Οι σχεδόν πάντα θερμές σχέσεις του Γιώργου Σεφέρη με την Αγγλία και την αγγλική γλώσσα εξελίχθηκαν σε διάφορα επίπεδα, από τις προσωπικές φιλίες που κατά καιρούς ανέπτυξε με άγγλους διανοούμενους ως την τακτική επαγγελματική ενασχόληση του διπλωμάτη Σεφέρη με τη Βρετανία. Σίγουρα είχε δίκιο ο Γιώργος Δανιήλ όταν ισχυριζόταν ότι «χωρίς τον θόρυβο που δημιούργησαν οι (αξιόλογοι αυτοί άγγλοι) συγγραφείς γύρω από το λογοτεχνικό του έργο και τις τιμές που του απονεμήθηκαν στην Αγγλία προς το τέλος της σταδιοδρομίας του, η Σουηδική Ακαδημία δεν θα ήταν αρκετά ενήμερη για τον Σεφέρη ώστε να τον θεωρήσει υποψήφιο για το Νομπέλ Λογοτεχνίας.


Είναι προφανές ότι κάτι στην ιδιοσυγκρασία του Σεφέρη τον έκανε να εκτιμά τα χαρακτηριστικά μιας κατηγορίας μορφωμένων Αγγλων της εποχής του, χαρακτηριστικά που ίσως δεν αναγνώριζε εύκολα στους συναδέλφους του συγγραφείς ή διπλωμάτες: χιούμορ, ειρωνεία, κοσμοπολιτισμό και σχετική απουσία του πομπώδους. Την εκτίμηση αυτή ανταπέδωσαν πολλοί διακεκριμένοι άγγλοι ποιητές και λογοτέχνες, όπως φαίνεται από τον Κατάλογο Βιβλιοθήκης Γιώργου και Μαρώς Σεφέρη που συνέταξε ο Νίκος Γιανναδάκης. Εδώ μνημονεύονται βιβλία με ιδιόχειρες αφιερώσεις των W. Η. Auden, John Betjeman, Robert Graves, Graham Greene, David Jones, Sidney Keyes, Patrick Leigh Fermor, Cecil Day Lewis, Louis Macneice και Joh Wain μεταξύ άλλων ­ ανθρώπων που οπωσδήποτε δεν συνήθιζαν να σκορπούν αφιερώσεις αφειδώς σε γνωστούς και αγνώστους.


Η γνωριμία με τον Ελιοτ


Στο κέντρο όμως της σχέσης του Σεφέρη με την αγγλική ποίηση βρίσκεται αναμφισβήτητα ο Τ. Σ. Ελιοτ, το έργο του οποίου ο έλληνας ποιητής πρωτογνώρισε «παραμονές Χριστούγεννα του 1931 (…) σ’ ένα βιβλιοπωλείο του Oxford Street» ­ γνωριμία που έμελλε να παίξει μείζονα ρόλο στη διάπλαση της γραφής του Σεφέρη από το Μυθιστόρημα ως και τα Τρία Κρυφά Ποιήματα. Ο Σεφέρης, που εξάλλου ποτέ δεν έπασχε από λογοτεχνικό σοβινισμό, δεν έκρυψε τον ρόλο αυτόν· «υπάρχουν», τόνισε το 1948 στο Γράμμα σ’ έναν ξένο φίλο, «κριτικοί στον τόπο μας που λένε πως στα λίγα ποιήματα που έχω γράψει διακρίνουν την επίδραση του Ελιοτ, πράγμα που δεν με παραξενεύει πολύ γιατί δεν πιστεύω να υπάρχει παρθενογέννηση στην τέχνη». Τελικά, συμπεραίνει ο Νάσος Βαγενάς στη μελέτη Ο ποιητής και ο χορευτής, «η περίπτωση (Σεφέρη – Ελιοτ) είναι η περίπτωση δύο ποιητών με το ίδιο ανάστημα, που η σχέση τους είναι δυνατότερη όχι κατά τη διάρκεια αλλά έπειτα από τη διαμόρφωση της φωνής του νεότερου ποιητή ­ πράγμα που δείχνει πως η συγγένειά τους οφείλεται στη συγγένεια των βασικών συστατικών της ποιητικής τους ιδιοσυγκρασίας».


Λιγότερο γνωστή παραμένει η ισχυρή επίδραση που άσκησε κατά καιρούς ο Σεφέρης πάνω σε άγγλους ποιητές. Η επίδραση αυτή χρονολογείται όχι από την πρώτη εκτεταμένη παραμονή του Σεφέρη στο Λονδίνο το 1931-34, αλλά από τα χρόνια του πολέμου, όταν ακολούθησε την ελληνική κυβέρνηση στην Αίγυπτο. Εκεί ο Σεφέρης συνδέθηκε με τους εξόριστους άγγλους συγγραφείς που συσπειρώθηκαν γύρω από το περιοδικό «Personal Landscape», και ιδιαιτέρως με τους συντάκτες Bernard Spencer, Robin Fedden και Lawrence Durrell. Στο περιοδικό αυτό δημοσιεύθηκαν μεταφράσεις του «Βασιλιά της Ασίνης» και του «Γέροντα στην ακροποταμιά», καθώς και αγγλικά ποιήματα που δείχνουν σαφή ίχνη σεφερικής επίδρασης, όπως το «Δήλος» του Bernard Spencer:


Σ’ αυτές τις λεωφόρους των νεκρών θα στοχασθείς τη βία, / Την αγιοσύνη και τη βία, τη βία της θάλασσας της πιο γαλάζιας / Και από το γαλάζιο των ματιών· τη βία του ήλιου και της λατρείας του· / Του χρήματος και της λατρείας του. Και εδώ που σπάει το κύμα / είναι που ζήτησαν να μάθουν την αλήθεια οι ξένοι.


Σύμφωνα με τον φιλόλογο Kenneth Young, «την περίοδο αυτή εμφυτεύθηκε κατά κάποιον τρόπο η ελληνική επίδραση στους βρετανούς συγγραφείς, και το αποτέλεσμα ήταν μια δημοσίευση γεμάτη από ελληνικά θέματα ιδωμένα από Αγγλους». Στον Σεφέρη οφείλεται σε μεγάλο βαθμό η ανακάλυψη του μεσογειακού χώρου και της σύγχρονης Ελλάδας από άγγλους λογοτέχνες της γενιάς του και πρωτίστως από τον Lawrence Durrell, που πίστευε ότι «ενώ άλλες χώρες αποκαλύπτουν τοπία ή γνώσεις, η Ελλάδα προσφέρει κάτι πιο σκληρό ­ την ανακάλυψη του εαυτού μας». Ενδεικτικά, η πρώτη ποιητική συλλογή του Durrell (1943) συμπεριλάμβανε ένα μακρύ, πυκνό ποίημα με τίτλο «Γράμμα στον Ελληνα Σεφέρη».


Η διεθνής ακτινοβολία


Ο Σεφέρης παρέμεινε ζώσα παρουσία και για τους Αγγλους της επόμενης γενιάς. Οταν το 1963 ο Peter Levi ετοιμαζόταν να επισκεφθεί την Ελλάδα για πρώτη φορά, βασικό κίνητρο ήταν η επιθυμία του να γνωρίσει τον Σεφέρη: «Ηξερα πως ο Γιώργος Σεφέρης ήταν ένας από τους μεγαλύτερους, ίσως και ο μεγαλύτερος όλων των ευρωπαίων ποιητών του αιώνα μας» έγραψε στις πρώτες σελίδες του οδοιπορικού Ο Λόφος του Κρόνου. Τη γνώμη αυτή ο Levi επανέλαβε συχνά σε διάφορα δοκίμια, ο προσεχτικός όμως αναγνώστης του μείζονος αυτού ποιητή θα πεισθεί ακόμη περισσότερο από τους σεφερικούς απόηχους που τόσο συχνά ακούγονται στο έργο του, ιδιαιτέρως ίσως στο Τριάντα τρόποι να πνίγεσαι στη θάλασσα (1966), ένα είδος διαλόγου με το Μυθιστόρημα:


Ετούτη η σκιά και αυτό το φως είναι της θάλασσας / ογκώδη σαν βουνά μέσ’ στον αέρα. / Τι άραγε είναι τόσο σκοτεινό όσο η θάλασσα;


Σήμερα η θέση του Σεφέρη στο αγγλικό λογοτεχνικό πάνθεον μοιάζει απόλυτα κατοχυρωμένη· όπως ο Montale, o Pessoa ή ο Mandelstam, ο Σεφέρης θεωρείται από τους πατέρες της ευρωπαϊκής ποίησης του 20ού αιώνα, και ως εκ τούτου μορφή με διεθνή ακτινοβολία. Ενδεικτικά, όταν το 1988 η διεθνής υπηρεσία του BBC εγκαινίασε το ραδιοφωνικό πρόγραμμα «Ποιητικό Ταχυδρομείο» με ημερήσια οργάνωση ποιημάτων από γνωστούς ηθοποιούς, τη δεύτερη εβδομάδα του Νοεμβρίου διαβάσθηκαν ποιήματα των Robert Frost, Shakespeare, W. Η. Auden, και ανάμεσά τους «Ο γυρισμός του ξενιτεμένου» του Σεφέρη.


Παράλληλα η ελληνική ποίηση γενικότερα συνεχίζει και βρίσκει καινούργιους αναγνώστες. Οι καλαίσθητες εκδόσεις του οίκου Anvli Books συμπεριλαμβάνουν σήμερα τα Απαντα του Σεφέρη, το Αξιον Εστί και έναν τόμο επιλεγμένων ποιημάτων του Ελύτη, την Τέταρτη Διάσταση του Ρίτσου, έναν τόμο Σικελιανό, το Κελάρι του Γιώργου Παυλόπουλου και την Αμοργό του Νίκου Γκάτσου. Σύμφωνα με τον υπεύθυνο των εκδόσεων Peter Jay, οι τίτλοι αυτοί κινούνται αργά αλλά σταθερά, ενώ το προβάδισμα στις πωλήσεις κατέχει μόνιμα ο Σεφέρης: κατά τη διάρκεια της διετίας 1998-1999, τα Απαντά του πούλησαν 543 αντίτυπα στην Αγγλία, το Αξιον Εστί 216, η Επιλογή του Ελύτη 150 και η Τέταρτη Διάσταση 43.


Το 1975 το Εθνικό Κέντρο Βιβλίου της Βρετανίας τίμησε τη μνήμη του Σεφέρη με μια μεγάλη έκθεση στο Λονδίνο αφιερωμένη στη ζωή του και στη φιλία του με την Αγγλία, τιμή που είχε αναβληθεί ως την πτώση της δικτατορίας. Τον κατάλογο προλόγισε μεταξύ άλλων ο Durrell, τονίζοντας ότι με τον Σεφέρη «η ελληνική λογοτεχνία γεφύρωσε το χάσμα που τη χώριζε από την Ευρώπη, απαίτησε να ακουστεί από την ευρωπαϊκή συνείδηση, και έγινε μέρος της». Ο πραγματικός όμως αποχαιρετισμός στον έλληνα φίλο και εμπνευστή του είχε προηγηθεί κατά δύο χρόνια, με τη δημοσίευση της τελευταίας ποιητικής συλλογής του: κλείνοντας τον κύκλο που είχε ανοίξει με το «Γράμμα στον έλληνα Σεφέρη», το τελευταίο ποίημα της συλλογής, που είχε τον τίτλο «Σεφέρης», κατέληγε:


Τα λόγια σου σάλπαραν σαν αρχαίοι άποικοι / Δήλιοι ή Ρόδιοι, που αψηφώντας τους θεούς / του ήλιου, ιδρύσανε μεγάλα κέντρα, τη Νάπολη / ή το Ρίο, μακριά από γνώριμα ανθρώπων μέρη, / και φέραν την ιδιόρρυθμη ελληνική γραφή σε λαούς ξένους: / Μια νέα ελληνική πυρά που φλόγισε από την πέννα σου. / Τι θαυμάσιο να αφήνεις τέτοιο κατόρθωμα / στο γραφείο απολεσθέντων του φιλόστοργου νου, / σαν κρυφό ψίθυρο που ανακαλύπτουν όσοι ακούν προσεχτικά. / Μας δείχνεις όλους με ποιο τρόπο φεύγουν οι μεγάλοι, / απανεμώντας στη σιωπή, γνωρίζοντας / πως και ο θάνατος ακόμα είναι επίνοια.


Ο κ. Ιωάννης Σταθάτος είναι συγγραφέας.