Η άσκηση εξουσίας προϋποθέτει μια ιεραρχική οργάνωση· και ιεραρχική οργάνωση δεν νοείται χωρίς κορυφή. Ετσι διαρθρώνεται και αυτό που ονομάσαμε «πλέγμα εξουσίας». Η ιεραρχική θέση του κάθε μετόχου στο πλέγμα, καθώς και το μερίδιό του, εξαρτώνται από τον συσχετισμό δυνάμεων στη συγκεκριμένη ιστορική φάση. Ο ισχυρότερος καταλαμβάνει την κορυφαία θέση. Σε ορισμένες εποχές πρόκειται για ηγεμονία. Αλλοτε πάλι, ένας από τους συμμετόχους μπορεί να καταλάβει την πρωτοκαθεδρία του πλέγματος, primus inter pares. Οσο για το κράτος, ναι μεν είναι μόνιμος εταίρος και επίκεντρο του πλέγματος, αλλά δεν κατέχει αναγκαστικά την κορυφαία θέση. Ο κορυφαίος εταίρος κυριαρχεί όλων των άλλων εταίρων, του κράτους συμπεριλαμβανομένου. Οταν μάλιστα έχει την ηγεμονία του πλέγματος, δεν επηρεάζει απλώς το κράτος εμμέσως, εν μέρει και κατά καιρούς· το καταλαμβάνει και εγκαθίσταται έτσι ο ίδιος στο επίκεντρο του πλέγματος· το χρησιμοποιεί και το διευθύνει, ως το κατ’ εξοχήν μέσο άσκησης της εξουσίας.


Ανάλογα με την εποχή, ηγεμονικός συμμέτοχος μπορεί να είναι, π.χ., ένας ελέω Θεού ισχυρός μονάρχης· ή ο βασιλιάς, σε συμμαχία με μια γαιοκτητική αριστοκρατία, όπως στην Πρωσία του 18ου αιώνα· ή ένα φασιστικό κόμμα, όπως στην Ιταλία του Μεσοπολέμου. Πάντως, οι ηγεμονικές καταστάσεις εξαρτώνται από τον συνεχώς μεταβαλλόμενο συσχετισμό δυνάμεων και την ιστορική περίοδο που εξετάζουμε. Συνήθως ακολουθούν περιόδους κοινωνικής ανισορροπίας και αστάθειας· και η ηγεμονία κατακτάται σε συνθήκες δραματικών κοινωνικών μεταβολών και πολέμων. Είναι η περίπτωση, π.χ., του μονοκομματικού, ολοκληρωτικού κράτους στη ναζιστική Γερμανία, ή στη Σοβιετική Ενωση.


Σε τέτοιες περιστάσεις το ηγεμονικό στοιχείο διακηρύσσει συνήθως μια ιδεολογία και ένα σύστημα αξιών, στο οποίο προσχωρούν οι σύμμαχοί του στο πλέγμα εξουσίας και μια μερίδα των υπηκόων του, αρχικά μια μειονότητα· που μπορεί, τελικά, να γίνει και πλειονότητα. Μετά την επικράτησή του επιβάλλει, συχνότατα διά της βίας, μια εντύπωση απόλυτης αυθεντίας αφενός, μονιμότητας αφετέρου. Τέλος, δημιουργεί μεταξύ όσων το αποδέχονται μια αίσθηση συμμετοχής, ή έστω ανακούφισης ή παραίτησης· και μεταξύ όσων το αμφισβητούν, ένα κλίμα φόβου και τρόμου· κλίμα που του εξασφαλίζει μια εξουσία σχεδόν απόλυτη· όχι όμως πάντοτε τη γενικότερη συναίνεση και νομιμότητα ούτε τη μακροημέρευση.


Παρά τα όσα είπαμε μόλις τώρα, η κυριαρχία ενός ηγεμονικού εταίρου στο πλέγμα εξουσίας δεν συνεπάγεται αναγκαστικά την τυραννία, την απολυταρχία ή τον αυταρχισμό. Ανάλογα με την ιστορική εποχή, το καθεστώς μπορεί όντως να είναι αυταρχικό, απολυταρχικό ή ολοκληρωτικό. Σε ορισμένες ιστορικές περιόδους όμως το καθεστώς μπορεί να είναι μια μορφή δημοκρατίας, συνήθως περιορισμένης με τα σημερινά κριτήρια· και ο ηγεμονικός μέτοχος να είναι, π.χ., μια ολιγαρχία μεγαλοαστών πατρικίων, όπως στη Φλωρεντία της Αναγέννησης· ή μια εδραιωμένη και ισχυρή αστική τάξη, σε συμμαχία με τη φιλομοναρχική παλαιά αριστοκρατία· όπως στην περίοδο της συνταγματικής μοναρχίας στη Γαλλία, μεταξύ 1830 και 1848.


Ερχόμαστε τώρα σε εποχές και σε κοινωνίες όπου το πλέγμα εξουσίας δεν κυριαρχείται από ηγεμονικά στοιχεία, όπου ορισμένα μέλη του πλέγματος καταλαμβάνουν απλώς την πρωτοκαθεδρία. Οι συνθήκες αυτές δεν σημαίνουν ότι το καθεστώς είναι δημοκρατικό. Οταν είναι, τότε βεβαίως η απουσία ηγεμονικού εταίρου συνεπάγεται συμμαχικές πρωτοκαθεδρίες ­ συμμαχίες σχεδόν αναγκαστικές, που προκύπτουν από τον ισόρροπο συσχετισμό των δυνάμεων. Είναι η περίπτωση, π.χ., της Τρίτης Γαλλικής Δημοκρατίας. Αλλο παράδειγμα: το βρετανικό κοινοβουλευτικό καθεστώς του 20ού αιώνα και ως τις ημέρες μας. Η αρχή της περιόδου ορίζεται από την επέκταση του δικαιώματος της ψήφου σε όλους ανεξαιρέτως τους άρρενες. Το τέλος της έρχεται, στις ημέρες μας, όταν ένας από τους συμμάχους στην πρωτοκαθεδρία του πλέγματος, η αριστοκρατία, χάνει και το τελευταίο της έρεισμα: τη Βουλή των Λόρδων. Ποια θα είναι άραγε στο εξής η σύνθεση του πλέγματος στη μεταθατσερική Αγγλία; Ας αποφύγουμε τις προβλέψεις.


Σε τέτοιες περιπτώσεις η κοινωνικοπολιτική συμμαχία που κατέχει την πρωτοκαθεδρία του πλέγματος δίνει για ένα διάστημα τον τόνο της στην άσκηση της εξουσίας. Δημιουργεί ένα κλίμα ευφορίας, μονιμότητας και ασφάλειας. Εκπροσωπεί μια ιδεολογία, ένα σύστημα αξιών στο οποίο προσχωρούν όχι μόνο οι εταίροι του πλέγματος, αλλά και μια ικανή μερίδα των μελών της κοινωνίας, συχνά η πλειονότητα, προσδίδοντας έτσι στο πλέγμα μια νομιμότητα σχεδόν αναμφισβήτητη. Και η εξουσία ασκείται με συμβιβαστικές ισορροπίες και στηρίζεται σε ένα βαθμό γενικότερης συναίνεσης, στα σημαντικά τουλάχιστον ζητήματα.


Ως δρων θεσμικός οργανισμός, το κράτος είναι πάντοτε, όπως έχουμε πει, μέλος του πλέγματος: επειδή συνεισφέρει τη γραφειοκρατική του οργάνωση και τη διοικητική του δραστηριότητα· δηλαδή τα λειτουργικά μέσα που εξασφαλίζουν την άσκηση της εξουσίας. Από την άλλη πλευρά, ως ο κατ’ εξοχήν μηχανισμός καταστολής και νόμιμης βίας, το κράτος είναι και το επίκεντρο του πλέγματος: η άσκηση εξουσίας είναι αδιανόητη χωρίς κάποια μορφή κράτους. Αυτό σημαίνει άραγε ότι το κράτος καταλαμβάνει μια ιδιαίτερη θέση στην ιεραρχία του πλέγματος, ότι κατέχει την πρωτοκαθεδρία ή την ηγεμονία του; Η απάντηση, όπως είπαμε, είναι αρνητική. Το γιατί θα το δούμε την επόμενη φορά.


Ο κ. Γ. Β. Δερτιλής είναι καθηγητής της Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών.