Οι πολιτικές θεωρίες ενδιαφέρουν την ηθική φιλοσοφία στο μέτρο που εκφράζουν βασικές ηθικές αρχές και αξίες. Και κάθε προσπάθεια αποτίμησης μιας πολιτικής θεωρίας και της πρακτικής την οποία υπαγορεύει δεν μπορεί να αγνοεί την ηθική της διάσταση αλλά και τις γενικότερες φιλοσοφικές αντιλήψεις που την εμπνέουν. Ετσι, ακούμε συχνά στις μέρες μας να κατηγορείται ο φιλελευθερισμός επειδή το ηθικό του υπόβαθρο κρίνεται εξαιρετικά ισχνό και υποτίθεται πως αντανακλά μια εσφαλμένη θεώρηση του ανθρώπου και της θέσης του μέσα στο κοινωνικό περιβάλλον. Ειδικότερα, υποστηρίζεται πως η φιλελεύθερη έμφαση στην αξία της ελευθερίας και στη διασφάλιση των ατομικών δικαιωμάτων βασίζεται σε μια προβληματική οντολογία του ανθρώπινου υποκειμένου που παραγνωρίζει την εξάρτησή του από την κοινότητα στην οποία ανήκει.


Η κριτική αυτή του φιλελευθερισμού ασκείται από τη σκοπιά του κοινοτισμού, της φιλοσοφικής προσέγγισης σύμφωνα με την οποία οι πολιτικές αλλά και οι ηθικές θεωρίες μας πρέπει να ξεκινούν από την παραδοχή της οντολογικής προτεραιότητας της κοινότητας απέναντι στο άτομο. Οι ηθικές αρχές και αξίες που διέπουν τη συμπεριφορά μας καθορίζονται από την οργανική ένταξη σε μια, λιγότερο ή περισσότερο τοπικά συγκροτημένη, πολιτισμική, εθνική ή θρησκευτική οντότητα χωρίς την οποία το ατομικό υποκείμενο δεν θα μπορούσε καν να υπάρξει. Ετσι, για τους περισσότερους κοινοτιστές ηθική σημασία δεν έχουν κάποιες υπερχρονικές, οικουμενικές αρχές που επιλέγονται κατ’ αρχήν από το άτομο, ανεξάρτητα από τους οποιουσδήποτε προγενέστερους προσδιορισμούς, αλλά κυρίως ορισμένες αρετές, νοούμενες ως σταθερές ιδιότητες του χαρακτήρα που επιτρέπουν την επίτευξη της ευδαιμονίας μέσα από την ανάπτυξη ενός ιστορικά διαμορφωμένου κοινωνικού πλαισίου.


Η αρχή της δικαιοσύνης


Ετσι, κατά τους κοινοτιστές, το ελαττωματικό οντολογικό μοντέλο του υποκειμένου της πράξης που υιοθετούν οι φιλελεύθεροι οδηγεί σε μια ανεπαρκή κατανόηση της ανθρώπινης ηθικότητας. Στις φιλελεύθερες κοινωνίες φαίνεται να κυριαρχούν ο εγωισμός, ο ατομικισμός, ο ψυχρός υπολογισμός και η προσπάθεια μεγιστοποίησης της ατομικής ωφέλειας, που στην καλύτερη περίπτωση ελέγχονται κάπως από τον σεβασμό αρνητικών δικαιωμάτων και ελευθεριών με την εφαρμογή ενός φορμαλιστικού συστήματος ηθικών κανόνων. Τα άτομα αγνοούν ή υποτιμούν την αξία της συγκροτημένης μέσα από την παράδοση κοινής ταυτότητάς τους και πιστεύουν αφελώς ότι είναι σε θέση να θεσπίσουν τους στοιχειώδεις ηθικούς όρους της συνύπαρξής τους ως ισότιμα μέλη ενός συνόλου που υπακούει σε κάποια σιωπηρή συμφωνία οιονεί συμβολαϊκού τύπου.


Οι φιλελεύθεροι όμως ισχυρίζονται πως μπορούν να αντικρούσουν την κοινοτιστική επιχειρηματολογία. Πρώτα απ’ όλα, οι ιστορικοί προσδιορισμοί της ταυτότητας του υποκειμένου δεν συνεπάγονται την αδυναμία ορθολογικής ανάλυσης και αναδιαμόρφωσής της σε μεγάλο βαθμό, εφόσον κάτι τέτοιο κρίνεται αναγκαίο ή επιθυμητό. Αλλωστε η αυστηρή διαφοροποίηση ιδιωτικού και δημόσιου βίου, την οποία προτείνει ο φιλελευθερισμός, καθιστά δυνατή τη διαφύλαξη και τη δημιουργική επιδίωξη πραγμάτωσης των ιδιαίτερων ιδεωδών του ευ ζην που προκρίνει το κάθε άτομο στον ιδιωτικό του χώρο. Και η παραδοχή της οντολογικής διακριτότητας και αυτοτέλειας κάθε ανθρώπινου υποκειμένου δεν σημαίνει και άρνηση της ηθικής δέσμευσής του απέναντι στους συνανθρώπους του που αποτελούν μέλη του ίδιου συνόλου. Αντίθετα, μόνο με αυτή την παραδοχή διασφαλίζεται ο σεβασμός της προσωπικότητάς τους ­ της δικής τους αυτονομίας.


Πράγματι, είναι λανθασμένη η συσχέτιση όλων των μορφών φιλελευθερισμού με θεωρητικά πρότυπα που περιορίζονται στη δικαιολόγηση της ηθικής συμπεριφοράς μέσα από την ορθολογική επεξεργασία εγωιστικών αφετηριακών κινήτρων. Οι φιλελεύθεροι δεν είναι υποχρεωμένοι να ασπάζονται μια μινιμαλιστική ηθική και να αναγνωρίζουν μόνο αρνητικές ελευθερίες και δικαιώματα. Το μοντέλο κοινωνικής και πολιτικής οργάνωσης, το οποίο θα θελήσουν να στηρίξουν, δεν εξαντλείται αναγκαστικά στη δημοκρατία της αγοράς και δεν χρειάζεται να συμμορφώνεται με κάποιο ιδεώδες ελάχιστου κράτους. Εκτός από τον νεοφιλελευθερισμό, υπάρχει και ο εξισωτικός φιλελευθερισμός, ο οποίος οδηγεί μάλλον σε σοσιαλδημοκρατικές θέσεις. Εκτός από την αξία της ατομικής ελευθερίας, πολλοί φιλελεύθεροι, πιστοί στα διδάγματα της καντιανής ηθικής φιλοσοφίας, αποδίδουν ιδιαίτερη σημασία στην αξία της ισότητας και εισηγούνται συγκεκριμένες πολιτικές αμερόληπτης και ισότιμης μεταχείρισης αλλά και κοινωνικής αλληλεγγύης, για την καλύτερη εφαρμογή της αρχής της δικαιοσύνης.


Η φιλοσοφική διαμάχη


Σε κάθε περίπτωση, είναι προφανές πως οι κοινοτιστικές τοποθετήσεις εκφράζουν ηθικές θεωρήσεις που δεν είναι διόλου εύκολο να συμβιβαστούν με τις νεωτερικές πεποιθήσεις του σύγχρονου ανθρώπου. Οι θεωρήσεις αυτές παραπέμπουν σε κοινές, ουσιώδεις αντιλήψεις του αγαθού που δεν γίνονται αποδεκτές από μεγάλες ομάδες των πολυπολιτισμικών μας κοινωνιών. Για να είχαν καθολική απήχηση, οι αρετές τις οποίες προβάλλουν ως ηθικά πρότυπα θα έπρεπε να στηρίζονται σε κάποια ενιαία και ομοιογενή προσέγγιση της ανθρώπινης φύσης ή κοινότητας που δεν μοιάζει πια εφικτή. Ετσι, μοιραία καταλήγουν σε νοσταλγικές αναπολήσεις και προσπάθειες αναβίωσης ενός χαμένου παρελθόντος ή σε τοπικιστικές, εθνοκεντρικές προτιμήσεις που απλώς υπογραμμίζουν πεισματικά την ιδιαιτερότητα μιας πολιτισμικής παράδοσης απέναντι στους υποτιθέμενους κινδύνους της παγκοσμιοποίησης. Δεν είναι τυχαίο που η ηθική του κοινοτισμού χαρακτηρίζεται από αριστοκρατικές και αντιδημοκρατικές τάσεις και ταυτόχρονα προβάλλεται μέσα από μια λαϊκιστική, επιφανειακά ριζοσπαστική και βαθύτατα συντηρητική ρητορεία. Ούτε αποτελεί σύμπτωση το ότι υιοθετείται από τους υπέρμαχους της παλινδρόμησης σε ιδεώδη της προνεωτερικής εποχής, αλλά και από τους κήρυκες ενός μεταμοντέρνου σχετικισμού.


Η ηθική αντιπαράθεση φιλελευθερισμού και κοινοτισμού ασφαλώς δεν περιορίζεται στη σφαίρα της αφηρημένης εννοιολογικής ανάλυσης. Η φιλοσοφική διαμάχη αντικατοπτρίζει στο θεωρητικό επίπεδο συγκεκριμένες επιλογές της καθημερινής ζωής και γενικότερες πρακτικές στάσεις, κυρίως όσον αφορά τη ρύθμιση της συμπεριφοράς στον δημόσιο, κοινωνικό χώρο. Οσο δεν είμαστε έτοιμοι να αντιμετωπίσουμε την πρόκληση της πολυπολιτισμικότητας, θα διακατεχόμαστε από αξεπέραστες ανασφάλειες και θα δειλιάζουμε απέναντι στην ανοχή και τον σεβασμό της διαφοράς. Θα επικαλούμαστε τα όσια και τα ιερά της φυλής και θα αναζητούμε σε λιγότερο ή περισσότερο κατοχυρωμένα σύμβολα, από τη σημαία μέχρι τις αστυνομικές ταυτότητες, την τυπική διασφάλιση αποκλειστικών χαρακτηριστικών της δικής μας πνευματικής κοινότητας, αδιαφορώντας, για παράδειγμα, για την ενδεχόμενη άδικη μεταχείριση των μελών κάποιας θρησκευτικής ή εθνικής μειονότητας. Εκείνο όμως που θα κινδυνεύουμε πραγματικά να χάσουμε δεν θα είναι η πραγματική ή φανταστική ιδιοπροσωπία μας, αλλά η δημοκρατική μας συνείδηση, η ευαισθησία απέναντι στα ανθρώπινα δικαιώματα και ο ελάχιστος κοινός παρονομαστής της ηθικότητας που πρέπει να μας συνδέει όχι μόνο με τους γείτονές μας αλλά και με τους συνανθρώπους μας σε όλον τον πλανήτη. Ακριβώς αυτά προστατεύονται από τη φιλελεύθερη ηθική θεώρηση που απορρίπτουν οι κοινοτιστές. *


* Ο κ. Στέλιος Βιρβιδάκης είναι αναπληρωτής καθηγητής Φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών.