Για να δώσει κανείς μια σφαιρική απάντηση στο ερώτημα αν η παγκοσμιοποίηση είναι πρόκληση ή απειλή, είναι αναγκαίο να εξετάσει όχι μόνο την οικονομική αλλά και την πολιτική και πολιτιστική διάσταση του φαινομένου. Αν η παγκοσμιοποίηση οδηγεί στο λεγόμενο παγκόσμιο χωριό αυτό συνεπάγεται όχι μόνο μεγαλύτερη οικονομική αλλά και πολιτική και πολιτισμική αλληλεξάρτηση μεταξύ κρατών και λαών.


Η οικονομική διάσταση


Η οικονομική παγκοσμιοποίηση δεν είναι πρόσφατο φαινόμενο. Κατά τον Ι. Wallerstein ξεκίνησε τον 16ο αιώνα ως ένα σύστημα κρατών που εμπλέκονταν σε οικονομικές ανταλλαγές και ανταγωνισμό χωρίς ένα από αυτά να κυριαρχήσει των υπολοίπων επιβάλλοντας ένα imperium. Στη σημερινή εποχή το παγκόσμιο οικονομικό σύστημα έχει αναπτυχθεί κατά θεαματικό τρόπο. Η παγκόσμια αγορά όχι μόνο έχει ενσωματώσει στη λογική της τις πιο απόμακρες περιοχές του πλανήτη αλλά και ­ λόγω των νέων ηλεκτρονικών τεχνολογιών ­ έχει οδηγήσει σε ένα σύστημα παραγωγής αγαθών και υπηρεσιών (κυρίως χρηματιστικών) που λίγο παρεμποδίζεται πια από εθνικά σύνορα και τελωνειακά τείχη.


Οι παραπάνω εξελίξεις έχουν δημιουργήσει έναν τύπο οικονομικής αλληλεξάρτησης που αυτή τη στιγμή αποτελεί και απειλή και πρόκληση. Η πρόκληση έχει να κάνει με το ότι η απελευθέρωση των αγορών και ο εντεινόμενος παγκόσμιος ανταγωνισμός έχουν αυξήσει την παραγωγικότητα σε τέτοιον βαθμό που ένα μικρό ποσοστό του παραγόμενου πλούτου θα μπορούσε άνετα να εξαλείψει τα απόλυτα επίπεδα φτώχειας σε όλο τον πλανήτη.


Αν όμως το παγκόσμιο οικονομικό σύστημα είναι εξαιρετικά παραγωγικό, είναι και εξαιρετικά άνισο ­ και σε αυτό συνίσταται η απειλή της παγκοσμιοποίησης. Πράγματι οι ανισότητες εντείνονται τόσο ραγδαία και η συγκέντρωση πλούτου έχει πάρει τέτοιες τερατώδεις διαστάσεις που σύμφωνα με την πρόσφατη έκθεση του ΟΗΕ για την παγκόσμια φτώχεια δώδεκα άτομα στην κορυφή της κοινωνικής πυραμίδας του παγκόσμιου χωριού έχουν μεγαλύτερο εισόδημα από δεκάδες φτωχές αφρικανικές χώρες.


Η πολιτική διάσταση


Βέβαια για τους νεοφιλελεύθερους αυτού του είδους οι ανισότητες δεν αποτελούν απειλή. Κατ’ αυτούς, παρ’ όλη τη συγκέντρωση πλούτου στην κορυφή, το βιοτικό επίπεδο αυτών που βρίσκονται στη βάση της κοινωνικής πυραμίδας καλυτερεύει. Γιατί από τη στιγμή που ένα μικρό έστω ποσοστό του παραγόμενου πλούτου διαχέεται προς τα κάτω, οι ανισότητες (όπως έχει υποστηρίξει ο γνωστός φιλόσοφος Rawls) νομιμοποιούνται. Δυστυχώς αυτή η αισιόδοξη θεωρία δεν έχει καθολική ισχύ. Δεν ισχύει σε χώρες που δεν έχουν τους θεσμούς και την αναγκαία τεχνοοικονομική υποδομή που θα τους επέτρεπε να επωφεληθούν από την ένταξή τους στην παγκόσμια αγορά.


Σε αυτές τις χώρες η παγκοσμιοποίηση οδηγεί σε νέες μορφές φτώχειας και εξαθλίωσης. Και είναι ακριβώς γι’ αυτόν τον λόγο που σήμερα, παρ’ όλη την πρωτοφανή παραγωγικότητα, το 1/5 περίπου της ανθρωπότητας ζει κάτω από συνθήκες απόλυτης φτώχειας. Και αυτό συμβαίνει σε μια εποχή που ένα μικρό ποσοστό του εισοδήματος των δώδεκα κροίσων που ανέφερα πιο πάνω, αν επενδυόταν σωστά, θα μπορούσε να εξαλείψει την απόλυτη φτώχεια παγκοσμίως.


Να πού έγκειται η πρόκληση της παγκοσμιοποίησης: οι συνθήκες είναι ώριμες για την εξάλειψη της απόλυτης φτώχειας από τον πλανήτη Γη. Κατά τον ίδιο τρόπο που τον 19ο αιώνα είχαμε την έκλειψη του θεσμού της δουλείας ­ τον 21ο αιώνα, αν ακολουθήσουμε μια σωστή στρατηγική (αν δηλαδή περάσουμε από το παρόν νεοφιλελεύθερο σε ένα σοσιαλδημοκρατικό καθεστώς ελέγχου της παγκόσμιας οικονομίας), θα μπορούσαμε να δούμε την έκλειψη της απόλυτης φτώχειας σε πλανητικό επίπεδο.


Υποστηρίζεται συχνά ότι η παγκοσμιοποίηση απειλεί το κράτος-έθνος. Οδηγεί στην περιθωριοποίησή του, αφού όλο και περισσότερο το κράτος-έθνος δεν είναι ικανό να ελέγξει τις κινήσεις του πολυεθνικού κεφαλαίου. Αυτή η θεωρία όμως είναι απατηλή. Γιατί παρ’ όλο που το εθνικό κράτος έχει πράγματι χάσει μερικές από τις παραδοσιακές λειτουργίες του ­ έχει αποκτήσει νέες. Αυτό φαίνεται από το ότι οι πρόσοδοι που το κράτος αντλεί από τους πολίτες, στις ανεπτυγμένες κυρίως χώρες, τείνουν να αυξάνονται ­ και όχι μόνο σε απόλυτους αριθμούς.


Για να δούμε σωστά τη σχέση κράτους – πολυεθνικού κεφαλαίου, πρέπει να εστιάσουμε την προσοχή μας όχι στο κράτος-έθνος αλλά στα κράτη-έθνη και στις μεταξύ τους σχέσεις. Αν προσεγγίσουμε το θέμα από αυτή τη σκοπιά, βλέπουμε ότι το διακρατικό παιχνίδι δεν έχει εξασθενήσει ­ έχει απλώς αλλάξει μορφή.


Στις χώρες του κέντρου τείνει να έχει λιγότερο γεωπολιτικό και περισσότερο αναπτυξιακό χαρακτήρα. Σε αυτό το νέο διακρατικό πλαίσιο τα αναπτυξιακά προσανατολισμένα κράτη όχι μόνο δεν περιθωριοποιούνται αλλά γίνονται σοβαροί παίκτες στην παγκόσμια σκηνή.


Με άλλα λόγια, αν οι μεγάλες πολυεθνικές εταιρείες αποτελούν ένα δίκτυο εξαιρετικά ισχυρών οικονομικών παικτών, τα αναπτυξιακά προσανατολισμένα εθνικά κράτη αποτελούν και αυτά ένα άλλο δίκτυο ­ εξίσου σημαντικό. Και δεν είναι καθόλου βέβαιο ποιο από τα δύο δίκτυα είναι πιο ικανό στο να περιορίσει τις δραστηριότητες του άλλου. Ας μην ξεχνάμε ότι ο σημερινός νεοφιλελεύθερος χαρακτήρας της παγκόσμιας οικονομίας δεν επήλθε τυχαία. Κατασκευάστηκε επί τούτου από έναν μικρό αριθμό ισχυρών πολιτικών φορέων. Αυτό σημαίνει ότι μια μετάβαση από τον σημερινό άναρχο παγκόσμιο καπιταλισμό σε ένα πιο ανθρώπινα ρυθμισμένο καπιταλιστικό σύστημα δεν είναι μόνο επιθυμητή αλλά και δυνατή.


Η πολιτισμική διάσταση


Τέλος, και στον πολιτισμικό χώρο τα πράγματα είναι αμφίσημα. Από τη μία μεριά βλέπουμε τη συγκρότηση μιας παγκόσμιας καταναλωτικής κουλτούρας που, μέσω των ιδιωτικά ελεγχόμενων ΜΜΕ, εντάσσει στη λογική της όχι μόνο τα πλούσια αλλά και τα φτωχά μέλη του παγκόσμιου χωριού. Τα τελευταία εισέρχονται στην παγκόσμια κουλτούρα κατανάλωσης σε φαντασιακό επίπεδο ενώ την ίδια στιγμή αποκλείονται από αυτή στο επίπεδο της σκληρής πραγματικότητας.


Αυτός ο συνδυασμός φαντασιακής ενσωμάτωσης και πραγματικού αποκλεισμού καταλήγει σε μια κατάσταση όπου οι μη έχοντες συχνά θυσιάζουν βασικές ανάγκες, προκειμένου να αποκτήσουν τα πολυτελή αγαθά που η τηλεοπτική οθόνη διαφημίζει. Ετσι οι φτωχοί είναι τόσο απρόθυμοι όσο και οι πλούσιοι να υιοθετήσουν φιλικούς προς το περιβάλλον τρόπους ζωής.


Κατά συνέπεια, τόσο το ένα έκτο του παγκόσμιου πληθυσμού που καταναλώνει σπάταλα όσο και τα πέντε έκτα που, εξαιτίας της καταναλωτικής προπαγάνδας, επιδιώκουν να το μιμηθούν, δημιουργούν ένα αδιέξοδο το οποίο θα προσλάβει εκρηκτικές διαστάσεις από τη στιγμή που οι οικονομίες πολυάνθρωπων χωρών (π.χ. Κίνα, Ινδία) φθάσουν στο στάδιο της μαζικής κατανάλωσης.


Από μια πιο θετική σκοπιά τώρα, η πολιτισμική παγκοσμιοποίηση δεν περιορίζεται στην καθολικοποίηση της καταναλωτικής νοοτροπίας. Κυρίως σε πληθυσμούς που ζουν σε μεταπαραδοσιακά πλαίσια, η ραγδαία εξατομίκευση ­ σε συνδυασμό με άλλους παράγοντες ­ έχει οδηγήσει στην ευρεία εξάπλωση αξιών που έχουν να κάνουν με τα ανθρώπινα δικαιώματα και τη δημοκρατία.


Για μερικούς στοχαστές βέβαια η έμφαση στα ανθρώπινα δικαιώματα και ο σημαντικός παγκόσμιος εθελοντισμός που συνδέεται με αυτά αποτελούν ένα ιδεολογικό κίνημα πίσω από το οποίο κρύβονται τα γεωπολιτικά και οικονομικά συμφέροντα της ηγεμονεύουσας αμερικανικής υπερδύναμης. Παρ’ όλο που αυτό αναμφισβήτητα συμβαίνει, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι οι εξελίξεις σε αυτόν τον χώρο δεν είναι αποκλειστικά ιδεολογικές. Και αυτό γιατί βλέπουμε τη σταδιακή συγκρότηση μιας παγκόσμιας δημοκρατικής κοινής γνώμης που, πέρα από ηγεμονικούς υπολογισμούς, στηρίζει τα ανθρώπινα δικαιώματα ­ βάζοντας τις βασικές ανθρώπινες ελευθερίες πιο πάνω ακόμη και από την αρχή της κρατικής κυριαρχίας.


Και αυτού του είδους τη νοοτροπία δεν τη βλέπουμε μόνο στις κοινοβουλευτικές δημοκρατίες της ανεπτυγμένης Δύσης· τη βλέπουμε να αναπτύσσεται ραγδαία και σε μη δημοκρατικά καθεστώτα (π.χ. στην Κίνα) ­ ιδίως σε άτομα που ζουν στα μεταπαραδοσιακά πλαίσια των μεγαλουπόλεων. Και βέβαια κάτι παρόμοιο συμβαίνει και με τις περιβαλλοντικές αξίες που επίσης καθολικοποιούνται με ταχείς ρυθμούς.


Τα αναγκαία συμπεράσματα


Οχι μόνο στο οικονομικό αλλά και στο πολιτικό και πολιτισμικό επίπεδο η παγκοσμιοποίηση έχει δημιουργήσει και προκλήσεις και απειλές. Στο οικονομικό επίπεδο βλέπουμε από τη μία μεριά μια πρωτοφανή αύξηση της παραγωγικότητας και του πλούτου, η οποία θα μπορούσε να οδηγήσει σε μια κατάσταση όπου όλα τα μέλη του παγκόσμιου χωριού να έχουν ένα ανθρώπινο επίπεδο διαβίωσης. Από την άλλη μεριά, αυτός ο πλούτος διανέμεται τόσο άνισα που βλέπουμε την ανάδυση νέων μορφών φτώχειας και απόλυτης εξαθλίωσης. Στο πολιτισμικό επίπεδο τώρα, από τη μία μεριά βλέπουμε την εδραίωση μιας παγκόσμιας καταναλωτικής κουλτούρας που εντείνει και τη φτώχεια και την περιβαλλοντική καταστροφή. Ενώ, από την άλλη, η ανάδυση μιας παγκόσμιας κοινής γνώμης που στηρίζει τα ανθρώπινα δικαιώματα και τις δημοκρατικές αξίες δίνει τη δυνατότητα περάσματος από την έμφαση στις αρνητικές ελευθερίες στην προώθηση των θετικών ελευθεριών που εμπεριέχουν το δικαίωμα μιας ανθρώπινης ζωής για όλους τους κατοίκους του παγκόσμιου χωριού.


Τέλος, στο πολιτικό επίπεδο, πρέπει να τονιστεί ότι η παγκοσμιοποίηση δεν περιθωριοποιεί το κράτος-έθνος ­ απλώς δημιουργεί πιέσεις για τον μετασχηματισμό των βασικών λειτουργιών του. Αυτό σημαίνει ότι οι δυνατότητες περάσματος από ένα νεοφιλελεύθερο σε ένα σοσιαλδημοκρατικό καθεστώς ελέγχου του παγκόσμιου συστήματος υπάρχουν. Θα αυξηθούν δε σημαντικά όταν η σχέση δύναμης μεταξύ των ΗΠΑ (που υποστηρίζουν το status quo), της Ενωμένης Ευρώπης και των ανερχόμενων ασιατικών χωρών αλλάξει εις βάρος των πρώτων.


Ο κ. Νίκος Μουζέλης είναι καθηγητής στη London School of Economics.