Στο βιβλίο του «Κακοκαιρία» («Heavy Weather») ο συγγραφέας Μπρους Στέρλινγκ παρουσιάζει μια ενδιαφέρουσα και παράδοξα επίκαιρη εικόνα του μέλλοντος. Χρόνος: Μέλλον. Τόπος: Γη. Θέμα: Δυναμικά φυσικά φαινόμενα αναπτύσσονται σε διάφορες περιοχές καταστρέφοντας πόλεις και αναπλάθοντας τη μορφολογία του πλανήτη. Η «Κακοκαιρία» ασκεί μια ιδιαίτερη έλξη στον πληθυσμό του πλανήτη προκαλώντας ταυτόχρονα φόβο, περιέργεια και έξαψη. Χιλιάδες άνθρωποι συρρέουν στο μέρος όπου μια περίφημη επιστημονική ομάδα έχει προβλέψει την εξέλιξη του τρομερότερου τυφώνα της ιστορίας. Η κουλτούρα και η λατρεία του φόβου καθορίζουν τη συλλογική ζωή και δράση.


Χρόνος: 1999. Τόπος: Αθήνα, Ανατολική Τουρκία, Ταϊβάν, Ανατολικές Ηνωμένες Πολιτείες, Μεξικό και ο υπόλοιπος κόσμος. Θέμα: Καταστροφικοί τυφώνες και φονικοί σεισμοί συγκλονίζουν τη ζωή εκατομμυρίων ανθρώπων, τόσο εκείνων που βιώνουν προσωπικά την καταστροφή όσο και εκείνων για τους οποίους η εμπειρία της καταστροφής διαμεσολαβείται τηλεοπτικά, διαδικτυακά ή δορυφορικά. Αμεσα αποτελέσματα της δραστηριότητας της φύσης: απώλεια ανθρώπινων ζωών, υλικές καταστροφές και φόβος.


Υπερβολική αισιοδοξία


Ο φόβος που μας προκαλούν τα φυσικά φαινόμενα αφορά περισσότερο τις καταστροφικές επιπτώσεις παρά τα φαινόμενα καθαυτά. Οι επιπτώσεις όμως των φυσικών φαινομένων και «θεομηνιών» εξαρτώνται τόσο από τον χαρακτήρα των φαινομένων όσο και από τα κοινωνικά, οικονομικά και πολιτικά χαρακτηριστικά των περιοχών στις οποίες εκδηλώνονται τα φαινόμενα. Ενας σεισμός σε μια πυκνοκατοικημένη περιοχή της Τουρκίας έχει υψηλό κόστος σε ανθρώπινες ζωές, ενώ ένας σεισμός στο Λος Αντζελες κοστίζει περισσότερο σε αποζημιώσεις υλικών ζημιών. Τα φυσικά φαινόμενα είναι λοιπόν κοινωνικά κατασκευασμένα αφού η εκδήλωση και οι επιπτώσεις τους προσδιορίζονται σε μεγάλο βαθμό από τους οικονομικούς, πολιτικούς και πολιτισμικούς όρους συγκρότησης των σύγχρονων κοινωνιών. Ποια όμως είναι τα δομικά χαρακτηριστικά της κοινωνικής κατασκευής των «θεομηνιών» σήμερα; Πώς, δηλαδή, ο σύγχρονος πολιτισμός και η κουλτούρα μας συνδέεται με τον τρόπο που βιώνουμε τα καταστροφικά φυσικά φαινόμενα αλλά και προκαθορίζουμε τις επιπτώσεις τους; Πώς κατασκευάζουμε την καταστροφή;


Η κοινωνική κατασκευή της «φυσικής» καταστροφής καλύπτεται συχνά πίσω από μια συλλογιστική η οποία μας επιτρέπει από τη μία πλευρά να είμαστε υπερβολικά αισιόδοξοι όσον αφορά τη σταθερότητα των σύγχρονων περιβαλλοντικών συνθηκών και από την άλλη να κατηγορούμε τη φύση για «άδικη» ή «εχθρική» συμπεριφορά όταν το περιβάλλον δεν συμπεριφέρεται σύμφωνα με τις υπερβολικές προσδοκίες μας.


Τόσο η υπερβολική αισιοδοξία μας σχετικά με τη σταθερότητα των περιβαλλοντικών συνθηκών όσο και η μοιρολατρική εξαγρίωσή μας ενάντια στη «σκληρή» φύση απορρέουν από μια παγιωμένη περιβαλλοντική ιστορική συνείδηση η οποία μας επιτρέπει να αγνοούμε την εξέλιξη των περιβαλλοντικών συνθηκών στη μακρά ιστορική διάρκεια και να θεωρούμε τις συνθήκες των τελευταίων περίπου 150 χρόνων διαχρονική κανονικότητα.


Η αβαθής αυτή περιβαλλοντική ιστορική συνείδηση αποτέλεσε συστατικό στοιχείο της νεότερης ιστορίας της Δύσης και στάθηκε προϋπόθεση κυρίως για την ευρωπαϊκή επέκταση στον νέο κόσμο. Ας δούμε ένα παράδειγμα από την πιο σύγχρονη ιστορία. Κατά τον εποικισμό και τη συγκρότηση του αστικού χώρου της Νότιας Καλιφόρνιας μετά το 1850 η παραγνώριση της περιβαλλοντικής ιστορίας της περιοχής στη μακρά ιστορική διάρκεια αποτέλεσε απαραίτητη συνθήκη για την αρχική επένδυση κεφαλαίου και ανθρώπινου δυναμικού και την εκρηκτική οικονομική ανάπτυξη που ακολούθησε. Ετσι, ενώ οι φραγκισκανοί και ισπανοί έποικοι του 18ου αιώνα είχαν αναγνωρίσει την έντονη μεταβλητότητα των περιβαλλοντικών συνθηκών της περιοχής (πλημμύρες, ξηρασία, σεισμικότητα, πυρκαϊές), οι βορειοευρωπαίοι έποικοι του 19ου αιώνα γρήγορα παραγνώρισαν την ιστορικότητα των περιβαλλοντικών συμβάντων και θεώρησαν την ξηρασία των τελευταίων δεκαετιών του 19ου αιώνα το κύριο πρόβλημα της Νότιας Καλιφόρνιας. Περίφημοι μηχανικοί όπως ο Γουίλιαμ Μαλχόλαντ ανέλαβαν το μεγαλειώδες έργο κατασκευής του δικτύου που έκλεβε το λιωμένο χιόνι από τα βουνά Σιέρες και Rocky και το μετέφερε στις πισίνες και στο γκαζόν των κήπων του Λος Αντζελες. Η παραγνώριση των υπόλοιπων ιστορικών περιβαλλοντικών χαρακτηριστικών της περιοχής αποτέλεσε προϋπόθεση για την ανάπτυξή της αλλά επίσης συνέβαλε στη μετέπειτα ανάπτυξη της φιλολογίας περί «άδικης» φύσης, όταν αλλεπάλληλες «φυσικές» καταστροφές άρχισαν να καταστρέφουν την παραδεισένια εικόνα της πόλης όπως αυτή φιλοτεχνήθηκε από κτηματομεσίτες και επενδυτές από τις αρχές του 20ού αιώνα και μετά. Η ανάπτυξη των αστικών κέντρων της νεότερης περιόδου βασίστηκε λοιπόν σε μια εξαιρετικά αβαθή περιβαλλοντική ιστορική συνείδηση που επέτρεψε την παραγνώριση της δυναμικής μεταβλητότητας του περιβάλλοντος. Αντίστοιχα η περιοδική καταστροφή αστικών κέντρων στη νεότερη και σύγχρονη περίοδο κατασκευάστηκε κοινωνικά και καθορίστηκε από την αλληλεξάρτηση οικονομίας, κουλτούρας και περιβαλλοντικής ιστορίας.


Η οικολογία του φόβου


Αν όμως οι «φυσικές» καταστροφές παράγονται κοινωνικά, τότε η αναπαραγωγή τους επιτελείται στο πολιτικό επίπεδο μέσω διαφόρων μορφών επιδότησης της συλλογικής αμνησίας που μας επιτρέπει για παράδειγμα να αντιμετωπίζουμε κάθε φορά έναν φονικό σεισμό στην Αθήνα ως ένα «εξαιρετικό» περιστατικό. Ας κοιτάξουμε πάλι το παράδειγμα της Νότιας Καλιφόρνιας αλλά και των Ανατολικών Ηνωμένων Πολιτειών. Το ύψος του απαιτούμενου ποσού των αποζημιώσεων μετά από φυσικές καταστροφές αυξάνεται συνεχώς παρακολουθώντας τον ρυθμό οικονομικής ανάπτυξης των περιοχών που παραδοσιακά πλήττονται. Οσο μεγαλύτερη π.χ. είναι η τουριστική ανάπτυξη των παρακτίων περιοχών των ανατολικών πολιτειών τόσο μεγαλύτερες είναι οι υλικές ζημιές που προκαλούν οι τυφώνες και, κατά συνέπεια, τόσο υψηλότερο το κόστος των αποζημιώσεων. Αποζημιώσεις που σχεδόν πάντα χρησιμοποιούνται για την επανοικοδόμηση των ίδιων περιοχών που πιθανότητα θα πληγούν και πάλι από τον επόμενο τυφώνα που θα χτυπήσει την περιοχή. Στην περίπτωση του Λος Αντζελες τα πράγματα περιπλέκονται ακόμη περισσότερο αφού τα ποσά για τις τεράστιες αποζημιώσεις μετά τον σεισμό του 1994 ­ δικαιούχοι των αποζημιώσεων ήταν ακόμη και οι «ατυχείς» κάτοικοι του γνωστού μας από την τηλεοπτική σειρά «Μπέβερλι Χιλς 90210» ­ αντλήθηκαν από πολιτειακά κονδύλια που προορίζονταν για έργα κοινωνικής πρόνοιας και ανάπτυξης, κυρίως στους τομείς της υγείας, της στέγασης και της περιβαλλοντικής προστασίας. Ετσι τα ασθενέστερα κοινωνικά στρώματα της πόλης επλήγησαν διπλά: πρώτα από τον σεισμό και μετά από τις αποζημιώσεις.


Είναι σαφές ότι οι «φυσικές» καταστροφές είναι και πολιτικά κατασκευασμένες αφού η πρακτική των αποζημιώσεων τις περισσότερες φορές επιδοτεί τη συντήρηση του μοντέλου οικονομικής και αστικής ανάπτυξης το οποίο παράγει τόσο τις «φυσικές» όσο και τις επακόλουθες κοινωνικές καταστροφές.


Προκαλώντας ρήγματα στη συγκρότηση των ιστών που συνέχουν την καθημερινή μας ζωή ο σεισμός λειτουργεί ως διαγνωστική επέμβαση. Μας φέρνει σε άμεση «οπτική» επαφή με τις δομές, τα συστήματα και τις «κακοτεχνίες» που ορίζουν τη σύγχρονη πραγματικότητα. Η οικολογία του φόβου αποτελεί ένα από αυτά τα συστήματα. Βέβαια η κριτική σκέψη γύρω από ζητήματα περιβαλλοντικής ιστορίας δεν μπορεί να εξαλείψει τον φόβο, μπορεί όμως να τον καταστήσει σύμμαχο στον εντοπισμό προβλημάτων και στην αναζήτηση λύσεων.


Η κυρία Ιωάννα Λαλιώτου είναι ιστορικός και διδάσκει στο Πανεπιστήμιο Κολούμπια της Νέας Υόρκης.