Στη μεταπολεμική περίοδο το ερώτημα «τι είδους κόμμα αντιστοιχεί στη μοντέρνα κοινωνία» απετέλεσε το θεμέλιο της θεωρητικής συζήτησης.


Για τον Μ. Duverger (δεκαετία του ’50) το «κόμμα μαζών» (ενσάρκωση του οποίου υπήρξαν τα σοσιαλιστικά κόμματα) αποτελεί την κυρίαρχη μορφή πολιτικής οργάνωσης στα δημοκρατικά-κοινοβουλευτικά καθεστώτα. Το συγκεντρωτικό, πειθαρχημένο, με ισχυρή ιδεολογία και πολυάνθρωπη οργάνωση κόμμα είναι το κόμμα του μέλλοντος. Απέναντί του τα παλαιά, συνήθως Δεξιά «κόμματα στελεχών» (με την αναιμική τους οργάνωση και την κυριαρχία των προυχόντων στο εσωτερικό τους) είναι κόμματα «αρχαϊκά», έκφραση πολιτικής και οργανωτικής καθυστέρησης. Το ερώτημα που θέτει ο L. Epstein, απαντώντας στον Duverger, είναι το ακόλουθο: το κόμμα στελεχών αποτελεί τυπική έκφραση προ-σοσιαλιστικού οργανωτικού τύπου (αν ναι, τότε αποτελεί αρχαϊκή μορφή) ή αποτελεί τυπική έκφραση μη σοσιαλιστικού οργανωτικού τύπου (άρα κόμμα μοντέρνο); Η απάντηση δεν στερείται ούτε εμπειρικού ούτε θεωρητικού ενδιαφέροντος. Η απουσία του σοσιαλιστικού κόμματος μαζών στις ΗΠΑ και στον Καναδά, δύο κοινωνίες «μοντέρνες», δείχνει ότι το εν λόγω μοντέλο είναι απλώς το κόμμα μιας εποχής (πρώτη περίοδος εκβιομηχάνισης, με αιχμή ανάπτυξης τη δεκαετία του ’50) και ενός χώρου (της Ευρώπης), και όχι το κόμμα της μοντέρνας κοινωνίας εν γένει.


*Παγκοσμιοποίηση και κρίση


Επιπλέον αν ο Duverger διαπίστωνε ότι τα κόμματα στελεχών δανείζονταν στοιχεία από το σοσιαλιστικό μαζικό κόμμα, ακριβώς για να ανταγωνιστούν έναν ανώτερο οργανωτικό τύπο (η περίφημη «μόλυνση από την Αριστερά»), ο Epstein θεωρούσε, σε συνθήκες εξασθένισης της εργατικής τάξης, καταναλωτισμού και κυριαρχίας της τηλεόρασης, ότι ­ πλέον ­ τα κόμματα μαζών δανείζονται στοιχεία από το σκελετικό κόμμα στελεχών («μόλυνση από τη Δεξιά»). Σε κάθε περίπτωση, σύμφωνα με τον Epstein, το κόμμα μαζών δεν μπορεί να θεωρηθεί η πανταχού διαδεδομένη και συνεχώς επεκτεινόμενη οργανωτική κομματική μορφή.


Η παρέμβαση του Ο. Kirchheimer στην ουσία συνθέτει ­ και συγχρόνως υπερβαίνει ­ την ανωτέρω συζήτηση. Το παν-συλλεκτικό κόμμα (catch-all party), αν και αποτελεί την ευθεία προέκταση και μετεξέλιξη του κόμματος μαζών, συνδυάζει σε μια νέα οργανωτική-πολιτική μορφή στοιχεία του οργανωτικού τύπου «κόμματος μαζών» με στοιχεία του οργανωτικού τύπου «κόμματος στελεχών».


