής και ελεύθερης στάσης, με την ιδέα ότι Πρωθυπουργός της Ιταλίας είναι ο πλουσιότερος Πολίτης της χώρας, ο ιδιοκτήτης και παντοκράτορας των ενός μονοπωλιακού ιστού ΜΜΕ και επιχειρήσεων και ο άνθρωπος που είτε έχει καταδικαστεί είτε εκκρεμούν δίκες εις βάρος του για φορολογικές απάτες, για διαφθορά, συναλλαγή και δωροδοκίες, για ξέπλυμα μαύρου χρήματος και για σχέσεις με την πολυπλόκαμη μαφία.


Για να αντιληφθεί κανείς τον θάνατο ή την τερατογένεση της Δημοκρατίας, σε μια εποχή με «εφήμερα και υπαγορευμένα φρονήματα», και κυρίως σε «Κοινωνίες θεάματος», όπου οι Πολίτες «βομβαρδίζονται» για να «καταναλώνουν» ιδέες, εικόνες, πληροφορίες και πρότυπα, που κάποιοι έχουν επιλέξει πριν από αυτούς γι’ αυτούς, αρκεί να προεκτείνει τα συμβαίνοντα στην Ιταλία στη Γερμανία, στη Μεγάλη Βρετανία και στις άλλες χώρες της Ευρώπης.


Μπορεί να φανταστεί κανείς ότι μπορεί πάνω από την Ευρώπη να πλανάται ταυτοχρόνως όχι το φάντασμα, αλλά το πρόσωπο και η κυριαρχία του Μπερλουσκόνι στην Ιταλία, του κ. Κιρχ στη Γερμανία, του κ. Μέρντοχ στη Βρετανία και των ομολόγων τους στις άλλες χώρες.


4. Βεβαίως στις ανοιχτές και δημοκρατικές κοινωνίες των ελεύθερων Πολιτών, οι Λαοί και οι Πολίτες μέσα από τον αυτοπροσδιορισμό τους έχουν το δικαίωμα και το χρέος να αξιολογούν, να επιλέγουν, να αποφασίζουν και να ψηφίζουν. Στις Δημοκρατίες δεν υπάρχουν «απαγορευμένες ψήφοι» γιατί οι Πολίτες με τα ΝΑΙ και τα ΟΧΙ τους, με τις πλειοψηφίες και τις μειοψηφίες τους, αναλαμβάνουν καθ’ ολοκληρία τις ευθύνες των λόγων, και πολύ περισσότερο των επιλογών και των πράξεών τους και γιατί μπορεί να έχουν το δικαίωμα στο λάθος.


Ομως οι σύγχρονες και ανοιχτές Δημοκρατίες για να είναι ουσιαστικά, και όχι απλώς να φαίνονται, πολυπολικές, πολυφωνικές και πλουραλιστικές, προβάλλει ως ζωτική προϋπόθεση η κατοχύρωση πολιτικών, κοινωνικών και θεσμικών κανόνων διακυβέρνησης και σαφών οριοθετήσεων όλων των εξουσιών.


Διαφορετικά οι σύγχρονες Δημοκρατίες, ως «Κοινωνίες θεάματος» με την παντοκρατορία της 4ης εξουσίας των ΜΜΕ και κυρίως της τηλεόρασης θα μεταλλάσσονται σταδιακά μέσα από τα «Τηλε-πρότυπα, τις «Τηλε-αξίες», τον «Τηλε-λόγο» και τα «Τηλε-πρόσωπα», μέσα από τους «Τηλε-γενείς Ηγέτες» και τα «Τηλε-γενή Κόμματα» σε μεγάλες και μικρές «Τηλε-κρατορίες».


Για τούτο οι Λαοί και οι Πολίτες οφείλουν να βρίσκονται σε μια διαρκή, δημοκρατική εγρήγορση, ευαισθησία και αφύπνιση. Οφείλουν να έχουν δημοκρατικά ανακλαστικά και να κρατούν τα μάτια τους ανοιχτά γιατί τα διαχωριστικά όρια ανάμεσα στην «Τηλε-όραση» και στην «Τηλε-τύφλωση» αρχίζουν να γίνονται όλο και πιο δυσδιάκριτα.


Ασφαλώς δεν είναι καθόλου τυχαίο το γεγονός ότι με την ψήφο πάντα των Ιταλών Πολιτών, η ανάδειξη του Σίλβιο Μπερλουσκόνι ως Πρωθυπουργού συνδέεται άρρηκτα με την πολιτική και την ηθική ήττα του Αντόνιο ντι Πιέτρο, δηλαδή του ανθρώπου που συμπυκνώνει τις ελπίδες και τις προσδοκίες μιας ολόκληρης περιόδου. Με αυτή την αντίστιξη οι Ιταλοί ψηφοφόροι επιβεβαιώνουν τη διαχρονική αλήθεια και την επικαιρότητα της φράσης «o tempora o mores» («ω καιροί, ω ήθη»).





5.
Στην Ιταλία η ακμή και η παρακμή του φαινομένου Μπερλουσκόνι και της συντηρητικής παράταξης, του λεγόμενου συνασπισμού της Κεντρο-Δεξιάς («Σπίτι της Ελευθερίας»), συμβαδίζει με την ακμή, την κρίση και την παρακμή της δημοκρατικής, προοδευτικής παράταξης, του λεγόμενου συνασπισμού εξουσίας της Κεντρο-Αριστεράς και της «Ελιάς».


Στην Ιταλία, μέσα από την αντιπαράθεση και τη σύγκρουση, απεδείχθη αυτό που συμβαίνει κάθε φορά σε κρίσιμες αναμετρήσεις σε όλες τις χώρες, ότι υπάρχουν διάφορες οριοθετήσεις και διαχωριστικές γραμμές τόσο ως προς τις ιδέες, τα οράματα, τα προγράμματα και τις προτεραιότητες των Πολιτών, των Κομμάτων και των Παρατάξεων, όσο και ως προς τις ιστορικές και συμβολικές διαδρομές των Πολιτικών και των Κοινωνικών δυνάμεων.


Σε αυτή την αναμέτρηση το αποτέλεσμα καταγράφεται με τις συμβολικές λέξεις Νίκη και Ηττα και παραπέμπει σε χιλιάδες γιατί, που οδήγησαν τον συνασπισμό της Δεξιάς στην Κυβέρνηση, με τον Μπερλουσκόνι Αρχηγό και Πρωθυπουργό και την Κεντρο-Αριστερά στην Αντιπολίτευση σε συνδυασμό με την κρίση ταυτότητας και προοπτικής της.


6. Είναι σαφές ότι η νίκη της Κεντρο-Δεξιάς και το φαινόμενο Μπερλουσκόνι δεν συνδέεται μόνο με τις δυνατότητες, τη λάμψη και τις υπαγορευμένες επιλογές του Medio-κράτορα «Cavaliere».


Κατά τη γνώμη μου συνδέεται κυρίως με τις αδυναμίες, τα λάθη, τις σκιαμαχίες, τις ατολμίες και τις αποκρουστικές φατριαστικές διαμάχες της Κεντρο-Αριστεράς. Μιας Κεντρο-Αριστεράς που σπατάλησε αλόγιστα τη σαγήνη, την αξιοπιστία και τη φερεγγυότητα των οραμάτων της, των προγραμμάτων, των δεσμεύσεων, των διαχρονικών ευαισθησιών και ηθικο-πολιτικών αξιών της καθώς και των αποτελεσματικών διαχειριστικών ικανοτήτων της, σκορπώντας απογοητεύσεις και διαψεύσεις προσδοκιών και ελπίδων, σε ευρύτατες κοινωνικές δυνάμεις, που έτσι αναγκάστηκαν να αναζητήσουν καταφύγιο στους «Αλλους».


Πιστεύω ότι στην Ιταλία η Κεντρο-Αριστερά ηττήθηκε γιατί δεν οικοδομήθηκε με σαφείς οριοθετήσεις πάνω σε οραματικές, προγραμματικές, ιδεολογικές και κοινωνικές διαφορές με τη συντηρητική, νεοφιλελεύθερη και medio-κρατική Κεντρο-Δεξιά.


Στην Ιταλία η Κεντρο-Αριστερά ηττήθηκε γιατί προσπαθώντας μάταια να εκφράσει και να ενσωματώσει το λεγόμενο «μεσαίο χώρο» έμεινε χωρίς όραμα, πνοή και πολιτικές. Εμεινε πολιτικά μετέωρη, κοινωνικά ακρωτηριασμένη και ηθικά αναξιόπιστη.


Στην Ιταλία η Κεντρο-Αριστερά ηττήθηκε γιατί οι Ιταλοί ένιωσαν ότι η πολυπρόσωπη ηγεσία της ήθελε να κυβερνήσει ως σκιά και ως ψευδώνυμη έκφραση της Κεντρο-Δεξιάς.


Η μακρά πορεία της Κεντρο-Αριστεράς και κυρίως της Δημοκρατικής και Σοσιαλιστικής Αριστεράς, με τις «μεταλλάξεις» και τον «μεταμορφισμό» τους, περιγράφεται με τον πιο παραστατικό τρόπο μέσα από τα σύμβολα και τους ηγέτες, περιγράφεται με τις αναφορές στην πνευματική και πολιτική παράδοση του Γκράμι, στο Σφυροδρέπανο του Τολιάτι, στον «Ιστορικό Συμβιβασμό» του Μπερλίγκουερ, στη «Βελανιδιά» του Οκέττο και του Ντ’ Αλέμα, στην «Ελιά» του Πρόντι και του Ντ’ Αλέμα και στη «Μαργαρίτα» του Ρουτέλλι.


Για τη μακρά πορεία της Κεντρο-Αριστεράς και κυρίως της Δημοκρατικής, της Σοσιαλιστικής, της Παραδοσιακής και της Ριζοσπαστικής Αριστεράς στην Ιταλία, με αναφορές στη δύναμη και την αξιοπιστία της, στην ακμή και την κρίση της, στις περιπέτειες και τις αστοχίες της, στις νίκες και τις ήττες της, αξίζουν πολλές και ουσιαστικές αναλύσεις μαζί με ευρύτατο πολιτικό διάλογο.


Είμαι σίγουρος ότι από αυτό τον διάλογο θα συναχθούν πολλά κρίσιμα συμπεράσματα, ορισμένα από τα οποία μπορούν και πρέπει να φανούν χρήσιμα, επίκαιρα και σηματοδοτικά για τις πολιτικές και τις κοινωνικές εξελίξεις στην Ελλάδα, για το παρόν και το μέλλον της Κεντρο-Αριστεράς, της Δημοκρατικής και Σοσιαλιστικής Αριστεράς στην Ελλάδα.


Ο κ. Κώστας Λαλιώτης είναι υπουργός ΠΕΧΩΔΕ.