Η θέση που θέλω να υποστηρίξω εδώ είναι ότι η ΝΑΤΟϊκή επέμβαση δεν μπορεί να εξηγηθεί αποκλειστικά ή κατά κύριο λόγο με βάση την παραδοσιακή realpolitik της γεωπολιτικής επέκτασης και της προώθησης οικονομικών ιμπεριαλιστικών συμφερόντων.


Από την άλλη μεριά όμως, αν η απόφαση για τον βομβαρδισμό της Σερβίας δεν είναι τόσο κυνική και ιμπεριαλιστική όσο νομίζουμε, δεν παύει να είναι ιδιαίτερα ατυχής ­ αν όχι βλακώδης ­, αφού ο τρόπος με τον οποίο έγινε αναπόφευκτα οδηγεί σε αποτελέσματα αντίθετα από αυτά στα οποία οι δυτικές δυνάμεις υποτίθεται ότι στοχεύουν.


* Δύο βασικές διαπιστώσεις


Θα ξεκινήσω επαναλαμβάνοντας δύο βασικά στοιχεία για τη Σερβία του Μιλόσεβιτς, στοιχεία που είχα αναπτύξει σε ένα παλιό άρθρο μου σε σχέση με τον πόλεμο στη Βοσνία (βλ. «Το Βήμα της Κυριακής», 11.12.1994). Παρ’ όλο που η πάροδος του χρόνου επιβεβαίωσε αυτές τις θέσεις, στη χώρα μας εξακολουθούμε να τις αγνοούμε.


Πρώτον: Μολονότι η Γερμανία και οι ΗΠΑ ευθύνονται, σ’ ένα βαθμό, ο διαμελισμός της Γιουγκοσλαβίας οφείλεται λιγότερο στην επιπολαιότητα ή στα μακιαβελικά σχέδια των Δυτικών και περισσότερο στο άκρως σοβινιστικό-εθνικιστικό κίνημα για τη «Μεγάλη Σερβία».


Με βάση αυτό το κίνημα ο Μιλόσεβιτς, αφού μεταμορφώθηκε αστραπιαίως από σταλινικό απαρατσίκο σε υπερεθνικιστικό μεγαλοϊδεάτη, κατόρθωσε να πάρει την εξουσία πριν από τον διαμελισμό της χώρας. Το ότι σήμερα, όπως και πριν από 10 χρόνια, εξακολουθούμε να βλέπουμε τον Κολ και όχι τον Μιλόσεβιτς ως τον κύριο αρχιτέκτονα της γιουγκοσλαβικής διάσπασης, αυτό οφείλεται στην τάση μας να ταυτιζόμαστε με τα «αδέλφια μας, τους Σέρβους» μεταθέτοντας κάθε ευθύνη στους «κακούς» Δυτικούς.


Δεύτερον: Μετά τη διάσπαση η κεντρική κυβέρνηση της Σερβίας κατόρθωσε να κρατήσει υπό τον έλεγχό της το μεγαλύτερο μέρος του πρώην γιουγκοσλαβικού στρατού. Ετσι, είχε από την αρχή του εμφυλίου πολέμου μια τεράστια οπλική και οργανωτική υπεροχή, την οποία χρησιμοποίησε με απίστευτο φανατισμό για να πετύχει την εθνοκάθαρση προς όφελος της «Μεγάλης Σερβίας». Είναι ακριβώς για αυτό τον λόγο που το επιχείρημα ότι όχι μόνο οι Σέρβοι αλλά όλες οι αντιμαχόμενες ομάδες διέπραξαν εγκλήματα πολέμου δεν είναι πειστικό.


* Η εξήγηση των βομβαρδισμών


Γιατί, παρ’ όλο που όλες οι αντιμαχόμενες παρατάξεις διέπραξαν αγριότητες, οι Σέρβοι, επειδή ακριβώς είχαν τα στρατιωτικά μέσα, διέπραξαν περισσότερες και μαζικότερες βαρβαρότητες από όλες τις άλλες εθνικότητες μαζί. Από αυτή την άποψη, ο όρος γενοκτονία αρμόζει περισσότερο στους Σέρβους παρά στους αντιπάλους τους (υπολογίζονται σε περίπου 200.000 τα θύματα του σερβικού μεγαλοϊδεατισμού). Το ότι είμαστε η μόνη χώρα στην ΕΕ όπου η συντριπτική πλειονότητα των πολιτών αγνοεί τα παραπάνω ανατριχιαστικά στοιχεία δείχνει σε ποιο βαθμό και οι πολιτικοί ηγέτες και τα ΜΜΕ δεν κάνουν σωστά τη δουλειά τους.


Ερχομαι τώρα στην εξήγηση των βομβαρδισμών. Στην περίπτωση του πολέμου της Βοσνίας όλες οι προοδευτικές δυνάμεις στη Δυτική Ευρώπη διαμαρτύρονταν γιατί η Ευρωπαϊκή Ενωση και το ΝΑΤΟ κάθονταν με τα χέρια σταυρωμένα μπροστά στη συστηματική σφαγή των μουσουλμάνων. Από παντού ακούγονταν φωνές αποτροπιασμού μπρος στο γεγονός ότι τέτοιου είδους βαρβαρότητες λαμβάνουν χώρα στην καρδιά της Ευρώπης στο κατώφλι του 21ου αιώνα. Στην περίπτωση του Κοσσυφοπεδίου όμως, έπειτα από πολυάριθμες προειδοποιήσεις και αφού ο Μιλόσεβιτς συνέχιζε από τη μια μεριά να κωλυσιεργεί υποσκάπτοντας τις διαπραγματεύσεις και από την άλλη να προωθεί την εθνοκάθαρση, το ΝΑΤΟ αποφάσισε τον μαζικό βομβαρδισμό της Σερβίας.


Στη χώρα μας κατά τελείως προβλεπόμενο τρόπο τα υποχθόνια σενάρια και οι μακιαβελικές εξηγήσεις γύρω από τη ΝΑΤΟϊκή επέμβαση οργίασαν. Από τις αναγωγικές εξηγήσεις της παραδοσιακής Αριστεράς (πίσω από την επέμβαση κρύβεται το πολυεθνικό κεφάλαιο, οι έμποροι όπλων ή/και ναρκωτικών, ο αμερικανικός ιμπεριαλισμός κτλ.) ως τα πιο «σύγχρονα» σενάρια των υπερπατριωτών-ευρωσκεπτικιστών (αμερικανική υποδούλωση της Ευρώπης, Βατικανό, διεθνής σιωνισμός, σταυροφορία εναντίον της Ορθοδοξίας κτλ.), άκρως συνωμοτικές και απίθανες ιστορίες έρχονται να κρύψουν μια σειρά από προφανείς διαπιστώσεις:


(α) Ο πρόεδρος Κλίντον και η αμερικανίδα υπουργός των Εξωτερικών θέλουν να δώσουν ένα γερό μάθημα στον σέρβο ηγέτη που εδώ και μία δεκαετία παίζει τη «γάτα με το ποντίκι» με το ΝΑΤΟ υποσκάπτοντας το γόητρο και την αξιοπιστία του οργανισμού.


(β) Οι δυτικοευρωπαίοι σύμμαχοι έχουν ένα προφανές και άμεσο στρατηγικό συμφέρον στη σταθεροποίηση της βαλκανικής περιοχής ­ σταθεροποίηση που δεν είναι δυνατή όσο οι Σέρβοι, ακολουθώντας τον στόχο της μεγάλης και εθνικά «καθαρής» Σερβίας, σφάζουν ή διώχνουν βίαια όλο το «ακάθαρτο» ανθρώπινο υλικό.


(γ) Τέλος, και από τις δύο μεριές του Ατλαντικού υπάρχει μια ραγδαία διαμορφούμενη κοινή γνώμη που πιστεύει ότι το δικαίωμα της εθνικής ανεξαρτησίας ­ στη σημερινή φάση τής αυξανόμενης αλληλεξάρτησης και του πολυπολιτισμικού χαρακτήρα των κρατών-εθνών ­ δεν μπορεί να επεκταθεί σε σημείο στο οποίο κυβερνήσεις να επιδίδονται ανενόχλητα μέσα στα σύνορά τους σε γενοκτονίες, εθνικές καθάρσεις και σε άλλες τέτοιου είδους μαζικές παραβιάσεις των βασικών ανθρωπίνων δικαιωμάτων.


