Το οικονομικό κύρος της χώρας είναι αδιαμφισβήτητο και πλέον διεθνώς αναγνωρισμένο και η κυβέρνηση εισπράττει και πολύ ορθώς καθημερινά εύσημα. Οι εξελίξεις όμως στο διεθνές περιβάλλον διαφαίνονται αρνητικές, γεγονός το οποίο θα επηρεάσει αντίστοιχα την ελληνική οικονομία και θα δημιουργήσει προβλήματα στην ελληνική σύγκλιση.


Κυριότερα στοιχεία των διεθνών εξελίξεων είναι η εξασθένηση του ευρώ σε σχέση με το δολάριο, το οποίο παρουσιάζει σημαντική άνοδο, ο επαναπατρισμός κεφαλαίων προς την Ιαπωνία λόγω διαφαινόμενων εκεί θετικών οικονομικών εξελίξεων και ανάκαμψης του ιαπωνικού νομίσματος και η μεγάλη άνοδος της τιμής του πετρελαίου που από 9 δολάρια/βαρέλι τον χειμώνα ξεπέρασε τα 18 δολάρια.


Οι σημαντικότερες αρνητικές επιπτώσεις που προκαλούν οι εξελίξεις αυτές μπορούν να εκτιμηθούν ως εξής:


Πρόσθετες δημοσιονομικές επιβαρύνσεις, πιθανή αύξηση του εξωτερικού δημόσιου χρέους σε δραχμές, λόγω ανόδου δολαρίου και γεν, μέτρα για τη συγκράτηση του πληθωρισμού και την επίτευξη του αντίστοιχου στόχου του Μάαστριχτ, αύξηση της επιβάρυνσης για τόκους έναντι των προβλέψεων και πιθανές πρόσθετες επιβαρύνσεις στο μέτωπο των πρωτογενών δαπανών.


Μεγαλύτερες δυσκολίες όμως στο μέτωπο του πληθωρισμού. Με τα δεδομένα αυτά από τον Σεπτέμβριο οι εξελίξεις μπορεί να προκαλέσουν προβλήματα αν συνδυασθούν με εσωτερικές αναταραχές και κυβερνητική στασιμότητα.


Απαιτούνται περισσότερο από ποτέ άλλοτε κινήσεις πολιτικές με προώθηση στρατηγικών διαρθρωτικών μέτρων, γεγονός που θα στηρίξει και θα θωρακίσει την κυβερνητική προσπάθεια. Μόνον η παραγωγή πολιτικής θα αναδείξει τη φυσιογνωμία του ΠαΣοΚ και των άλλων κομμάτων.


Φοβούμαι όμως ότι μετά τη διαφαινόμενη αποδοχή μας από την Ευρωπαϊκή Ενωση στην ΟΝΕ, γεγονός που οφείλεται κυρίως στη στρατηγική επιλογή της Ενωσης για ένταξη όλων των χωρών της στη ζώνη του ευρώ ­ παρά τα όποιας έκτασης προβλήματα στα κριτήρια της ονομαστικής σύγκλισης ­, ο εφησυχασμός και η περιθωριοποίηση της προβληματικής περί διαρθρωτικών αλλαγών αποτελούν πλέον κύριο χαρακτηριστικό της περιόδου που διανύουμε. Οποια φωνή επιχειρήσει, π.χ. το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης, να επαναφέρει την προβληματική αυτή στην επικαιρότητα παραγκωνίζεται και επισκιάζεται από τη χρηματιστηριακή ευφορία.


Η πίεση για μεταρρυθμίσεις που έρχονταν απ’ έξω μάλλον εξασθένησε και θα τις θυμόμαστε μόνον όταν απειλείται η πορεία μας προς την ΟΝΕ κυρίως από τις τρικυμίες του διεθνούς οικονομικού περιβάλλοντος.


Σημαντικές παρεμβάσεις στη λειτουργία του δημόσιου τομέα, που θα περιόριζαν και όχι θα ανέβαλλαν ή μετονόμαζαν τη μεγάλη αύξηση των κρατικών δαπανών, φαίνεται ότι έχουν «αποσοβηθεί». Τα χρόνια προβλήματα στους τομείς αυτούς όχι μόνο δεν τα λύνει ο χρόνος αλλά τα επιδεινώνει και επιστρέφουν οξύτερα στο μέλλον.


Σε όλες τις χώρες ο τελικός σκοπός των ιδιωτικοποιήσεων με διάφορες μορφές υπήρξε κυρίως η αποτελεσματικότερη λειτουργία των επιχειρήσεων και οργανισμών.


Αυτό επιδιώκεται να προέλθει από τη μείωση του συχνά πλεονάζοντος προσωπικού και των υψηλών πάνω από τα επίπεδα της αγοράς μισθών του, την κατάργηση των πολιτικών παρεμβάσεων στη διοίκησή τους, την αντιμετώπιση με άλλους όρους των συντεχνιακών πιέσεων και την απαλλαγή από τη σχεδόν συχνή κακοδιοίκηση και διαφθορά.


Στόχος είναι η προσφορά φθηνότερων και καλύτερων ποιοτικά υπηρεσιών στην κοινωνία και η δημιουργία διαθέσιμου πλεονάσματος ώστε να ασκηθεί πράγματι κοινωνική πολιτική και να μη μετατρέπεται η κοινωνική ευαισθησία σε μέσο «πολιτικού εμπορίου».


Η διατήρηση αθέμιτων προνομίων μέσα από τους ελλειμματοφόρους δημόσιους οργανισμούς είναι ζήτημα ηθικό και πολιτικό.


Οι διαρθρωτικές αλλαγές και μεταρρυθμίσεις όμως στο σύνολο του δημόσιου τομέα, μέσα από μια πειθαρχημένη διαδικασία, είναι ζήτημα οικονομικής επιβίωσης μέσα σε ένα ταχύτατα μεταβαλλόμενο οικονομικό περιβάλλον.


Ισως ξαναμιλήσουμε πάλι για την αναγκαιότητα προώθησης των διαρθρωτικών αλλαγών. Θα είναι και αυτή τη φορά ένας βερμπαλισμός για να αντιμετωπίσουμε την κριτική ή απαρχή σοβαρής προσπάθειας για παραγωγή πολιτικής και πράξης; Μόνο στη δεύτερη περίπτωση η οικονομία μας θα αποκτήσει την αναγκαία θωράκιση στις φουρτούνες του διεθνούς περιβάλλοντος και η χώρα μας δεν θα υποθηκεύσει το μέλλον της μπαίνοντας στην ΟΝΕ.


Εκεί οι «τιμωρίες» της αγοράς και του διεθνοποιημένου περιβάλλοντος σε τομείς όπως η ανεργία, η ύφεση κλπ. θα είναι πολύ πιο σοβαρές από τις όποιες διοικητικού χαρακτήρα κυρώσεις από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή.


Το συμπέρασμα: Μεταρρυθμίσεις τώρα.


Ο κ. Αλέκος Παπαδόπουλος είναι βουλευτής του ΠαΣοΚ και πρώην υπουργός.