Αφήνω τα δύσκολα και ψυχοφθόρα προβλήματα της παιδείας και με αφορμή πρόσφατη επίσκεψή μου στη Φλώρινα, για να επισκεφθώ τη νέα έκθεση στο Αρχαιολογικό Μουσείο της πόλης, περνώ σε πιο οικεία και ευχάριστα θέματα. Ο σημερινός Νομός Φλώρινας ανήκε κατά την αρχαιότητα στην Ανω Μακεδονία, που περιελάμβανε την Ελιμιώτιδα, την Ορεστίδα, τη Λυγκηστίδα, την Πελαγονία, την Εορδαία και ίσως τη Δερρίοπο, την Τυμφαία, την Ατιντανία και τη Δασσαρήτιδα. Πλην της Εορδαίας, που από νωρίς είχε ενσωματωθεί στο κράτος των Αργεαδών της Κάτω Μακεδονίας, όλες οι υπόλοιπες περιοχές αποτελούσαν ανεξάρτητα κρατίδια που είχαν το καθένα τους δικούς του ηγεμόνες. Ωστόσο από τις αρχές του 5ου αι. π.Χ. τα κρατίδια αυτά, ή έστω τα περισσότερα, ήταν υποτελή στο κράτος των Αιγών, ενώ από την εποχή του Φιλίππου Β’, του πατέρα του Μεγάλου Αλεξάνδρου, ενσωματώθηκαν πλήρως σε αυτό.


Η Ανω Μακεδονία μόνο τα τελευταία χρόνια μπορούμε να πούμε ότι τράβηξε την προσοχή των αρχαιολόγων και των ιστορικών, και ίσως όχι στον βαθμό που θα έπρεπε. Αγνοημένη από τους αρχαίους συγγραφείς, χωρίς σημαντικά ορατά λείψανα και λαμπρά έργα τέχνης ­ τα εντυπωσιακά ευρήματα της Αιανής Κοζάνης, πόλης της Ελιμιώτιδος, μόλις πρόσφατα ήλθαν στο φως ­, δεν προκαλούσε ενδιαφέρον στους ευρωπαίους περιηγητές και θαυμαστές της ελληνορωμαϊκής αρχαιότητας. Και σε αυτό βέβαια κάποιο ρόλο έπαιξε και το δυσπρόσιτο της περιοχής. Στις αρχές του 19ου αι. η αποσκίρτηση του Αλή Πασά από τον σουλτάνο και η δημιουργία ενός ανεξάρτητου κράτους στην Ηπειρο, το οποίο προσάρτησε και εδάφη της Δυτικής Μακεδονίας, έδωσε αφορμή στις Μεγάλες Δυνάμεις της Δύσης, και ιδιαίτερα στους Αγγλους και στους Γάλλους, να σπεύσουν στην περιοχή προς ίδιον συμφέρον.


Πρόξενοι και στρατιωτικοί ακόλουθοι διαπιστευμένοι στην αυλή του Αλή Πασά ανιχνεύουν και κατασκοπεύουν για λογαριασμό των χωρών τους και περιοχές της Ανω Μακεδονίας. Καθώς είναι μέτοχοι κλασικής παιδείας, όπως ο γάλλος πρόξενος στα Γιάννενα Pouqueville και ο άγγλος συνταγματάρχης Leake, ανάμεσα στις σκοτεινές τους ασχολίες καταγράφουν και αρχαιότητες που συναντούν ή τους υποδεικνύουν κάτοικοι της περιοχής, διατυπώνοντας ενδιαφέρουσες ιστορικές και τοπογραφικές παρατηρήσεις.



Είναι προς τιμήν του ελληνικού κράτους ότι με την απελευθέρωση της Μακεδονίας το 1912 ίδρυσε αμέσως νέες αρχαιολογικές περιφέρειες στα νεοαποκτηθέντα εδάφη. Μία από αυτές μάλιστα είχε έδρα της τη Φλώρινα, όπου και τοποθετήθηκε ως έφορος ένας σπουδαίος φιλόλογος και εξαίρετος άνθρωπος, ο Ν. Παπαδάκις.


Η περιοχή του σημερινού Νομού Φλώρινας κατά την αρχαιότητα ήταν κατανεμημένη σε τρία από τα λεγόμενα διαμερίσματα της Ανω Μακεδονίας. Πιο συγκεκριμένα, ένα τμήμα στα ανατολικά βρισκόταν στην επικράτεια της Εορδαίας, ένα άλλο στα δυτικά ανήκε στην Ορεστίδα, ενώ το κεντρικό και μεγαλύτερο μέρος αποτελούσε το νότιο τμήμα της Λυγκηστίδος. Οποιος επιθυμεί να αποκτήσει μια έγκυρη, ευσύνοπτη και διαχρονική γνώση της ιστορίας αυτού του νομού και συγχρόνως να έχει μια καλή εικόνα για τα αρχαία υλικά κατάλοιπα της περιοχής, δεν έχει παρά να επισκεφθεί το Αρχαιολογικό Μουσείο της Φλώρινας.


