Το γεγονός ότι το ΚΚΕ έχει μια κάποια ασυλία στα ελληνικά πολιτικά πράγματα, τόσο από τον Τύπο όσο και από πολλούς πολιτικούς, δείχνει την ανωριμότητα του πολιτικού μας συστήματος. Πρόκειται για ένα ακόμη ταμπού της μεταπολίτευσης, που μας εμποδίζει να δούμε τα πράγματα όπως έχουν. Πράγματι το ΚΚΕ υπέφερε στη μεταπολεμική περίοδο από την καταπίεση του κράτους και υπερασπίστηκε τότε τις ατομικές και δημοκρατικές ελευθερίες. Αλλά αυτή η ιστορική περίοδος, στην οποία το ΚΚΕ εστερείτο τις εγγυήσεις αυτές, έχει περάσει ανεπιστρεπτί. Σήμερα που όλα τα ελληνικά κόμματα έχουν απόλυτη ελευθερία για κάθε είδους πολιτική δράση οφείλουμε να δούμε πιο καθαρά τι πιστεύουν και πώς συμπεριφέρονται στην πολιτική ζωή.


Το ΚΚΕ φυσικά έχει απόλυτο δικαίωμα να πιστεύει αυτά που πιστεύει. Είναι όμως γνωστό από την τραγική εμπειρία των δικτατοριών της Ανατολικής Ευρώπης και της Σοβιετικής Ενωσης ότι ο μαρξισμός – λενινισμός και οι σχετικές πολιτικές πεποιθήσεις δεν δείχνουν επαρκή σεβασμό για την ατομική ελευθερία και ότι μέσα από μια εσφαλμένη ερμηνεία της ανθρώπινης κατάστασης καταλήγουν να υποστηρίζουν μια καταπιεστική τυραννία στο όνομα του υποτιθέμενου μετασχηματισμού της κοινωνίας. Επίσης τα κομμουνιστικά κόμματα δεν έχουν ιδιαίτερο σεβασμό για τις κοινοβουλευτικές διαδικασίες και το κράτος δικαίου, ιδέες τις οποίες απορρίπτουν ως αστική εξαπάτηση και εκμετάλλευση.


Δεν θα πρέπει συνεπώς να προκαλεί καμία έκπληξη το ότι το ΚΚΕ οργάνωσε βίαιες μαζικές διαμαρτυρίες κατά της επίσκεψης του προέδρου Κλίντον στην Ελλάδα με πρόσχημα τον πόλεμο στο Κόσοβο. Ο κύριος σκοπός του ΚΚΕ είναι η καλλιέργεια της συνωμοσιολογίας περί διεθνούς ιμπεριαλισμού κτλ. έτσι ώστε οι αφελείς που το ψηφίζουν να συνεχίζουν να το ψηφίζουν σε πείσμα της ιστορίας και της αλήθειας. Παρουσιάζοντας την Αμερική ως υπεύθυνο της βαλκανικής τραγωδίας απλοποιούν το πρόβλημα και χρεώνουν στην κυβέρνηση ένα ακόμη «τραγικό σφάλμα» επειδή υποστήριξε την επέμβαση. Φυσικά οι μεγάλοι ανθρωπιστές της κομμουνιστικής Αριστεράς δεν νοιάζονται πραγματικά ούτε για τους σέρβους αμάχους ούτε και για κανέναν άλλον, αφού δεν έχουν κουβέντα να πουν για τη θυσία εκατομμυρίων που έπεσαν στον βωμό του υπαρκτού σοσιαλισμού στην ΕΣΣΔ και στην Ανατολική Ευρώπη. Ισως να φταίνε και για τις σοβιετικές φυλακές ο πρόεδρος Κλίντον και οι «αμερικάνοι φονιάδες των λαών».


Θα άξιζε όμως να προχωρήσουμε σε μια νηφάλια εκτίμηση των γεγονότων στο Κόσοβο όχι τόσο για να πείσουμε τους μαρξιστές – λενινιστές ή τους κάθε είδους φίλους του κ. Μιλόσεβιτς στην Ελλάδα, αλλά για να προστατεύσουμε τον κοινό νου από την αντιαμερικανική υστερία μερίδας του Τύπου και από το εθνικιστικό παραλήρημα μερίδας του πολιτικού κόσμου.


Τι έχει δείξει η εμπειρία των τελευταίων έξι μηνών στο Κόσοβο;


Πρώτον, οι εκτιμήσεις για την ενοχή της σερβικής ηγεσίας στις εθνικές εκκαθαρίσεις έχουν επιβεβαιωθεί πλήρως. Υπήρξε πράγματι κεντρικό σχέδιο εκκένωσης ολόκληρης της περιοχής από τον αλβανικό πληθυσμό. Βρέθηκαν πράγματι πολυάριθμοι μαζικοί τάφοι Αλβανών σε πολλά σημεία, ακόμη και σε περιοχές όπου δεν διεξάγονταν μάχες με τους αλβανούς αντάρτες, που επιβεβαιώνουν ότι ο σερβικός στρατός και οι παραστρατιωτικοί δολοφόνησαν και τρομοκράτησαν συστηματικά εκατοντάδες αμάχους με σκοπό τη μαζική αποχώρηση του αλβανικού πληθυσμού. Δεν έχει φυσικά καμία σημασία το ότι ο αριθμός των νεκρών είναι μικρότερος από τις αρχικές εκτιμήσεις. Η αλήθεια είναι ότι εκτελέστηκε ένα κεντρικό σχέδιο εθνικής εκκαθάρισης των Αλβανών, με μαζικές δολοφονίες, χιλιάδες θύματα και εκατοντάδες χιλιάδες πρόσφυγες. Και αυτό δεν ξεκίνησε τον Μάρτιο του ’99. Ξεκίνησε πολύ παλαιότερα, όταν για παράδειγμα απαγορεύτηκε η πώληση τροφίμων από τη Σερβία σε αλβανικά καταστήματα στο Κόσοβο ήδη έναν χρόνο νωρίτερα.


Δεύτερον, επιβεβαιώθηκε η ορθότητα της βίαιης επέμβασης του ΝΑΤΟ στο Κόσοβο. Ο Μιλόσεβιτς ηττήθηκε και αναγκάστηκε διά της βίας να σταματήσει την πολιτική των εθνικών εκκαθαρίσεων. Πολλοί θα πουν ότι το κόστος ήταν υψηλό στον σερβικό πληθυσμό. Ναι, αλλά ποιο θα ήταν αντιστρόφως το κόστος στον αλβανικό πληθυσμό αν η Δύση αδιαφορούσε; Και, τελικά, δεν έχει σημασία ποιος είναι ο θύτης και το θύμα;


Ο Μιλόσεβιτς έχει εκλεγεί και υποστηρίζεται από τους συμπατριώτες του. Η πολιτική των εθνικών εκκαθαρίσεων εφαρμόστηκε επανειλημμένα από τη σερβική πλευρά στην Κροατία, στη Βοσνία και τώρα στο Κόσοβο.


Τρίτον, η ανασυγκρότηση είναι πολύ δυσκολότερο εγχείρημα από ό,τι φανταστήκαμε αρχικά. Το μίσος και η εκδικητική μανία των Αλβανών είναι βαθιά και η πολυεθνική δύναμη αδυνατεί να τα ελέγξει. Το αποτέλεσμα είναι ότι οι διωγμοί των Σέρβων από τους Αλβανούς είναι ουσιαστικά ανεξέλεγκτοι. Τουλάχιστον 70 ορθόδοξες εκκλησίες και μοναστήρια έχουν καταστραφεί από τον περασμένο Ιούνιο. Δεκάδες Σέρβοι είναι τα θύματα δολοφονιών και άλλων διωγμών την ίδια περίοδο. Αλλά η επέμβαση στο Κόσοβο δεν έγινε από συμπάθεια προς τους Αλβανούς ­ που είναι και καλοί και κακοί, όπως όλοι οι άνθρωποι. Εγινε για να εμποδιστεί η κυβέρνηση του Μιλόσεβιτς να συνεχίσει την εξολόθρευση μιας ακόμη εθνικής μειονότητας.


Τέταρτον, η διεθνής κοινότητα έχει κάνει μια γνήσια προσπάθεια να αναστρέψει την πολιτική κατάσταση. Εχουν ήδη μπει βάσεις για νέους θεσμούς στην πολύπαθη περιοχή. Η διοίκηση του ΟΑΣΕ έχει ήδη προχωρήσει σε συγκεκριμένα βήματα για τη δημιουργία νέου, ουδέτερου τηλεοπτικού σταθμού, την εκπαίδευση νέας αστυνομίας και δικαστών, και τη βαθμιαία δημιουργία νέων πολιτικών κομμάτων. Οι προσπάθειες αυτές δεν θα αποδώσουν αμέσως. Δικαιολογείται όμως μια αισιοδοξία ότι μπορεί με τη βοήθεια του ΟΑΣΕ και της ΕΕ να λειτουργήσουν τελικά πραγματικοί δημοκρατικοί θεσμοί στο Κόσοβο.


Ποιο είναι το γενικό δίδαγμα από αυτή την ιστορία; Είναι νωρίς ακόμη να πούμε με βεβαιότητα. Είναι όμως φανερό ότι υπάρχει συναίνεση στην Ευρώπη ότι, παρά τα μεγάλα και τραγικά λάθη του ΝΑΤΟ στην εξέλιξη των βομβαρδισμών, η επέμβαση στο Κόσοβο είχε θετικά αποτελέσματα: πρώτον, στην περιοχή υπάρχει τώρα (ατελής, έστω), ειρήνη· δεύτερον, κανένας δεν πεθαίνει από την πείνα ή το κρύο· τρίτον, το καθεστώς του Μιλόσεβιτς είναι υπό κατάρρευση ­ η πολιτική αλλαγή στη Σερβία είναι θέμα χρόνου· τέταρτον, το προηγούμενο της Γιουγκοσλαβίας έχει επηρεάσει τις διεθνείς σχέσεις, όπως δείχνουν για παράδειγμα οι εξελίξεις στο Ανατολικό Τιμόρ.


Αλλά το σημαντικότερο αποτέλεσμα είναι το εξής: Εχει πλέον σχηματιστεί ευρεία συναίνεση στον πολιτικό κόσμο στην Ευρώπη και αλλού ότι το διεθνές δίκαιο των ανθρωπίνων δικαιωμάτων δεν είναι μόνο ευχολόγιο. Είναι μέρος ενός «οικουμενικού» συνταγματικού δικαίου που όλα τα κράτη του κόσμου είναι υποχρεωμένα να αναγνωρίζουν και να σέβονται, ακόμη και πάρα την εθνική τους κυριαρχία. Φιλελεύθερες και δημοκρατικές χώρες, όπως η Ελλάδα, μπορούν μόνο να κερδίσουν από την εξέλιξη αυτή, που δεν έχει προηγούμενο στη νεότερη ιστορία. Το όφελος της βαθμιαίας αυτής εξέλιξης προς κάποιο όχι μόνο διεθνές αλλά «οικουμενικό» δίκαιο μπορεί να μην το δούμε αμέσως. Θα το δουν όμως και θα το ζήσουν οι επόμενες γενιές, τα παιδιά και τα εγγόνια μας, στα Βαλκάνια και αλλού.


Ο κ. Παύλος Ελευθεριάδης είναι λέκτορας Νομικής στη London School of Economics.