* Η ανθρωπιστική διάσταση


Είναι εύκολο να δει κανείς τέτοιου είδους «ανθρωπιστικές ευαισθησίες» ως ένα απλό ιδεολογικό όπλο που οι Μεγάλες Δυνάμεις χρησιμοποιούν όποτε τις συμφέρει. Στο κατώφλι του 21ου αιώνα όμως τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά. Παρ’ όλο που συχνά μαζικές παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων σε διάφορα σημεία του πλανήτη περνούν απαρατήρητες και παρ’ όλο που οι αμερικανικές παρεμβάσεις για την υποστήριξη των ανθρωπίνων δικαιωμάτων είναι επιλεκτικές-συμφεροντολογικές, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο προβληματισμός γύρω από την παγκοσμιότητα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων κερδίζει συνεχώς έδαφος.


* Πινοσέτ και Μιλόσεβιτς


Η περίπτωση Πινοσέτ είναι μια προφανής ένδειξη. Για πρώτη φορά ένα συντηρητικό σώμα όπως η βρετανική Βουλή των Λόρδων αποφάσισε να αγνοήσει την αρχή της εθνικής κυριαρχίας της Χιλής και την τυπική «διεθνή νομιμότητα» βάζοντας πιο ψηλά από την αξία της εθνικής κυριαρχίας την ηθική αρχή ότι αυτοί που διαπράττουν εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας δεν μπορούν πια να ξεφύγουν από το Διεθνές Δίκαιο, που καταδικάζει κατά απόλυτο τρόπο τέτοιου είδους πρακτικές. Από αυτή την άποψη, δεν είναι περίεργο ότι είναι η Θάτσερ και οι πατριδοκάπηλοι θαυμαστές της που υποστηρίζουν τον χιλιανό δικτάτορα, ενώ οι προοδευτικές δυνάμεις (δηλαδή οι δυνάμεις που πραγματικά νοιάζονται για τις ανθρώπινες ελευθερίες) βάζουν τον σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων πάνω και από την αρχή της εθνικής κυριαρχίας.


Και είναι ακριβώς η ίδια λογική που ισχύει στην περίπτωση Μιλόσεβιτς. Οχι μόνο στη Δυτική Ευρώπη αλλά και στις ΗΠΑ είναι οι συντηρητικοί που δεν θέλουν με κανέναν τρόπο την ανάμειξη της χώρας τους στη Σερβία (σχετικά με αυτό το σημαντικό σημείο βλ. άρθρο του Αθ. Ελις στην «Καθημερινή», 28.3.1999). Οι προοδευτικές δυνάμεις από την άλλη μεριά υποστηρίζουν ότι η Δύση δεν μπορεί να μένει με σταυρωμένα χέρια όταν ο σέρβος δικτάτορας εδώ και μία δεκαετία ακολουθεί ένα συστηματικό πρόγραμμα εθνοκάθαρσης που έχει οδηγήσει σε εγκλήματα μπρος στα οποία οι βαρβαρότητες του χιλιανού δικτάτορα ωχριούν.


Αυτή η ανθρωπιστική διάσταση, αυτή η νέα αναδυόμενη παγκόσμια κοινή γνώμη αγνοείται παντελώς στη χώρα μας, με το εύκολο επιχείρημα ότι η Δύση έχει δύο μέτρα και δύο σταθμά: κόπτεται π.χ. για τα ανθρώπινα δικαιώματα των αλβανόφωνων κατοίκων του Κοσσυφοπεδίου αλλά όχι και για αυτά των Κούρδων. Η απάντηση στο επιχείρημα της «υποκρισίας» είναι ότι όντως, κυρίως οι ΗΠΑ, χρησιμοποιούν διπλή γλώσσα (παρεμπιπτόντως το ίδιο κάνουμε κι εμείς όταν ζητούμε την ανεξαρτησία των Κούρδων αλλά όχι των αλβανόφωνων κατοίκων του Κοσσυφοπεδίου). Αυτό όμως με κανέναν τρόπο δεν παρέχει δικαιολογία στους Ευρωπαίους να σταυρώσουν τα χέρια τους και να αφήσουν στην καρδιά της Ευρώπης τον Μιλόσεβιτς να ολοκληρώσει το όραμά του για την εθνικά καθαρή «Μεγάλη Σερβία».


* Η πρακτική διάσταση


Με τα παραπάνω επιχειρήματα δεν προσπαθώ να δικαιολογήσω τους βομβαρδισμούς. Γιατί, αν η στρατηγική του ΝΑΤΟ δεν είναι τόσο εγκληματική ή ιμπεριαλιστική ή κυνική όσο υποστηρίζουν οι φιλόσερβοι συμπατριώτες μας, είναι άκρως ατελέσφορη. Οπως υποστήριξα στην αρχή, οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια στα αντίθετα αποτελέσματα από αυτά που οι Δυτικοί επιθυμούν.


Το πρώτο και βασικό σφάλμα είναι η εξ αρχής δήλωση του ΝΑΤΟ ότι δεν πρόκειται να χρησιμοποιήσει χερσαίες δυνάμεις για να σταματήσει επί τόπου την εθνοκάθαρση και να επιβάλει τη συνθήκη του Ραμπουγέ. Αυτή η απίστευτα βλακώδης κίνηση έδωσε αυτομάτως το μήνυμα στον Μιλόσεβιτς ότι έχει τη δυνατότητα νίκης αν κατορθώσει να αντέξει, όπως ο Σαντάμ, τους βομβαρδισμούς.


Αυτοί οι βομβαρδισμοί, όπως ήδη είδαμε, ούτε τις σφαγές και τη μαζική εκτόπιση των Αλβανών (δηλαδή την εθνοκάθαρση) δεν μπορούν να σταματήσουν ούτε την ανατροπή εκ των έσω του Μιλόσεβιτς να επιτύχουν. Απεναντίας, επιταχύνουν την εθνοκάθαρση, ενώ συγχρόνως υποσκάπτουν τη δυνατότητα δράσης όλων αυτών που μέσα στη Σερβία αντιτίθενται στον Μιλόσεβιτς. Θα περίμενε κανείς, ακόμη και αν οι Δυτικοί δεν είχαν καμία πρόθεση να χρησιμοποιήσουν χερσαίες δυνάμεις, να μην το δηλώσουν εξ αρχής ενισχύοντας τη θέση του Μιλόσεβιτς!


Αλλά πέρα από αυτού του είδους τον στρουθοκαμηλισμό, η απόφαση να περιοριστεί η ΝΑΤΟϊκή επέμβαση στους βομβαρδισμούς ηρωοποιεί τον Μιλόσεβιτς και μέσα στη χώρα του και σε χώρες σαν την Ελλάδα όπου δεν υπάρχει σοβαρή πληροφόρηση. Οι βομβαρδισμοί, όπως στην περίπτωση του Σαντάμ, μετατρέπουν τον σέρβο πρόεδρο σε Δαυΐδ που τόλμησε να τα βάλει με τον ΝΑΤΟϊκό Γολιάθ.


Και σε αυτά τα αρνητικά αποτελέσματα πρέπει κανείς να προσθέσει:


­ Την υπόσκαψη του κύρους του ΟΗΕ


­ Τη διακοπή των συνομιλιών για τη μείωση των ατομικών εξοπλισμών


­ Την αναβίωση του ψυχροπολεμικού κλίματος κτλ.


Συμπέρασμα: Αν οι Αμερικανοί και οι δυτικοευρωπαίοι σύμμαχοί τους δεν είναι διατεθειμένοι να ριψοκινδυνεύσουν τις ζωές στρατιωτών για τον τερματισμό της σερβικής βαρβαρότητας και την πάταξη μαζικών εγκλημάτων πολέμου στην Ευρώπη του 21ου αιώνα, τότε θα ήταν καλύτερα ούτε να φοβερίζουν ούτε να βομβαρδίζουν. Θα ήταν καλύτερα να μην κάνουν τίποτε.


Τέλος, μόνο όταν η Ευρώπη ανεξαρτητοποιηθεί από τις ΗΠΑ και πετύχει την πολιτική και στρατιωτική ενοποίησή της θα μπορέσει, τουλάχιστον στον ευρωπαϊκό χώρο, να δημιουργήσει ένα πλαίσιο μέσα στο οποίο οι διάφορες θρησκευτικές και εθνικές μειονότητες θα είναι ασφαλείς από τους Μιλόσεβιτς του κόσμου τούτου.


Οσο για τη χώρα μας, η συμπαράστασή μας στον σερβικό λαό είναι αυτή τη στιγμή και σωστή και δίκαιη. Η ηρωοποίηση όμως του Μιλόσεβιτς και η άγνοια ή, μάλλον, η αδιαφορία μας για το εγκληματικό πρόγραμμα της εθνοκάθαρσης, το οποίο εδώ και μία δεκαετία ο σέρβος ηγέτης ακολουθεί, δεν είναι ούτε ηθικές ούτε εθνικά συμφέρουσες.


Ο κ. Ν. Μουζέλης είναι καθηγητής στη London School of Economics.