Το παν-συλλεκτικό κόμμα εμφανίζεται ­ αυτό πλέον ­ ως το κόμμα της «νέας» εποχής, ως το κόμμα που θα επιβάλει τον δικό του νόμο και θα ωθήσει τα άλλα μεγάλα κόμματα να υιοθετήσουν, για λόγους ανταγωνιστικής επιβίωσης, τα δικά του χαρακτηριστικά. Η συμβολή του Α. Panebianco είναι ιδιαίτερα σημαντική διότι εκλεπτύνει την ανάλυση του Kirchheimer και την προσαρμόζει στα νέα δεδομένα, και, πιο ειδικά, στην αυξημένη «επαγγελματικοποίηση» της πολιτικής. Το «εκλογικό-επαγγελματικό κόμμα» χαρακτηρίζεται από την ιδιαίτερη βαρύτητα που έχουν στο εσωτερικό του οι ειδικοί και οι τεχνοκράτες, από την εξασθένηση της κομματικής γραφειοκρατίας, από την προσωποποίηση της ηγεσίας, από την ενίσχυση της επιρροής των «καριεριστών» κάθε είδους, και, βέβαια, από την απουσία ισχυρής ιδεολογικής συγκρότησης και ευδιάκριτης και «αποκλειστικής» εκλογικής ταξικής βάσης. Το «εκλογικό-επαγγελματικό» κόμμα ­ η πιο μοντέρνα εκδοχή κομματικής συγκρότησης ­ έμελλε να είναι το «κόμμα της κρίσης», το κόμμα που θα αναπτυχθεί σε μια περίοδο έντονης δυσπιστίας προς τα κόμματα και την πολιτική.


*Τα σύγχρονα προβλήματα


Θα ήταν αφελές να αποδοθεί σε έναν τύπο κομματικής οικοδόμησης η κρίση αξιοπιστίας των σημερινών πολιτικών δυνάμεων, έστω και αν τα «εκλογικά-επαγγελματικά» κόμματα (της Δεξιάς και της Αριστεράς) συμβάλλουν ­ με τη δομή, τον λόγο και τη δράση τους ­ στην απαξίωση των ιδεολογιών, στην αποσύνθεση των συλλογικών ταυτοτήτων και, βέβαια, στην περαιτέρω αφερεγγυότητα των ίδιων των κομμάτων.


Η κρίση των κομμάτων δεν βρίσκεται εκεί που την αναζητούμε. Η απαξίωση οφείλεται, κυρίως, σε μια αδυναμία που είναι συνυφασμένη με την ίδια την ύπαρξή τους, με τον βαθύτερο σκοπό της παρουσίας και της δράσης τους: στην αδυναμία τους ­ σήμερα περισσότερο από ποτέ ­ να ασκήσουν αποτελεσματικά την εξουσία.


Το έλλειμμα ισχύος του κράτους ­ στο πλαίσιο της «παγκοσμιοποίησης» ­ έχει σε μεγάλο βαθμό μετατραπεί σε έλλειμμα ισχύος των κομμάτων. Το πρόβλημα των κομμάτων δεν είναι τόσο (όπως συχνά υποστηρίζεται ή υπονοείται) ο μετασχηματισμός τους σε εξουσιαστικούς μηχανισμούς αποκομμένους από το κοινωνικό σώμα (θεωρίες του cartel party), αλλά μάλλον το αντίθετο: είναι η αδυναμία τους να λειτουργήσουν ως αποτελεσματικοί εξουσιαστικοί μηχανισμοί που τα αποκόπτει από το κοινωνικό σώμα.


Τα κόμματα λοιπόν πληρώνουν το τίμημα της «ασθενούς θέσης» της πολιτικής στις σύγχρονες κοινωνίες; Μεταβάλλονται αδίκως σε έναν «ιδανικό υπεύθυνο», σε «αποδιοπομπαίο τράγο» της σύγχρονης πολιτικής; Η απάντηση θα ήταν ναι, αν τα ίδια τα κόμματα (τουλάχιστον τα μεγάλα κυβερνητικά κόμματα) δεν είχαν συμβάλει σημαντικά στη διαμόρφωση αυτής της «ασθενούς» και «ταπεινής» θέσης της πολιτικής.


Ο κ. Γεράσιμος Μοσχονάς είναι επίκουρος καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης στο Πάντειο Πανεπιστήμιο.