Λέγαμε ότι το κράτος δεν μονοπωλεί την εξουσία: τη μοιράζεται πάντοτε με κοινωνικές δυνάμεις μη-κρατικές που συμμετέχουν σε αυτό που ονομάσαμε «πλέγμα εξουσίας». Προσπάθησα μάλιστα να δείξω γιατί ένα τέτοιο πλέγμα περιβάλλει ακόμη και το λεγόμενο «σουλτανικό» κράτος, όσο ισχυρό και αν είναι. Σήμερα θα ισχυρισθώ ότι το ίδιο ισχύει και στην περίπτωση του λεγόμενου «ολοκληρωτικού» κράτους. Και θα χρησιμοποιήσω το επίκαιρο παράδειγμα του Ιράκ.


Πράγματι, το κράτος του Σαντάμ, πανίσχυρο και προσωποπαγές, προξενεί την εντύπωση ότι ασκεί εξουσία απόλυτη, κυριολεκτικά ολοκληρωτική· και ότι πλέγμα εξουσίας αποκλείεται να υπάρξει σε ένα τέτοιο καθεστώς. Αλλά η εντύπωση αυτή είναι παραπλανητική. Επειδή γύρω από το κράτος διαπλέκονται δυνάμεις, κοινωνικές και πολιτικές, που το στηρίζουν χωρίς ούτε να ελέγχονται πλήρως ούτε να ταυτίζονται μαζί του.


Στο πλέγμα αυτό συμμετέχουν η ευρύτερη οικογένεια του δικτάτορα· μια προσωπική φατρία από ομοδόξους του Σουνίτες, πολλοί από τους οποίους είναι και συχωριανοί του· οι θρησκευτικοί θεσμοί, των οποίων το μερίδιο εξουσίας, αντάλλαγμα της νομιμοποίησης που προσδίδουν στον δικτάτορα, είναι πιθανότατα μεγαλύτερο από ό,τι νομίζουμε· οι αφοσιωμένοι υποστηρικτές του, όσοι ελέγχουν για λογαριασμό του το στράτευμα· τέλος, το δίκτυο των παλαιών και νέων εμπόρων που, με το λαθρεμπόριο πετρελαίου και αγαθών, τρέφουν κυριολεκτικώς τις αγορές των πόλεων αλλά και τον στρατιωτικό και διοικητικό μηχανισμό, διοχετεύοντας συνάμα τεράστια κέρδη όχι μόνο στα θυλάκιά τους αλλά και στον κορβανά και στα κομματικά ταμεία.


Αλλά τον Σαντάμ υποστηρίζει επίσης και ένα τμήμα των λαϊκών στρωμάτων. Η αφοσίωσή τους στο καθεστώς έχει εξουσιαστικό αντίκρισμα: δίνει στα μέλη τους τη δυνατότητα να ασκούν παντοειδείς μικροεξουσίες στο χαμηλότατο επίπεδο της κοινωνίας του χωριού ή της γειτονιάς, καρπούμενα και τα αντίστοιχα κοινωνικά και οικονομικά οφέλη. Ετσι το κοινωνικό αυτό στρώμα συμμετέχει επίσης στο πλέγμα εξουσίας που στηρίζει τον δικτάτορα και το κράτος του.


Αφησα τελευταίες, επίτηδες, δύο ιδιότυπες δυνάμεις: το κόμμα Μπάαθ και το στρατιωτικό σώμα που ονομάζεται Δημοκρατική Φρουρά. Θα μπορούσε κανείς να τις ταυτίσει με το κράτος είτε αμέσως είτε μέσω του δικτάτορα, επειδή αυτός είναι ο κοινός αρχηγός κράτους, φρουράς και κόμματος. Αλλά η ταύτιση θα ήταν λάθος· οι δυνάμεις αυτές μετέχουν στο πλέγμα εξουσίας ως εταίροι ημιανεξάρτητοι, που δεν ταυτίζονται εντελώς ούτε με το κράτος ούτε με τον Σαντάμ.


Θα μπορούσαμε να φανταστούμε τη φρουρά και το κράτος σαν δύο τεμνόμενους κύκλους με ένα κοινό τμήμα: τον κοινό αρχηγό τους, τον δικτάτορα. Αυτό, όμως, δεν καθιστά τη φρουρά ούτε παράρτημα του κράτους ούτε απλή σωματοφυλακή του Σαντάμ. Εξάλλου η φρουρά έχει αυτονομηθεί και διαχωριστεί σαφέστατα από τον στρατό· δεν είναι, σαν αυτόν, ένας θεσμός αμιγώς κρατικός. Και όπως θα μπορούσε, υπό ορισμένες συνθήκες, να πολεμήσει κατά του στρατού, έτσι θα μπορούσε να επαναστατήσει εναντίον του κράτους και να ανατρέψει τον δικτάτορα.


Ο,τι ισχύει για τη φρουρά ισχύει κατά μείζονα λόγο για το Μπάαθ: δεν ταυτίζεται ούτε με τον αρχηγό του ούτε με το κράτος.


Οσο και αν κυριαρχείται από έναν πανίσχυρο ηγέτη, το κόμμα δεν ταυτίζεται με αυτόν διά παντός, δεν είναι απλό όργανό του, αιωνίως άβουλο και υποδουλωμένο. Οπως ανέβασε στην εξουσία τον Αλ Μπακρ το 1968, αφού πρώτα απομακρύνθηκε ο Αρέφ με στρατιωτικό κίνημα και μάλιστα αναίμακτο, έτσι θα μπορούσε κάποτε να ανατρέψει τον Σαντάμ, με υπονόμευση ή με δολοφονία, με κίνημα ή με επανάσταση, με τη βοήθεια της φρουράς ή του στρατού, με τη στήριξη της αμερικανικής υπερδύναμης ή και χωρίς αυτήν.


Με την ίδια λογική το κόμμα δεν ταυτίζεται ούτε με το κράτος, δεν είναι απλό τμήμα του. Βέβαια, ο κομματικός μηχανισμός συνδέεται με τον κρατικό. Αλλά αυτό που εκ πρώτης όψεως φαίνεται σαν ταύτιση είναι στην πραγματικότητα μια βαθύτατη διαφορά.


Στο ολοκληρωτικό καθεστώς το κόμμα δεν ταυτίζεται αλλά συνυπάρχει με το κράτος, σύμμαχος και αντίπαλος στο πλέγμα εξουσίας, όργανο και δυνάστης, χρήσιμο και απειλητικό: με την ιεραρχική δικτύωση και οργάνωσή του, με τους ηγέτες του να στελεχώνουν την κορυφή του κράτους, με τα δίκτυά του να διακλαδώνονται στα λαϊκά στρώματα, υπηρετεί το κράτος, ελέγχει και δυναστεύει τους πάντες ­ αλλά με τον ίδιο μηχανισμό μπορεί να ανατρέψει το καθεστώς και να μεταβάλει την ολοκληρωτική μορφή του κράτους. Είναι αυτό που, όπως είπαμε, ισχύει και αντιστρόφως: οι κρατικοί θεσμοί διοίκησης και βίαιης καταστολής, θεσμοί σαν τον στρατό ή τη μυστική αστυνομία που ελέγχονται και δυναστεύοντας υπηρετούν το κόμμα, αυτοί ακριβώς μπορούν να το υπονομεύσουν και να το εξοντώσουν· ή έστω να περιορίσουν τις ολοκληρωτικές του τάσεις, να μειώσουν τη μονολιθικότητά του και να το οδηγήσουν σε προσαρμογές και σε μεταλλάξεις.


Ο κ. Γεώργιος Β. Δερτιλής είναι καθηγητής της Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών.