Πριν από λίγες ημέρες (3.6.1999) σε ειδική εκδήλωση του Τμήματος Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης τιμήθηκε η προσφορά του ακαδημαϊκού και ομότιμου καθηγητή της Ιστορίας της Τέχνης του Πανεπιστημίου Αθηνών Χρύσανθου Χρήστου, ο οποίος διετέλεσε καθηγητής της Φιλοσοφικής Σχολής και του Τμήματος Αρχιτεκτόνων του ΑΠΘ για πολλά χρόνια πριν από τη μετάκλησή του στην Αθήνα.


Με το έργο του, ακαδημαϊκό, επιμορφωτικό και ερμηνευτικό, ο Χρύσανθος Χρήστου είναι μια διαρκής παρουσία στη ζωή όλων όσοι ασχολούνται με την τέχνη, την ιστορία και την κριτική της στην Ελλάδα από τη δεκαετία του 1960. Δεν είναι περίεργο αυτό αφού του οφείλουμε το μεγαλύτερο μέρος του ελληνικού λόγου για τη δυτική τέχνη από τον Μεσαίωνα ως σήμερα. Για την ελληνική τέχνη έχουν γράψει και άλλοι εκτός από τον ίδιο. Αλλά το πολύτομο έργο του αποτελεί τη μεγαλύτερη δεξαμενή γνώσης στη γλώσσα μας για την ιστορική εξέλιξη της δυτικής τέχνης. Ως μαθητής του έχω να πω ότι του οφείλω μέγα μέρος της συγκρότησής μου, επιστημονικής και διδακτικής, και νιώθω περήφανος γι’ αυτό.


Παράδειγμα δασκάλου


Ο Χρήστου δεν επεδίωξε ποτέ να κερδίσει τους μαθητές και το κοινό με ευρήματα σκηνικής παρουσίας που θα υποκαθιστούσαν τη φαντασμαγορία του αντικειμένου της διδασκαλίας του με ένα φανταιζίστικο «μάθημα».


Αρχιζε το μάθημά του χωρίς εκφραστικές εξάρσεις που να υπογραμμίζουν το πάθος του για το αντικείμενο, χωρίς παρεκβάσεις που να διατυμπανίζουν την ευρυμάθειά του, χωρίς παρενθέσεις με ανέκδοτα από τον προσωπικό του βίο που να αποδεικνύουν πόσο ξεχωριστός είναι, μιλούσε για το αντικείμενο, μας έδειχνε τις διαφάνειες και αποχωρούσε πάντοτε χωρίς τις κορόνες ενός gran finale. Ουδέποτε εν μέσω αχλύος μεγαλοσύνης και ανωτερότητος. Αυτά τα στοιχεία τον καθιέρωσαν στην εκτίμησή μου ως τον κορυφαίο των δασκάλων μου. Οι πιο επιτηδευμένοι από εκείνους είχαν δυστυχώς την πεποίθηση ότι όλα αυτά τα ποικίλματα τους καθιστούσαν επιθυμητούς και αλησμόνητους. Ο Χρήστου ως δάσκαλος ήταν ένας σεμνός και χαλκέντερος σοφός που με τα λόγια του μας άνοιγε τα μάτια και με τη στάση του μας πρόσφερε ένα παράδειγμα ήθους.


Και όσο θυμάμαι, το αμφιθέατρο ήταν πάντοτε κατάμεστο, παρ’ όλο που δεν του πέρασε ποτέ από το μυαλό να κάνει έλεγχο παρουσιών ή να κατσαδιάζει τους παρόντες επειδή έλειπαν οι απόντες.


Το πρότυπο που μπορεί να κρατήσει κανείς από τον Χρήστου είναι ο δάσκαλος που συμβάλλει στην έρευνα, είναι όσο γίνεται πιο ενημερωμένος για τις εξελίξεις στο γνωστικό πεδίο και προοικονομεί ένα μάθημα το οποίο προβάλλει το αντικείμενο και όχι την προσωπικότητα του διδάσκοντος. Η στάση του διδάσκει ότι ο καλός δάσκαλος προσπαθεί να οδηγήσει στο φως ό,τι καλύτερο μπορεί από την ουσία του αντικειμένου και από την κατά κανόνα λανθάνουσα ευαισθησία των μαθητών του χωρίς να επιδιώκει να κυριαρχήσει στο ακροατήριό του με τα τεχνήματα του σταρ. Μετά τα θρανία είναι φυσικό να έρθει κανείς σε επαφή και με άλλα, διαφορετικά συστήματα σκέψης. Κάποια από αυτά είναι δυνατόν να οδηγήσουν σε προσεγγίσεις άλλες από εκείνες που θα συνεισέφεραν στη συγκρότηση ενός μαθητή κατ’ εικόνα και ομοίωση του δασκάλου. Και όπως συμβαίνει με τον πατέρα και τη μάνα μας, που συνειδητά ή ασύνειδα κάποια στιγμή τους βλέπουμε κριτικά, ένας μαθητής μπορεί να διαφοροποιηθεί από την οπτική και την προσέγγιση του δασκάλου του.


Επαφή με την κοινωνία


Η εκτίμησή μου μεγάλωσε και χαλυβδώθηκε όταν υπέβαλα τα κείμενά του στον επιστημονικό έλεγχο του ερευνητή πλέον. Τότε είδα ότι τίποτε δεν είχε ξεφύγει του δασκάλου μου από αυτά τα διαφορετικά συστήματα σκέψης. Ολα τα γνώριζε και σε όλα παρέπεμπε, άσχετο αν δεν τα υιοθετούσε ως μεθοδολογικά εργαλεία. Ο Χρήστου, επομένως, θωρακίζει τον αναγνώστη του, δεν στέλνει τον μελετητή ενός φαινομένου ή μιας περιόδου ξυπόλυτο στ’ αγκάθια. Αντίθετα, του επισημαίνει την ύπαρξη διαφορετικών προσεγγίσεων δίνοντάς του τη δυνατότητα να δει την ανάπτυξή τους με συγκεκριμένες βιβλιογραφικές παραπομπές. Δεν είναι πολλοί που το κάνουν αυτό στις ανθρωπιστικές επιστήμες.


Αρκετοί μαθητές του διδάσκουν σε πανεπιστήμια της Ελλάδας και του εξωτερικού. Ας μην ακουστεί, ωστόσο, περίεργο ότι η μεθοδολογική προσέγγισή τους στο αντικείμενο δεν ακολουθεί, σε όλες τις περιπτώσεις, εκείνη του δασκάλου. Επειδή είναι και παραμένει δάσκαλός μας δεν είναι αυτονόητο ότι έχουμε τα ίδια ενδιαφέροντα με αυτόν ή μια παρόμοια οπτική. Ο καθείς και τα όπλα του, λέει ο Ελύτης. Ο Χρήστου είναι μια απέραντη τράπεζα δεδομένων που κάθε προσπάθεια να κατακτήσεις ένα ανάλογο ύψος γνωστικού αποθέματος είναι επαινετή πλην μάταιη. Ανήκει στο είδος των θεωρητικών οι οποίοι ξέρουν τα πάντα για την τέχνη από την Ανω Παλαιολιθική εποχή ως τις τελευταίες εκφράσεις της που παρουσιάζονται σήμερα διεθνώς αλλά και στον τόπο μας. Τώρα, πώς έχει κατορθώσει να αποθησαυρίσει όλον αυτόν τον πλούτο της γνώσης, να τον κωδικοποιήσει σε χιλιάδες σελίδες επιστημονικών και εκλαϊκευμένων κειμένων, χωρίς να είναι κλεισμένος σε μοναστήρι; Πώς, αντίθετα, έχει φέρει την τέχνη και την ιστορία της συνεχώς σε επαφή με την κοινωνία, έχει κατορθώσει να οργώσει κυριολεκτικά απ’ άκρου εις άκρον την Ελλάδα μεταδίδοντας αυτή τη γνώση και έξω από τα πανεπιστημιακά αμφιθέατρα, στο ευρύ κοινό; Αυτό είναι κάτι που πρέπει να αναγάγουμε στη βαθύτερη ουσία του ανθρώπου. Του ανθρώπου που δεν παράγει γνώση απλώς, αλλά μοιράζεται τη σοφία του με τους άλλους και κατορθώνει να την καταστήσει κοινό κτήμα. Αυτή η πτυχή του δασκάλου μας του δίνει εξέχουσα θέση ανάμεσα στους πνευματικούς ταγούς του τόπου και τον καθιστά πρότυπο για τους συνεχιστές του.


Ο κ. Αντώνης Κωτίδης είναι αναπληρωτής καθηγητής της Ιστορίας της Τέχνης στη Φιλοσοφική Σχολή του ΑΠΘ.