ΓΙΑ ΤΟΝ πόλεμο στη Γιουγκοσλαβία έχουν ήδη γραφεί, παρ’ ημίν και αλλού, τα αντιφατικότερα πράγματα. Οι διορατικές εκτιμήσεις πάντως για τις αφετηρίες και τα αίτιά του συσκοτίζονται πολλές φορές είτε από τις αφέλειες όσων διατείνονται ότι υφίστανται ή πρόκειται να υπάρξουν μελλοντικώς «ανιδιοτελώς ανθρωπιστικοί» πόλεμοι είτε όσων, αντιθέτως, ισχυρίζονται ότι οι νατοϊκές «αρμάδες» επεδίωξαν να εξολοθρεύσουν τα προπύργια της Ορθοδοξίας. Ενας διαυγής νους ωστόσο δεν είναι σώφρον να υπερεκτιμήσει, αναζητώντας τις στρατηγικές σταθμίσεις που οδήγησαν στον πόλεμο, ούτε τις πατροπαράδοτες διενέξεις μεταξύ πολιτισμικών παραδόσεων ούτε τη νέα θρησκευτική μυθολογία των «ανθρώπινων δικαιωμάτων». Αλλωστε αυτή η τελευταία χρησίμευσε ως καταπραϋντικό προκειμένου να υποτυπωθεί μια πολύ ειλικρινέστερη παραδοχή: σύμφωνα με αυτή, η «νέα διεθνής τάξη», μολονότι δεν διαθέτει ως τώρα υπερεθνική θεσμική σύσταση, επιτάσσει την υπέρβαση της «εθνικής κυριαρχίας» ­ του πυλώνα με άλλα λόγια της σύγχρονης αστικής δημοκρατίας. Επ’ ωφελεία φυσικά των κραταιών εθνικών κρατών του νεότευκτου «μονοπολικού κόσμου», που ανέλαβαν αυτόκλητα την ενσάρκωση όσων «αξιών» θα τα οδηγούσαν αυτομάτως στην κατάρρευση, αν εφαρμόζονταν επακριβώς στο εσωτερικό τους ή γίνονταν σεβαστές σε όλες τις πλανητικές δοσοληψίες τους. Ολίγιστοι σημείωσαν ότι το διεθνιστικό ΝΑΤΟ επικαλέστηκε νομιμοποιητικώς, για την περίσταση, βαναυσότητες εναντίον μιας εθνότητας, την οποία μάλιστα παραδόξως επιχειρεί να προικίσει με ένα εθνικό κράτος, για να τη «διασώσει». Παραβιάζοντας, λογικώς και επιχειρηματολογικώς, τα θέσφατα της «μεταεθνοκρατικής» φιλολογίας, που τόσο θέλγει ορισμένους αγαθούς ή και κακοπροαίρετους. Πρόθεσή μου ωστόσο, στο παρόν, δεν είναι να προβώ σε ενδελεχή διεθνολογική ανάλυση. Θεωρώ τουναντίον χρήσιμη την υπόμνηση μιας λογικής διάκρισης, κρίσιμης για την κατανόηση των τεκταινομένων.


Οι δύο οπτικές γωνίες


Την επίθεση του υπό αμερικανική επιστασία ΝΑΤΟ εναντίον του «χασάπη» Μιλόσεβιτς μπορεί κανείς να την πραγματευθεί από δύο σχετικώς ανεξάρτητες οπτικές γωνίες. Η πρώτη (α) είναι εκείνη τού αξιολογικώς «ουδέτερου» παρατηρητή και η δεύτερη (β) εκείνη του μετέχοντος ιστορικού υποκειμένου.


(α) Από την οπτική της «αξιολογικώς ελεύθερης περιγραφής» η προσφυγή στους βομβαρδισμούς αμάχων δεν παρουσιάζει το παραμικρό ρηξικέλευθο στοιχείο στην ιστορία του δυτικού πολιτισμού. Συνιστά δε την πεμπτουσία της διαφωτιστικής δοξασίας, όπως διαμορφώθηκε στη μεταναπολεόντεια περίοδο. Η πρωτοτυπία έγκειται στην απροθυμία του εφορμούντος ­ ευλογότατη, εφόσον ερείδεται στην τεχνολογική του υπεροπλία ­ να υποστεί οποιαδήποτε θυσία θα του προκαλούσε μείζον κόστος. Κατά τα λοιπά, ο ευρωπαϊκός και ευρύτερα δυτικός κόσμος υπήρξε καθ’ όλη τη διάρκεια των νεότερων χρόνων, ειδικότερα δε μετά την εδραίωση ενός καθεστωτικού διαφωτιστικού δόγματος, συνυφασμένου με τον φιλελεύθερο κοσμοπολιτικό ειρηνισμό, ο πολεμοχαρέστερος και συνάμα αιμοδιψέστερος στην παγκόσμια ιστορία. Η διανοητική ακαμψία τού εξουσιαστικώς εμπεδωμένου «διαφωτισμού» υπήρξε πάντοτε μια αδυσώπητα καταναγκαστική θρησκοληψία, όπως τα πλείονα των εκκοσμικευμένων αφαιρετικών ιδεολογημάτων. Επεκαλείτο δε τον αιτιώδη συσχετισμό ορθολογισμού, ελεύθερου εμπορίου και διεθνούς ειρήνης, επικυρώνοντας την εμμανή… εννοιολογική αλληλεξάρτησή τους με το περίπου οικουμενικό αποικιοκρατικό σύστημα και τη δικαιοπαραγωγό μέριμνα των κανονιοφόρων, όταν και όπου χρειαζόταν. Σήμερα τον ρόλο του «εκπολιτισμού» των αγρίων ανέλαβε ο ατλαντικός «τριτοδρομισμός», συνεπικουρούμενος από τον εκχειλίζοντα ανθρωπισμό των επουράνιων στρατηλατών του. Αν κάτι επιβεβαιώνει η ηθική έξαψη υπέρ των Κοσοβάρων ­ η ύπαρξη των οποίων δεν είχε μέχρι πρότινος επισημανθεί από τις γαλλίδες νοικοκυρές ή τους ισπανούς ταυρομάχους ­ είναι ότι κάθε πολιτική συμφερόντων υπόκειται στον αμείλικτο υπαρξιακό νόμο της εξιδανίκευσης των αποβλέψεων κατίσχυσης. Κανείς έμφρων δεν δολοφονεί εκ προμελέτης δίχως να οικοδομήσει απολογητικά συστήματα αξιών. Με τα οποία προσπαθεί να πείσει τους άλλους, αλλά πρωτίστως τον ίδιο του τον εαυτό, ότι εκτελεί τον φόνο είτε επειδή έχει ταχθεί στην υπηρεσία υψηλών ιδεωδών είτε επειδή σατανικές δυνάμεις τον αδικούν κατάφωρα και τις αντεκδικείται. Για αυτό και η Παναγία γενναιόδωρα ευλογεί, ως γνωστόν, σε κάθε σύρραξη, άπαντα τα στρατόπεδα των αλληλοσφαζομένων. Ο μηχανισμός είναι πανομοιότυπος είτε πρόκειται για τον Κοεμτζή είτε για τον Τζέιμς Σι. Το γεγονός ότι ο τελευταίος είναι, προδήλως, κακεντρεχέστερος από τον πρώτο αλλά και σαχλός ουδόλως μεταβάλλει την κατάσταση.


Παγκοσμιοποίηση και εμπλοκές


Και για να μιλήσουμε περί τα realia: Ο μεγάλος κίνδυνος για την αμερικανική πλανητική επικυριαρχία προέρχεται από την πιθανή σύγκλιση των δύο πυρηνικών μεγαθηρίων, που από γεωδυναμική σκοπιά εμφανίζονται ως φυσικοί εχθροί της. Δηλαδή της ενδεούς σήμερα Ρωσίας και της ραγδαία ανερχόμενης Κίνας. Για τον απλούστατο λόγο ότι η περιλάλητη παγκοσμιοποίηση των χρηματιστηρίων – καζίνων είναι θλιβερότατα καταφρονητέα έναντι των πυρηνικών κεφαλών που προτίθεται σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης να εξακοντίσει μια, υπνώτουσσα έστω, επί τω νυν, παγκόσμια δύναμη. Δεν αποκρούεις τις ρουκέτες με αμοιβαία κεφάλαια ούτε με προγράμματα της Microsoft, ειδικώς αν ο αντίπαλος είναι κοχλάζον δημογραφικό καζάνι με επαρκή πολεμική τεχνογνωσία. Αν η εμπλοκή στη Γιουγκοσλαβία καταδεικνύει κάτι, τούτο είναι ότι οι αυτοματισμοί της αγοράς έχουν αμελητέα αξία, όταν απουσιάζει η πολιτικοστρατιωτική ισχύς, που παραμένει διηνεκώς το μέγα Πρότερον του Πολιτικού Φαινομένου, εν γένει. Παραλλήλως υπενθυμίζει ότι η «παγκοσμιοποίηση» αποτελεί διαδικασία υποκείμενη σε εξωοικονομικούς παρεμβατισμούς και αποφάσεις.


Το γεωστρατηγικό σχέδιο των ΗΠΑ στην παρούσα φάση φαίνεται να είναι η περικύκλωση της Ρωσίας από κρατίδια και προτεκτοράτα ­ ίσως και ένα κουρδικό κρατίδιο στο βόρειο Ιράκ με την αξιοποίηση του κ. Οτσαλάν ­ πλήρως υποταγμένα στις ορέξεις τους, συνεπαρμένα από τον αμιγή εθνοτικό χαρακτήρα τους και την υπερηφάνεια της «ταυτότητας». Η Ευρωπαϊκή Ενωση δεν μοιάζει να τους απασχολεί ιδιαιτέρως, εφόσον είναι παντοιοτρόπως υποχρεωμένη να λειτουργεί ως συνεργός και εμπροσθοφυλακή τους. Σε κάθε περίπτωση, δεν ισοπέδωσαν το Βελιγράδι για να κάμψουν το ευρώ, ομού μετά των αριστερών παρορμήσεων του κ. Μπλερ ή του κ. Ντ’ Αλέμα. Η Δυτική Ευρώπη ήδη από την εποχή του σχεδίου Μάρσαλ ­ ως εξαίρεση όρα Ντε Γκωλ ­ είναι άρρηκτα προσδεδεμένη στο αμερικανικό άρμα και εικάζω ότι θα εξακολουθήσει να λειτουργεί ως χαλαρή οικονομική κοινοπραξία, στερούμενη υπολογίσιμης πολιτικής φιλοδοξίας ή συνοχής. Ούτε διαφαίνεται προοπτική να την αποκτήσει, επειδή αυτό θα ήταν εκ διαμέτρου αντίθετο αφενός προς τις υλικές επιδιώξεις όσων ηγετών της ομνύουν στην ενοποίηση και αφετέρου προς τις διακηρυγμένες προθέσεις όσων, ευρωσκεπτικιστών, την αντιμάχονται. Η Ευρώπη ως πολιτικοοικονομική και στρατιωτική οντότητα είναι αμερικανική «ενδοχώρα», και ενδομύχως επιθυμεί να παραμείνει. Τούτο δεν είναι καλό ούτε κακό. Είναι το υπαρκτό, στο πλαίσιο της μεταψυχροπολεμικής διεθνοπολιτικής συγκρότησης.


Η επίθεση στη Γιουγκοσλαβία αποσκοπεί λοιπόν πρωταρχικώς στην περαιτέρω στρατηγική αποδυνάμωση της Ρωσίας, που βρίσκεται ορφανή από συμμάχους προς Δυσμάς. Αυτή η εξέλιξη εξυπηρετεί τους Ευρωπαίους, τουλάχιστον όσο και τους Αμερικανούς, πολλώ δε μάλλον καθ’ όσον οι πρώτοι κυρίως απειλούνται ζωτικά σε περίπτωση παγκόσμιας σύρραξης. Η προσφυγή μάλιστα στις ειρηνευτικές υπηρεσίες της ήκιστα αξιόπιστης κυβέρνησης Γέλτσιν απομακρύνει περαιτέρω τον τεράστιο δυτικό εφιάλτη: τη συμπόρευσή της με την Κίνα.


Αν οι προεκτεθείσες σκέψεις περιγράφουν απλούστατα όσα γνωρίζει κάθε ιστορικός και προείπαν ή συνέστησαν οι ίδιοι οι ρεαλιστές αμερικανοί αναλυτές, όπως ο Κίσινγκερ ή ο Μπρεζίνσκι, δεν εξαντλούν εν τούτοις ούτε καν θίγουν το αξιολογικό ζήτημα.


Ιδεολογικές παρακαταθήκες


(β) Παρ’ όλο που πιστεύω ότι ο κοινωνικός επιστήμονας δεν πρέπει να μιμείται τους συμβουλάτορες των ριάλιτι σόου, φρονώ ότι θα ήταν εν προκειμένω ολέθρια η μακαριότητα. Ως πολίτης μιας συγκεκριμένης χώρας, σε μια «εντοπισμένη» γεωγραφική περιοχή και με περίπου κοινώς παραδεκτά εθνικά συμφέροντα, αισθάνομαι συμπιεσμένος από το δίλημμα: Να υποκύψω στους ισχυρούς ή να ακολουθήσω τα προτάγματα μιας προσωπικής ιστορίας και μιας «δέσμευσης πολιτισμού», που δεν έχω και σπουδαίους λόγους να απαρνηθώ; Γιατί άραγε ασπάζομαι αβίαστα τη «φιλοσερβική προδιάθεση» του Τσουκαλά και αντιδρώ στις «ίσες αποστάσεις» του Μουζέλη; Ας μου επιτραπεί εδώ μια «εγωκεντρική» αιτιολόγηση, καθ’ ότι όλοι από ανάλογες παρακινούμαστε. Η «αξιακή» αρματωσιά του ΝΑΤΟ με παραπέμπει σε ένα «παρόν – μέλλον», τις ιδεολογικές παρακαταθήκες του οποίου, ενσυνειδήτως και οργανικώς, απεχθάνομαι. Δεν χολοσκάω για τις χρηματαγορές, βαριέμαι το Internet, τα κοινοτικά προγράμματα πιο πολύ με ανησυχούν παρά με ενθουσιάζουν, η αγγλόφρων κεντροαριστερά με τέρπει ως ροΐδειον ευθυμογράφημα, οι δικαιωματοκρατικές μεγαλοστομίες με υποψιάζουν, η οσφυοκαμψία των δυτικοευρωπαίων ηγητόρων με εξαγριώνει. Συντάσσομαι συνεπώς με τους Σέρβους, μετά ή άνευ Μιλόσεβιτς, επειδή νιώθω «διαφωτιστής», με τα κληροδοτηθέντα εις εμέ κριτήρια. Αγαπώ τους θορυβώδεις φίλους, τις ευειδείς κυρίες, τα χωρατά, τις ομφαλοσκοπήσεις των ξενύχτηδων, τον οίνο, τα τσιγάρα, τα βιβλία, τις βιβλιοθήκες, τον Ρέμπραντ, τον Μποντλέρ, τη γεραρή γαλλική κουζίνα, τα καπηλειά, τους αυθάδεις εφήβους.


Και για να μην το παραλείψω, θαυμάζω τον Μπελογιάννη, σέβομαι ακόμη και τον απεχθέστατο Ντερτιλή όσο δεν ζητά χάρη, αλλά μου προκαλούν αρνητικό συναίσθημα οι σπουδαιοφανείς τεχνοκράτες, οι επιδημιολόγοι που αποδίδουν τα φτερνίσματα σε μυστηριώδεις ιώσεις και χονδρικώς οτιδήποτε περνάει για «πολιτικώς ορθό» ή άπτεται της προτεσταντικής νοοτροπίας. Τουτέστιν οι «παρενοχλούμενες» φεμινίστριες, η ορθοδοξία του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, οι χορτοφάγοι, οι τεχνολόγοι της αστρολογίας, οι ρατσισμοί προνομιούχων μειονοτήτων, η αποπολιτικοποίηση της πολιτικής, οι υγιεινολόγοι, τα ταχυφαγεία και το άπαχο γιαούρτι. Εν κατακλείδι, ως άθρησκος επίγονος του υλιστικού διαφωτισμού, κοσμοπολίτης και γυρολόγος της αισθητικής, αγαπώ όσες πτυχές του ευρωπαϊκού πολιτισμού ενταφιάζονται ολόγυρά μου από τον Μακγουόρλντ των «δυτικών» και τον ομόλογό του «ιερό πόλεμο», τον Τζιχάντ των φανατικών ισλαμιστών. Εκλαμβάνω επομένως ως χρέος τη συμπαράσταση στους Σέρβους, όσο συμβολίζουν, έστω και ασυνείδητα, την αντίσταση στον Μεσαίωνα που επελαύνει δίκην Ορθού Λόγου.


Ο κ. Αιμίλιος Μεταξόπουλος είναι καθηγητής της Φιλοσοφίας των Κοινωνικών Επιστημών στο Πάντειο Πανεπιστήμιο.