Λέγαμε ότι η κοινωνία πολιτών (ΚΠ), κατά τον επικρατέστερο ορισμό της, είναι το τμήμα της κοινωνίας που κείται μεταξύ του δημόσιου χώρου και της οικογένειας, που λειτουργεί στον χώρο του ιδιωτικού και όχι του δημοσίου δικαίου. Και υποτίθεται ότι, επειδή κείται πέραν της εξουσίας, στέκεται συχνά και εναντίον της.


Από την άλλη πλευρά όμως, είδαμε ότι ο ορισμός αυτός συγκαλύπτει μιαν αντίφαση: όσοι ενεργοποιούνται στον ιδιωτικό (υποτίθεται) χώρο της ΚΠ χρησιμοποιούν ενίοτε τους θεσμούς της ώστε να επιδιώξουν στόχους όχι μόνο ιδιωτικούς αλλά και δημόσιους, πολιτικούς, εξουσιαστικούς ­ είτε φανερά είτε εκ των παρασκηνίων.


Η αντίφαση οφείλεται, νομίζω, στην εξιδανίκευση της ΚΠ. Υποτίθεται ότι στις νεωτερικές κοινωνίες οι θεσμοί της ΚΠ αναλαμβάνουν και διεκπεραιώνουν ορισμένες κοινωνικές λειτουργίες παραλλήλως προς το κράτος ή και αντ’ αυτού· και ότι με αυτές τις λειτουργίες αλλά και γενικότερα με την ίδια την ύπαρξή τους ελέγχουν εμμέσως τις αντίστοιχες κρατικές λειτουργίες και θέτουν φραγμούς στην κρατική παντοδυναμία.


Η θεωρητική αυτή υπόθεση δεν έχει αποδειχθεί επαρκώς, κατά τη γνώμη μου· έπειτα, πάσχει και στις θεωρητικές της προ-υποθέσεις. Πρώτα από όλα, προϋποθέτει έναν ιδεατό χώρο, κείμενο μεταξύ οικογενειακού και δημοσίου δικαίου. Τι μένει έξω από τον χώρο αυτόν; Είναι άραγε ο υπόλοιπος χώρος του ιδιωτικού δικαίου; Αλλά η εξουσία δεν είναι ζήτημα μόνο νομικό, είναι και θέμα πραγματικό. Αρα, κανονικά, ο χώρος της ΚΠ είναι και κάτι άλλο. Τι είναι αυτό το «άλλο»;


Αυτός ο ιδεατός, ενδιάμεσος, ιδιωτικός χώρος δεν είναι μονωμένος, στεγανός· κανείς δεν μπορεί να εμποδίσει όσους ενεργοποιούνται στον χώρο αυτόν να επιδιώκουν παραλλήλως και την εξουσία ­ και αυτό ακριβώς πράττουν. Γι’ αυτό, άλλωστε, ορισμένοι θεσμοί της ΚΠ, με την πρακτική τους, καταλήγουν να υπηρετούν επιδιώξεις του κράτους· συνήθως, στην εποχή μας, μέσω ενός κόμματος· όπως συνηθέστατα συμβαίνει, π.χ., με έναν όμιλο προβληματισμού ή με έναν οικολογικό σύλλογο. Οπως ορισμένοι άλλοι θεσμοί της καταλήγουν να υπηρετούν επιδιώξεις ενός μέλους του πλέγματος εξουσίας· ή κατασταίνονται, αυτοί οι ίδιοι, εταίροι του πλέγματος.


Ας προχωρήσουμε τώρα στον κοινωνικό ρόλο που αποδίδεται στους θεσμούς της ΚΠ· δηλαδή τις κοινωνικές δραστηριότητες, τις οποίες οι θεσμοί αυτοί διεκπεραιώνουν, ως μη κερδοσκοπικά νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου, στη θέση του κράτους ή παραλλήλως προς αυτό. Πρόκειται συνήθως για δραστηριότητες πολιτισμού, φιλανθρωπίας και κοινωνικής πρόνοιας, αλλά και εκπαίδευσης, ενημέρωσης, επικοινωνίας· με τις οποίες υποτίθεται ότι η ΚΠ θέτει φραγμούς στην άμετρη και αντιπαραγωγική δραστηριότητα του κράτους.


Αυτές οι δραστηριότητες δεν είναι ιστορικώς πρωτοφανείς, κάθε άλλο· υπήρχαν και στο παρελθόν· με τους χορηγούς στην αρχαία Αθήνα· με τους μαικήνες στη Ρώμη· με τους «μεγαλοπρεπείς» πατρικίους, αριστοκράτες και μεγαλοαστούς που στήριξαν την αναγεννησιακή τέχνη στην Ιταλία, στη Φλάνδρα και σε ολόκληρη την Ευρώπη· με τους δωρητές που χρηματοδότησαν τον πολιτισμό, τις επιστήμες, τη φιλανθρωπία και την κοινωνική πρόνοια στην Ευρώπη και στην Αμερική κατά τον εικοστό αιώνα. Το ίδιο, κατά μείζονα λόγο, θα συμβαίνει στο μέλλον: ιδιωτικοί θεσμοί θα υποκαθιστούν όλο και περισσότερο το κράτος, αναλαμβάνοντας τέτοιες δραστηριότητες. Αν αυτό θα είναι καλό ή κακό, εξαρτάται.


Από τη μια πλευρά, είναι απαραίτητο να αποδεχθούμε, αποφεύγοντας τις εξιδανικεύσεις, ότι οι θεσμοί της κοινωνίας πολιτών, επιτελώντας έργα κοινωφέλειας, δεν είναι «εκ φύσεως» άσχετοι με κάθε εξουσία· ότι, αντιθέτως, τα έργα τους αυτά ήταν και θα είναι πάντοτε συνδεδεμένα με το κύρος, την αυθεντία και την εξουσία· ότι πολλοί από τους θεσμούς αυτούς θα απλώνονται κατακτητικά μέσα στον δημόσιο χώρο με τον οποίο υποτίθεται εξ ορισμού ότι δεν έχουν καμία σχέση· και θα ασκούν όλο και περισσότερη εξουσία, και μάλιστα στο ανώτατο επίπεδο, πολύ κοντά στο ίδιο το κράτος, το οποίο υποτίθεται ότι εξ ορισμού περιορίζουν και, ενίοτε, ελέγχουν.


Από την άλλη πλευρά δεν είναι απαραίτητο να συζητούμε σε ποιον βαθμό πρέπει οι ιδιωτικοί θεσμοί να υποκαταστήσουν το κράτος και αν τούτο είναι καλό ή κακό. Γιατί αυτό θα εξαρτηθεί λιγότερο από μια ανιστορική, αιώνια, μεταφυσική αντίληψη της κοινωνίας πολιτών και του κράτους, της ιδιωτικής και της δημόσιας δράσης, του καλού και του κακού· και περισσότερο από το είδος των κοινωνιών που εμείς οι ίδιοι θα θεσμίσουμε στο μέλλον· από το ήθος των πολιτών τους· και, τελικά, από τη δημοκρατικότητα, με την ευρύτατη έννοια του όρου, των θεσμών που θα διαμορφώσουμε ­ δημοσίων και ιδιωτικών.


Αλλά το θέμα έχει και άλλες πλευρές· θα επανέλθουμε.


* Ο κ. Γεώργιος Β. Δερτιλής είναι καθηγητής της Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών.