Το «χαρτί» έχει μεγάλη σημασία για μας τους Ελληνες. Κορνιζωμένα χαρτιά ότι παρακολουθήσαμε σεμινάρια, πήραμε μέρος σε αθλητικούς αγώνες, είμαστε μέλος του τάδε σωματείου, έχουμε μάθει αγγλικά, πουλάμε μόνον ελληνικά κρέατα κ.ο.κ., κοσμούν πολλούς τοίχους σε σπίτια και μαγαζιά. Ας κόπτεται ο κ. Σημίτης για τους δείκτες που αποδεικνύουν ότι γινόμαστε ευρωπαϊκών προδιαγραφών. Ο δείκτης προσήλωσης στο «χαρτί» μοιάζει να μας κρατάει καλά στη δεκαετία του ’40, όταν οι εξακριβώσεις στοιχείων ήταν καθημερινή υπόθεση. Η ιστορία με τις ταυτότητες-φάντασμα, οι οποίες κάποτε στο μέλλον θα αρχίσουν να εκδίδονται φυσικά μόνον για όσους δεν θα έχουν ακόμα ταυτότητα ή θα την έχουν χάσει, αποδεικνύει καταθλιπτικά του λόγου το αληθές. Κάθε φορά που κάνω μια ανάληψη από το ταμιευτήριο δίνω στον υπάλληλο την ταυτότητά μου που έχει το δακτυλικό μου αποτύπωμα (ποτέ δεν μου ζητάει να μελανώσω τον δείκτη μου για να το παραβάλει), μια φωτογραφία μου όταν ήμουν 27 χρονών (λεπτός, μαλλιάς και μουστάκιας ­ ευτυχώς επίσης δεν την παραβάλλει με τη σημερινή μου εμφάνιση) και διάφορα στοιχεία από τα οποία προσέχει μόνο το όνομα και τον αριθμό. Είναι αλήθεια ότι δεν ήξερα ή είχα ξεχάσει πως υπάρχει και η πληροφορία για το θρήσκευμα που στη δική μου περίπτωση (πιστεύω και σε άλλες) αναγράφεται με τα αρχικά Χ.Ο. Αν και δεν είμαι τυπολάτρης, νομίζω ότι είναι κάπως ασεβές να προσδιορίζεται το θρήσκευμα, ή η κοσμοαντίληψή, μου με τα αρχικά του, σα να πρόκειται για πολιτικό κόμμα ή ποδοσφαιρική ομάδα (ενώ υπάρχει χώρος να γραφεί ολογράφως).


Τέλος πάντων, αυτή ήταν η επιλογή κάποιου αστυνομικού που δεκαετίες πριν έγραφε τις ταυτότητες της γειτονιάς μου και ήθελε να τελειώνει πιο γρήγορα. Για κείνον η ταυτότητά μου δεν υπήρξε παρά ένας απειροελάχιστος κόκκος σε ένα βουνό αγγαρείας ­ εγώ όμως κουβαλάω πάντοτε επάνω μου την ανυπομονησία του, το γραφικό του χαρακτήρα, καθώς και την πονετική του χειρονομία να προσθέσει πέντε εκατοστά στο ανάστημά μου, ασχέτως αν ποτέ δεν ένιωσα χριστιανός ορθόδοξος ή ψηλότερος επειδή το γράφει το «χαρτί». Μια δυο φορές πάντως που προσπάθησα να γλιτώσω το «πήγαινε έλα» υποδεικνύοντας σε αρμοδίους το όνομα της γυναίκας μου στην ταυτότητά μου, δεν το γλίτωσα ­ μου είπαν ότι αυτό δεν αποδεικνύει τίποτε. Αλλά μήπως αποδεικνύει τίποτε και το Χριστιανός Ορθόδοξος; Οσο για τη διεύθυνση κατοικίας, τον τόπο και την ημερομηνία γεννήσεως, η ταυτότητά μου είναι άχρηστη, μια και για όλα αυτά πάντοτε χρειάστηκε να προσκομίσω ιδιαίτερα χαρτιά, από την αστυνομία, τον δήμο, το ληξιαρχείο.


Πώς λοιπόν να μη σκεφτώ, με αφορμή το συγκλονιστικής σημασίας ζήτημα των ημερών περί αναγραφής ή μη του θρησκεύματος και άλλων άχρηστων στοιχείων του βιογραφικού μας στις νέες ταυτότητες (εγώ θα κρατήσω την παλιά λόγω φωτογραφίας), ότι ο βασικός χωροφύλακας που έγραφε «ΧΟ» αντί για «χριστιανός ορθόδοξος», απλώς αντιστεκόταν σ’ ένα ανήκουστο καψόνι, σε μια εργασιοθεραπεία η οποία μόνο λόγο είχε το να τον κρατάει απασχολημένο; Από κάτι τέτοιες ελεεινές εργασιακές σχέσεις έμεινε σήμερα σε μερικούς η πετριά ότι πρέπει σώνει και καλά να είναι δηλωμένοι. Σώσον Κύριε τα χαρτιά μας, αλλά μεγαθύμως, κάνε κάτι και για τα μυαλά μας!


Ο κ. Αντώνης Κωτίδης είναι αναπληρωτής καθηγητής της Φιλοσοφικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.