Ευρήματα της έκτης χιλιετίας


Στον κάτω όροφο του Μουσείου στήθηκε πρόσφατα, με καλαισθησία και γνώση, μια νέα έκθεση από την προϊσταμένη της ΙΖ’ Εφορείας Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων Μ. Λιλιμπάκη-Ακαμάτη. Το κτίριο έχει ανακαινιστεί και οι αίθουσές του, που ζωντανεύουν με έντονους χρωματισμούς, κερδίζουν γρήγορα τον επισκέπτη.


Στον πρώτο χώρο υπάρχει εποπτικό υλικό σχετικό με τη γεωμορφολογία του νομού και συγχρόνως παρουσιάζονται με διδακτικό τρόπο οι δραστηριότητες των παλαιότερων κατοίκων της περιοχής. Οι πρωιμότερες απ’ αυτές ανάγονται με τα σημερινά δεδομένα στην έκτη χιλιετία. Αρχαιολογικό αλλά και φωτογραφικό και σχεδιαστικό υλικό, που συνοδεύεται από σύντομα επεξηγηματικά κείμενα, δίνει στον επισκέπτη πολλές και ποικίλες πληροφορίες. Σημαντική θέση κατέχουν στο τμήμα αυτό τα ευρήματα από τον προϊστορικό οικισμό του Αρμενοχωρίου που βρίσκεται πέντε χιλιόμετρα ανατολικά της πόλης της Φλώρινας.


Σε άλλες αίθουσες εκτίθενται γλυπτά, ολόγλυφα και ανάγλυφα, αναθηματικά ή επιτύμβια, όπως και επιγραφές, στο σύνολό τους ελληνικές. Εκτός από ορισμένα ολόγλυφα που αντιγράφουν δημιουργίες της κλασικής αρχαιότητας, στην πλειονότητά τους τα γλυπτά αυτά, που χρονολογούνται στα ρωμαϊκά χρόνια, δεν διακρίνονται για την ποιότητά τους. Ωστόσο μας δίνουν χρήσιμες πληροφορίες σχετικές με τις θρησκευτικές δοξασίες, τα ταφικά έθιμα, την πολιτική και κοινωνική ζωή, τα ονόματα των κατοίκων κ.ά. Ιδιαίτερη μνεία αξίζει μια ανάγλυφη στήλη που χρονολογείται γύρω στα μέσα του 3ου αι. μ.Χ. και μνημονεύει τον Αλέξανδρο ως θεό. Η λατρεία του Μεγάλου Αλεξάνδρου στη Μακεδονία κατά τη διάρκεια του 3ου αι. μ.Χ. μας είναι γνωστή και από αλλού. Στην τελευταία αίθουσα του ισογείου εκτίθεται με εντυπωσιακό τρόπο ένα ψηφιδωτό με γεωμετρικά μοτίβα και επιγραφή, που διακοσμούσε το δάπεδο ενός ρωμαϊκού κτιρίου στις Κάτω Κλεινές.


Οι ελληνιστικές πόλεις



Στον επάνω όροφο εκτίθενται από το 1991 ευρήματα κυρίως από δύο σημαντικές ελληνιστικές πόλεις του νομού. Η μία βρίσκεται κοντά στον σύγχρονο οικισμό των Πετρών, η άλλη στον λόφο του Αγίου Παντελεήμονα, στη σημερινή πόλη της Φλώρινας. Τα εκθέματα αυτά, που συνοδεύονται και από μακέτες, φωτογραφίες, σχέδια και αποκαταστάσεις, μας δίνουν μια εικόνα για την πολεοδομική οργάνωση των πόλεων αυτών, για τα σπίτια και τις ασχολίες των κατοίκων τους, για τα προϊόντα που παρήγαν, για τους θεούς τους κ.ά. Στους ίδιους χώρους εκτίθενται και τρεις μαρμάρινοι οδοδείκτες της Εγνατίας οδού, το πέρασμα της οποίας κατά τον 2ο αι. π.Χ. από το ανατολικό τμήμα του σημερινού Νομού Φλώρινας έδωσε σημαντική ώθηση στην οικονομική, και όχι μόνο, ανάπτυξη της περιοχής. Τέλος, εκτίθενται και ευρήματα των βυζαντινών χρόνων, κυρίως τοιχογραφίες και εικόνες από διάφορες εκκλησίες του νομού, και ιδιαίτερα από αυτές των Πρεσπών.


Εχουμε και άλλες φορές τονίσει την ανάγκη η πολιτεία να θωρακίσει πολιτιστικά την περιφέρεια, και μάλιστα την ακριτική. Και ασφαλώς εκθέσεις όπως αυτές που φιλοξενούνται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Φλώρινας υπηρετούν σωστά τον στόχο αυτό.


Ο κ. Μιχάλης Α. Τιβέριος είναι καθηγητής της Κλασικής Αρχαιολογίας στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης.