Ο καταστροφικός σεισμός που ταρακούνησε πριν από μερικές ημέρες την πρωτεύουσα του νεοελληνικού κράτους δεν ήταν η πρώτη και σίγουρα ούτε η τελευταία… επίσκεψη του ολέθριου αυτού φυσικού φαινομένου στη χώρα μας. Από τα βάθη των αιώνων ως τις ημέρες μας επανειλημμένα ο ελληνικός χώρος έχει γνωρίσει τις καταστροφικές συνέπειες των σεισμών και έχει δει μικρές ή μεγάλες πόλεις να ισοπεδώνονται και χιλιάδες ανθρώπινες ζωές να χάνονται κάτω από χαλάσματα. Σίγουρα λίγοι θα γνωρίζουν ότι ένας σεισμός έδωσε τη χαριστική βολή και στην κραταιά πρωτεύουσα των Μακεδόνων, την «επιφανεστάτην» Πέλλα, στις αρχές του 1ου αι. π.Χ. και την έσβησε από προσώπου γης. Την πόλη που για ένα χρονικό διάστημα, σύντομο έστω, ήταν έδρα κοσμοκρατορίας.


Πώς και πότε προκλήθηκε η καταστροφή, η εγκατάλειψη και η μεταφορά της Πέλλας λίγο δυτικότερα, εκεί όπου θα αναπτυχθεί κατόπιν η ρωμαϊκή Colonia Pella, προκύπτει από τις συστηματικές ανασκαφικές έρευνες που διεξάγει από το 1980 ο αναπληρωτής καθηγητής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Ι. Ακαμάτης στην αρχαία Αγορά της πόλης. Είναι από τις καλές στιγμές του ελληνικού κράτους όταν φρόντισε, αμέσως με την απελευθέρωση της Μακεδονίας, να αρχίσουν ανασκαφές στην Πέλλα. Ωστόσο το ξέσπασμα του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου δεν επέτρεψε τη συνέχισή τους. Θα περάσουν σαράντα και πλέον χρόνια για να ξαναρχίσουν και έκτοτε συνεχίζονται ως τις ημέρες μας, με κάποια όμως διαστήματα απραγίας ή περιορισμένων σε έκταση εργασιών. Οπωσδήποτε οι ανασκαφικές έρευνες μετά το 1957 οφείλουν πολλά στο προσωπικό ενδιαφέρον του Κ. Καραμανλή.


Η αρχαία αγορά


Δεν προτίθεμαι να ασχοληθώ με το σύνολο των αρχαιολογικών δραστηριοτήτων στην Πέλλα, που τον τελευταίο καιρό διεξάγονται με πιο μεθοδικό και ουσιαστικό τρόπο. Θα περιοριστώ μόνο σ’ αυτές που σχετίζονται με την Αγορά της αρχαίας πόλης. Πρόκειται για έναν πολύ μεγάλο ορθογώνιο χώρο διαστάσεων γύρω στα 260 μ. από Α προς Δ και 240 μ. από Β προς Ν, ενταγμένο αβίαστα μέσα στον «ιπποδάμειο» πολεοδομικό ιστό της πόλης. Στο μέσον του υπάρχει ένας υπαίθριος χώρος, μια τεράστια αυλή γύρω από την οποία αναπτύσσονται στοές, πίσω από τις οποίες δημιουργούνται τρεις ή τέσσερις σειρές δωματίων. Είναι επίσης πιθανό ότι πέντε μικρά οικοδομικά τετράγωνα που βρίσκονται αμέσως νότια από τον χώρο της Αγοράς εξυπηρετούσαν και αυτά, άμεσα ή έμμεσα, λειτουργικές της ανάγκες. Η κύρια πρόσβαση των ανθρώπων, των τροχοφόρων και των αγαθών προς αυτήν γινόταν από δύο μεγάλα ανοίγματα που δημιουργούνται στην ανατολική και στη δυτική πλευρά της και στα οποία καταλήγει ο πιο φαρδύς δρόμος που είναι γνωστός ως σήμερα στην Πέλλα. Η ιδιαίτερα προσεκτική ανασκαφή της Αγοράς μάς έδωσε τη δυνατότητα να γνωρίσουμε όχι μόνο τις πολλές και ποικίλες λειτουργίες της, αλλά συγχρόνως να διαπιστώσουμε ότι επρόκειτο για έναν καλά οργανωμένο χώρο, στον οποίο κρατικές λειτουργίες και βιοτεχνικές δραστηριότητες στεγάζονταν σε κατάλληλα επιλεγμένους και διαμορφωμένους χώρους. Η Αγορά της Πέλλας ήταν χωρίς αμφιβολία ένα ιδιαίτερα σημαντικό οικονομικό κέντρο, στο οποίο φιλοξενούνταν και ποικίλες άλλες δραστηριότητες, όπως π.χ. διοικητικές και θρησκευτικές.


Στην ανατολική πλευρά της Αγοράς λειτουργούσαν καταστήματα που κατασκεύαζαν και πουλούσαν πήλινα αγγεία και σκεύη. Συχνά στους χώρους τους υπήρχαν και πηγάδια, βάθους ορισμένες φορές γύρω στα 20 μ., όπου, εκτός των άλλων, πετούσαν και τα άχρηστα προϊόντα τους. Λίγο βορειότερα είχαν εγκατασταθεί εργαστήρια κατασκευής πήλινων αγαλματιδίων (ειδωλίων). Ο Ι. Ακαμάτης με τους συνεργάτες του βρήκε εδώ δεκάδες από τα προϊόντα και τα σύνεργα των εργαστηρίων αυτών τοποθετημένα ή ριγμένα στο έδαφος, πολλά θρυμματισμένα, εξαιτίας του δυνατού σεισμού που τα είχε ρίξει από τα ράφια τους ή εξαιτίας των υλικών των τοίχων και της στέγης που κατέπεσαν πάνω τους. Εργαστήρια ειδωλίων αποκαλύφθηκαν και στη δυτική πτέρυγα της Αγοράς, όπως και στη νότια. Στην ίδια πτέρυγα εντοπίστηκαν μαγαζιά που πουλούσαν κρασί, λάδι και παστά ψάρια, καθώς και ιχθυοπωλεία και κρεοπωλεία. Σ’ ένα τμήμα της δυτικής πλευράς πουλούσαν την πραμάτεια τους οι αρωματοπώλες και σ’ ένα άλλο οι σιτοπώλες, ενώ εμφανή ήταν αλλού τα ίχνη από διάφορες μεταλλουργικές εργασίες. Εδώ αξίζει να μνημονεύσουμε τη δύσκολη διεργασία διαχωρισμού του αργύρου από τον μόλυβδο.


Τα δημόσια αρχεία


Η βόρεια πλευρά της Αγοράς ήταν ασφαλώς η πιο επίσημη. Το βεβαιώνουν, εκτός των άλλων, η πιο επιμελημένη κατασκευή της και μια σειρά από μαρμάρινα και χάλκινα αγάλματα, που ήταν στημένα μπροστά από τη στοά της και τμήματα από τα οποία βρέθηκαν. Σε κάποιους από τους χώρους της, όπου βρέθηκε και πήλινο σφράγισμα παπύρου με την επιγραφή «Πέλλης Πολιταρχών», φαίνεται ότι συνεδρίαζαν αξιωματούχοι που ήταν επιφορτισμένοι με οικονομικά, διοικητικά και ίσως θρησκευτικά καθήκοντα. Ενα ιδιαίτερα σημαντικό διώροφο οίκημα αποκαλύφθηκε στη ΝΔ γωνία του συγκροτήματος. Εδώ γύρω από μια αυλή αναπτύσσονται διάφορα δωμάτια, όπου εκτός των άλλων ήλθαν στο φως και πήλινα σφραγίσματα εγγράφων. Η παρουσία αυτών των σφραγισμάτων, που έχουν διάφορες παραστάσεις και μερικά φέρουν και επιγραφές, όπως «Πέλλης εμπορίου», μας βεβαιώνει ότι εδώ φυλασσόταν ένα από τα δημόσια αρχεία του μακεδονικού κράτους.


Το τεράστιο αυτό συγκρότημα με έκταση που ξεπερνά τα 70.000 τ.μ., το μεγαλύτερο ανάλογο που γνωρίζουμε από τον αρχαίο κόσμο, φαίνεται ότι ολοκληρώθηκε στα χρόνια του Φιλίππου Ε’ (γύρω στο 200 π.Χ.), αλλά είχε αρχίσει να κατασκευάζεται στα τέλη του 4ου αι. π.Χ., στα χρόνια του Κασσάνδρου. Ο βασιλιάς αυτός έχοντας το κρατικό θησαυροφυλάκιο γεμάτο, συνέπεια της πρόσφατης εκστρατείας των Μακεδόνων ως τα βάθη της Ασίας, καταπιάστηκε με μεγάλα έργα σε ολόκληρη τη Μακεδονία, θέλοντας ίσως, ανάμεσα στα άλλα, να διασκεδάσει και τη δυσαρέσκεια των υπηκόων του εξαιτίας του ξεκληρίσματος της οικογένειας του Αλεξάνδρου που διέταξε. Ο καταστρεπτικός σεισμός των αρχών του 1ου αι. π.Χ., που γκρέμισε ανάμεσα στα άλλα και την Αγορά της αρχαίας Πέλλας, είχε και μια άλλη συνέπεια. Ορισμένοι καταστηματάρχες και άλλοι εργαζόμενοι στους χώρους της Αγοράς συνήθιζαν να κρύβουν κάτω από κατώφλια και άλλα ασφαλή σημεία τις οικονομίες τους. Το ξαφνικό κακό όμως δεν τους επέτρεψε να επιστρέψουν στα γκρεμίσματα και να τις αναζητήσουν. Ετσι και εφέτος η αρχαιολογική σκαπάνη έφερε στο φως θησαυρούς ακόμη και χρυσών νομισμάτων επιμελώς κρυμμένους, οι κάτοχοι των οποίων πίστευαν προφανώς ότι τους είχαν διασφαλίσει και ότι θα μπορούσαν να τους χρησιμοποιήσουν όταν θα υπήρχε ανάγκη. Αλλα όμως τους επεφύλασσε η Μοίρα, η θεά του πεπρωμένου τους.


Η συντήρηση του μνημείου


Το λίθινο οικοδομικό υλικό της Αγοράς, όπως άλλωστε και ολόκληρου του αρχαιολογικού χώρου της Πέλλας, γίνεται ιδιαίτερα σαθρό μετά την αποκάλυψή του από τους ανασκαφείς. Και οι αρχαιότητες, αν δεν συντηρούνται και δεν δημοσιεύονται, είναι καλύτερα να παραμένουν καταχωμένες στη γη, η οποία τους προσφέρει τη μεγαλύτερη δυνατή προστασία. Ετσι σωστά το υπουργείο Πολιτισμού και ο ανασκαφέας έχουν στρέψει πλέον το κύριο ενδιαφέρον τους στη συντήρηση του σημαντικού αυτού μνημείου, εργασία επιβεβλημένη αλλά και δαπανηρή. Η Πέλλα δεν φαίνεται να είχε ανασκαφείς με ικανότητες διείσδυσης στους… στενωπούς του κρατικού θησαυροφυλακίου ή στις… καρδιές ευπόρων ιδιωτών, και έτσι δεν έχει πάρει τα χρήματα που θα έπρεπε να είχε πάρει. Αν και πλησιάζουμε στην τρίτη μεταχριστιανική χιλιετία, δεν διαθέτει ακόμη μουσείο αντάξιο της σημασίας της και της σπουδαιότητας των ευρημάτων της. Ασφαλώς το κράτος θα έχει φτάσει σε ικανοποιητικό βαθμό λειτουργίας όταν θα μπορεί από μόνο του, και όχι με τη… βοήθεια αυτόκλητων αυθεντιών και… μακεδονομάχων, να κρίνει σωστά και να ξεχωρίζει τι είναι αληθινό και σημαντικό και τι ψεύτικο και θεατρινίστικο και ανάλογα να μοιράζει τα χρήματα του έλληνα φορολογούμενου.


Ο κ. Μιχάλης Α. Τιβέριος είναι καθηγητής Κλασικής Αρχαιολογίας στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης.